Discover millions of ebooks, audiobooks, and so much more with a free trial

Only $11.99/month after trial. Cancel anytime.

Το Φαγκότο
Το Φαγκότο
Το Φαγκότο
Ebook357 pages4 hours

Το Φαγκότο

Rating: 0 out of 5 stars

()

Read preview

About this ebook

Το Φαγκότο ξαναγράφτηκε, βελτιώθηκε και ... πλούτισε (περισσότερες σελίδες). Και λέω να πλουτίσω κι εγώ μαζί του γι' αυτό ΔΕΝ προσφέρεται ΔΩΡΕΑΝ πλέον. Κάτι που σημαίνει ότι πρέπει να κάνετε εγγραφή στο https://www.smashwords.com/ - εύκολο και δωρεάν- κι ύστερα να βγάλετε πιστωτικές κάρτες ή PayPal. Με την εγγραφή επίσης, έχετε δικαίωμα να κάνετε ότι είδους σχόλια θέλετε στο κάθε βιβλίο.

Έγιναν διορθώσεις και πολλές προσθήκες, το πρώτο είχε γραφτεί εντελώς άρπα-κόλα αλλά δεν άλλαξε τίποτα στην πλοκή του ... θρίλερ. Ένα βιβλίο σε δύο μέρη χωρίς χρονολογική σειρά σε ότι αφορά τα πραγματικά γεγονότα. Μία φράση μόνον αφαιρέθηκε επειδή ενόχλησε την Μαριάννα. Δεν θα 'πρεπε, δεν ήταν εκεί για να την ενοχλήσει, αλλά επειδή δεν είχε καμιά απολύτως σημασία για το νόημα του πονήματος, την αφαίρεσα εντελώς. Έμαθα ν' ακούω και να μην αντιδρώ, 67 πάτησα. Αυτό όμως είχε και τα καλά του διότι μου θύμισε άλλα που δεν είχα αναφέρει στο πρώτο και το έκανα τώρα.

Μην φανταστείτε ότι έγινε κάποια "λογοτεχνική" επιμέλεια, μπούρδες. Γράφω ακριβώς όπως μιλάω και δεν ψάχνω όμορφες προτάσεις. Κάποιοι, λένε, παίρνουν ένα τσούρμο λέξεις και παλεύουν μια ολόκληρη μέρα να τις βάλουν στην σειρά για να κάνουν μια περισπούδαστη φράση. ΔΕΝ είμαι απ' αυτούς. Προστέθηκαν διάφορα που έλειπαν απ' το πρώτο και το όλο κείμενο σενιαρίστηκε λιγάκι για το σασπένς. Πολύ απέχει απ' το λογοτεχνικό αριστούργημα ή το Best seller.
Κυρίως όμως το έκανα για να έχω μια δικαιολογία που δεν το χαρίζω πλέον. Κι αν δεν "τράβαγε" τότε που ήταν τσάμπα φαντάζομαι ότι δεν θα πουληθεί ούτε ένα τώρα που δεν είναι αλλά... ρωτήστε με αν με νοιάζει !
Ο Μάκβεθ ή Μακμπέθ είναι απ' τ' αγαπημένα μου κι απ' ότι ξέρω ουδέποτε ανέβηκε σε θεατρική σκηνή στο Νησί. Λείπω πάντως και πολλά χρόνια κι όλα είναι πιθανά, ακόμα κι ο Johnny Cash να τραγουδάει U2 ! Για τις θεατρικές ιστορίες που τον συνοδεύουν, ρωτήστε να σας πουν, εγώ και λίγα λέω.
Μια ιδέα είναι να το μεταφράσω αγγλικά και να τυπωθεί στο ΑΜΑΖΟΝ μαζί με τ' άλλα, τα οποία πουλάνε απροπό, τ' αγγλόφωνα Βυζαντινά αν και δεν βλέπω το ενδιαφέρον των Αγγλόφωνων για την ιστορία κάποιου Τζαζ Μπαρ στα Χανιά αλλά υπάρχει και το νουάρ από πίσω όπως και η παγκόσμια πλέον φήμη του. Όπως και να 'χει, δεν έχω τίποτα να χάσω παρά μόνον την ώρα μου που την περνάω δύσκολα στα γεράματα και στην ξενιτιά. Λυπηθείτε με, καλοί μου άνθρωποι, αγοράστε το... κλαψ.
Το χειρότερο δάγκωμα στα ζώα δεν ξέρω ποιο το κάνει αλλά στους ανθρώπους το κάνει ο κόλακας κι ο συκοφάντης. Εγώ, δεν δαγκώνω, χώρια που είμαι ξεδοντιασμένος φαφούτης (βλέπε φωτό)

LanguageΕλληνικά
Release dateJun 25, 2020
ISBN9780463462874
Το Φαγκότο
Author

Βαγγέλης Δημητρόγλου

1953 Καισαριανή, Αθήνα, 2ο Δημοτικό Βενιζέλου, Γυμνάσιο (6ταξιο) Καισαριανής, ΑΣΟΕΕ, Τράπεζα, γάμος Μαριάννα, Χανιά-Κρήτη, fagotto και Les Vagabonds, διδυμα Οδυσσέας και Μελίνα το 98, Νοτιοδυτική Γαλλία 2003.Σήμερα, 2020, που τα δίδυμα τελειώνουν το Πανεπιστήμιο και δεν υπάρχουν άλλες υποχρεώσεις, μετ'α από τόσες πολλές μαλακίες που έκανα σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα και αφού ξέφυγα απ' τον διαβήτη... απλ'α περιμένω τους φίλους του, τους πιό θανατερούς για να ξεμπερδεύουμε. Μετά απο χρόνια μελέτης και αυτο-καλλιέργειας - κουλτούρα το λένε - η δική μου είναι σινεμά, βιβλίο και μουσική (στο σινεμά & μουσική πολύ μετριόφρονα, είμαι άπαιχτος), ένα πρωΪ την είδα συγγραφέας, σκατασταμούτραμου. Βιτριολικά βιπεράκια αστυνομικής πλοκής και φαντασίας σε Ιστορικό φόντο για να βγάλω όλη την οργή μου σε εκκλησία-εξουσία-δικαιοσύνη, χωρίς να μ' ενδιαφέρει διόλου η κριτική. Σε λίγο θα πεθάνω άλλωστε, γέρασα. Δεν μ'ενδιέφερε η κριτική όταν ήμουνα μικρός κι έκανα την μια μαλακία πίσω απ' την άλλη, τώρα θα νοιαστώ ; Μ'αρέσει, περνάω και την ώρα μου -χωρίς τσιγάρο και Τζακ Ντάνιελς λόγω διαβήτη, αστα να πάνε - και στην Αγγλική έκδοση πουλιώνται στο ΑΜΑΖΟΝ, για να κονομήσω στα γεράματα ! 1-3 Ευρο τον μήνα εισπράτω. Σε μορφή ΕΒΟΟΚ τα προσφέρω δωρεαν.... σχεδόν. Κριτικές και γαμοσταυρίδια ή εδώ η κατάμουτρα στο dimitroglouvangelis@gmail.com ανευ φόβου και πάθους.***Τα βιβλία μου μπορεί να ταξινομηθούν σε 4 κατηγορίες.1__ Ξεκίνησα με τα Βυζαντινά που αν κι η ιδέα ήταν ορίτζιναλ, η γραφή είναι αστεία και πρωτόλεια. Το δήλωσα άλλωστε, ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ συγγραφέας αλλά ούτε και ψώνιο να το παίζω τάχα μου στα 68. Ήταν πολλά και τα μάζεψα σε δύο τριλογίες.2__ Με το ΦΑΓΓΟΤΟ ξεκίνησε ημι-αυτοβιογραφικό κι εξελίχτηκε σε Νουάρ στο Νησί, (Χανια-Κρήτη) με κάμποσες "περιπέτειες" στο σύνολο.3__Με το "Πορτραίτο" ξεκινάει η 3η περίοδος σε περιβάλλον ΝΔ Γαλλίας που κατοικοεδρεύω και ΜΟΝΟ στ' αγγλικά υπάρχει κι η "Γυναίκα του μηχανικού" που δεν είναι κάτι πολύ διαφορετικό από μια συρραφή του ΦΑΓΓΟΤΟ + ΣΑΡΑΚΑΣ και δεν χρειάζεται κι άλλο Ελληνικό. (3 βιβλία). Απ' το "Πορτραίτο" κι έπειτα, λένε ότι βελτιώθηκα !4__Τα τελευταία (2) που είναι σε αφήγηση σε τρίτο πρόσωπο χωρίς μάγκες ντεντέκτιβ και φάπες είναι μια προσπάθεια να γράψω 'λογοτεχνικό' Νουάρ επειδή μου είπαν ότι το κάθε τελευταίο μου είναι καλύτερο απ' το προηγούμενο αλλά παρόλο που αυτό δείχνει κάποιοα πρόοδο και βελτίωση, εξακολουθώ να φωνάζω ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ.

Read more from Βαγγέλης Δημητρόγλου

Related to Το Φαγκότο

Related ebooks

Related categories

Reviews for Το Φαγκότο

Rating: 0 out of 5 stars
0 ratings

0 ratings0 reviews

What did you think?

Tap to rate

Review must be at least 10 words

    Book preview

    Το Φαγκότο - Βαγγέλης Δημητρόγλου

    66 στα 67 πια, καράφλας και φαφούτης στην εξορία που διάλεξα για το τέλος της πολυτάραχης ζωής μου. Σε κατάθλιψη εδώ και κάμποσα χρόνια και κατ' οίκο περιορισμό, όχι υποχρεωτικό που έγινε τρόπος ζωής τελευταία με κορόνες και ιούς αλλά σαν προσωπική επιλογή, να 'σου ξαφνικά και διαβήτης τον οποίον δεν επεδίωξα αλλά με τον τρόπο που ζούσα ήταν αναπόφευκτος. Βάλε και τα τσιγάρα δυο πακέτα την ημέρα επί 50 χρόνια... χτύπησε συναγερμός. Μαζί με τις βόλτες στα δάση, αθλητική δραστηριότητα και καλά, αυστηρή δίαιτα κι απώλεια 30 κιλών - ακόμα χοντρός είμαι κι έτσι- και με δυο πακέτα τσιγάρα ΤΟΝ ΜΗΝΑ πλέον, έτσι για να το ρίχνω έξω μια βδομαδούλα και να πέφτω ξανά στην κραιπάλη, το γέρικο και κακοξοδεμένο κορμί ήρθε πάλι στα ίσια του, εσύ μωρέ, θα μας θάψεις όλους. Ας μην παραπονιέμαι.

    Με αναπτερωμένο ηθικό και 30 κιλά ελαφρύτερος πως μου μπήκε ν' αρχίσω να γράφω ! Το Νουάρ σαν είδος το έχω μελετήσει εμβριθώς και σαν λογοτεχνία και σαν σινεμά. Έναν εγωκεντρικό αλαζόνα σαρκασμό το έχω από τότε που ήμουνα μικρό παιδί, τώρα που γέρασα θα τον αποβάλλω ; Τα τελευταία 20 χρόνια στην ξενιτιά απέκτησα πάθος με την Παγκόσμια Ιστορία που την μελετώ μανιωδώς. Είδα και κάπου ότι το ΑΜΑΖΟΝ εκδίδει βιβλία δωρεάν - και τα πουλάει και κονομάει φυσικά δίνοντας κάτι ψωροσεντίμια στον συγγραφέα - κι αφού τα κατέχω τ' αγγλικά... γεννήθηκε ο Θεόφιλος Βάρδας, Ιδιωτικός ντετέκτιβ την εποχή του Ιουστινιανού, Βυζαντινός Σαμ Σπέιντ ή Φίλιπ Μάρλοου αλλά του λόγου μου πολύ απέχω από το να είμαι Ντάσιελ Χάμετ ή Ρέιμοντ Τσάντλερ πολύ περισσότερο δε από το να είμαι Τζιμ Τόμσον ή Φίλιπ Κερ.(οι αδυναμίες μου). Κατέληξα να περιπλανιέμαι σε φανταστικούς κόσμους του Ιστορικού αστυνομικού μυθιστορήματος και ειλικρινά, την καταβρήκα, άσχετο με το ότι τα βιβλία μου πούλησαν μονάχα καμιά εικοσαριά αντίτυπα.

    Το πρώτο ήρθε απ' την αγγλομαθή κουμπάρα μου που μου έβαλε στεφάνι στο κεφάλι και βάφτισε και την Μελίνα μου. Να τα γράψεις και στα Ελληνικά η ενθουσιώδης κουμβάρα. Το άλλο, κάπου το είδα γραμμένο σε κάποιον θεωρητικό της συγγραφής που πρότεινε σ' εκκολαπτόμενους Χέμινγουεϊ και Βίκτωρ Ουγκό να ξεκινήσουν να γράφουν πρώτα τα προσωπικά τους βιώματα εμπλουτισμένα με αλατοπίπερο για νοστιμιά.

    Ιστορικό μυθιστόρημα είναι τελικά ΤΟ ΦΑΓΚΟΤΟ. Μύθος και ιστόρημα που πατάει πάνω σε ιστορικά δεδομένα. Διότι τι άλλο είναι εκτός από Ιστορικό γεγονός ένα Τζαζ Μπαρ στα Χανιά που αντέχει αγέρωχο 40+ χρόνια τώρα κι έχει γίνει σημείο αναφοράς της πόλης εφάμιλλο του φάρου στην άκρη, ή την αρχή, του Ενετικού Λιμένα. Παρθενογένεση κι ανεμογκάστρι είναι είτε της Μυθολογίας είτε μυστικιστικές θρησκευτικές ανοησίες. Δεν έπεσε απ' τον ουρανό ΤΟ ΦΑΓΚΟΤΟ ούτε φύτρωσε σαν δέντρο. ΕΓΩ ΤΟ ΦΤΙΑΞΑ, άντε κι η Μαριάννα για να μην πάρω όλο το ονόρε ο μοναχοφαγάς κι ας έμεινε εκεί μονάχα δυο -τρεις μήνες. Οι παλιοί το ξέρουν, οι νεότεροι θα το μάθουν, αυτήν την δουλειά κάνουν οι Ιστορικοί. Πολλοί δε από δαύτους γράφουν Ιστορία χωρίς να ήταν καν εκεί, όπως τους την είπαν αυτοί που ήτανε και κανείς δεν μπορεί να μας εγγυηθεί πως κι αυτοί ήτανε. Κάποιοι παλιοί Ιστορικοί έγραψαν για πράγματα που συνέβησαν πριν γεννηθούν ή μετά τον θάνατό τους. Και σε κάθε περίπτωση, σπάνια ο Ιστορικός μένει στα γεγονότα, πάντα βάζει και τα δικά του μέσα, λογοτεχνικό έργο πουλάει, όχι Ιστορία. Η Ιστορική Αλήθεια είναι σχήμα οξύμωρο σαν την εκκωφαντική σιωπή ή το ακρωτήρι της καλής ελπίδας. Η αλήθεια είναι πολύ βαρετή, γι' αυτό υπάρχει κι ο Θεός.

    Κι εγώ θα τα μπερδέψω, μύθο και πραγματικά γεγονότα αλλά δεν χρειάζεται να είσαι Αϊνστάιν για να καταλάβεις την διαφορά, ειδικά εάν με γνωρίζεις. Την ιστορία διασκέδαση θα επιχειρήσω να κάνω με μαύρο σασπένς και αστυνομική δράση γιατί αν το άφηνα άνευ, θα ήταν ιστορίες καθημερινής τρέλας και μ' έχει προλάβει ο Μπουκόφσκι και μην πει καμιά κουφάλα ότι τον αντιγράφω ή τον μιμούμαι. Αστυνομικά νουάρ γράφω, αν μιμούμαι ή αντιγράφω κάποιον δεν είναι σίγουρα ο Μπουκόφσκι για τον οποίο ουδεμία πληροφόρηση έχω εάν πράγματι τα έζησε αυτά που έγραψε. Αν με πείτε πορνόγερο θα το κάνω γαργάρα, αλλά το μισογύνης δεν το δέχομαι.

    Αστυνομικό μυθιστόρημα είναι, Βιπεράκι. Μύθος και ιστόρημα, δημιούργημα φαντασίας εξ’ ορισμού. Έχει όμως κάποιο πραγματικό αυτοβιογραφικό ιστορικό υπόβαθρο με τοποθεσίες και ονόματα πραγματικά. Γιατί να τους βάλω ψευδώνυμα; Δεν λέω κάτι κακό, οι κακοί και η πλοκή είναι όλα δημιούργημα φαντασίας, παραμύθι δηλαδή. Πολύ για γκόμενες μιλάει ! Έτσι ήτανε τότε ρε παιδιά, γιατί να το κρύψωμεν άλλωστε ; Αρέσει δεν αρέσει, έτσι ήτανε.

    Υπάρχει και μια σχετική ανακολουθία όσον αφορά τα πραγματικά γεγονότα (αρχές της δεκαετίας 80) και την δράση του μυθιστορήματος που φαίνεται να ΄ναι γύρω στο 2000 (Ιντερνέτ, Ευρώ), λίμνη και τροχόσπιτο. Ποιητική αδεία. Χωρίς κανέναν ενδοιασμό δέχομαι να μπουν και τα πραγματικά γεγονότα στον μύθο και να είναι σαν όλα να έχουν γίνει το 1999.

    Τα ιστορικά γεγονότα δεν βρίσκονται σε καμία χρονολογική σειρά σε σχέση με τον μύθο. Είναι φύρδην-μίγδην, μερικά συνέβησαν νωρίτερα ή αργότερα από την περίοδο στην οποία αναφέρονται. Έτσι με βόλεψε στην αφήγηση του μύθου, ποιητική αδεία.

    Αυτοί που τα έζησαν ξέρουν πως δεν λέω ψέματα. ΕΤΣΙ ΕΓΙΝΑΝ. Τώρα αν μερικοί τα ξέχασαν ή δεν θέλουν απλώς να τα θυμούνται για λόγους που με αφήνουν παγερά αδιάφορο, αυτό είναι καθαρό και αναφαίρετο δικαίωμά τους. Είμαι σίγουρος όμως πως δεν θα το κάνουν μπροστά μου γιατί την ιστορία την ξέρω από πρώτο χέρι. ΕΓΩ ΤΗΝ ΕΓΡΑΨΑ.

    Δεν κρίνω, κατακρίνω και κακολογώ κανέναν για να θιγεί. Αυτοσαρκάζομαι περισσότερο απ’ όλα. Ίσως και το όλο θέμα του βιβλίου να κρύβεται πίσω από μια πρόταση στο τέλος του 2ου κεφαλαίου. Περί τόλμης, γενναιότητας και δειλίας. Η μνήμη είναι επιλεκτική, το ίδιο κι η λησμονιά, όχι μόνο μετά από 40 χρόνια αλλά μερικές φορές μετά από μερικές μέρες. Ούτε τι έφαγα χθες δεν θυμάμαι, έχω επιλέξει να μην θυμάμαι, δεν είναι το ίδιο. Μια πρόταση της πρώτης έκδοσης που ενόχλησε την Μαριάννα την αφαίρεσα. Αλλιώς τα θυμάται εκείνη αλλιώς τα θυμάμαι εγώ... τρέχα γύρευε. Δεν είχα την παραμικρή πρόθεση να την θίξω και την αφαίρεσα αυτήν την μια τοσοδούλα πρόταση που καμιά σημασία ουσιαστική δεν είχε στο πόνημα. Πρόσθεσα όμως πάρα πολλά σε σχέση με την προηγούμενη φορά.

    Κατά τ’ άλλα, Νουάρ και ξερό ψωμί. Δεν επιδιώκω ούτε την δόξα ούτε το αθάνατον των μεγάλων συγγραφέων. Ούτε στο μικρό τους δαχτυλάκι. Έμπνευση μεγάλη και μανιώδης λατρεία για το είδος που πολύ μετριόφρονα δηλώνω ότι το έχω μελετήσει και το κατέχω.

    Μετά απ’ τα Ιστορικά-Βυζαντινά Νουάρ, ο Βάρδας κράτησε το επίθετο κι άλλαξε όνομα… αυτοσαρκαζόμενος. Μπορεί να έχει και συνέχεια. Τώρα στα γεράματα κάνω σχέδια, όταν ήμουνα μικρός κρεπάλευα.

    «Να εύχεσαι να ζήσεις σ’ ενδιαφέροντα χρόνια κι εποχές» λέει μια παλιά Κινέζικη. Κι όταν τα ξανασκέφτομαι όλα αυτά…

    1.

    A Day in the life

    Ξύπνησα όπως πάντα. Δηλαδή με το κεφάλι εκατό κιλά και μες την ομίχλη. Την ίδια ομίχλη του πρωϊνού ξυπνήματος από τότε που η μάνα μου με ξυπνούσε το πρωί στις 6:20 ακριβώς για να πάρω δυο λεωφορεία να πάω στον Πειραιά, στην Τράπεζα.

    - Χμμμ τί ώρα είναι ;

    - Έξι και τέταρτο.

    - Άσε με να κοιμηθώ ! Στις 6:20 σου 'πα

    Το παντελόνι μου το φορούσα στο ασανσέρ απ' την τρεχάλα. Και στα δύο λεωφορεία, κοιμόμουνα. Ειδικά στο δεύτερο, το Πράσινο Σύνταγμα-Πειραιάς, είχα κάνει το κοιμάμαι όρθιος επιστήμη κρεμασμένος στην χειρολαβή. Κανονικά κατέβαινα απ' το Πράσινο μια στάση πριν το τέρμα αλλά πολλές φορές με ξύπνησε ο οδηγός όταν είχαμε φτάσει ήδη στο τέρμα και κοιμόμουνα ακόμα επειδή ... είχα βρει θέση καθιστού. Τρεχάλα μετά μέχρι την είσοδο για να μην πάρω κόκκινο late. Αμερκάνικη τράπεζα, αγγλικά μιλάγαμε ή μάλλον αυτό που σήμερα λέμε Γκρήκλις. Η ShittyBank (δεν υπάρχει ορθογραφικό λάθος) είχε καθιερώσει τα Γρήκλις απ' το 1975 που πάτησα το πόδι μου μέσα για πρώτη φορά, σίγουρα νωρίτερα γι' αυτούς που είχαν προσληφθεί πολύ νωρίτερα από μένα. Οι ιστορίες απ' την τράπεζα αφορούν άλλο βιβλίο όμως. Εδώ τώρα, μιλάμε για το πρωινό ξύπνημα.

    Δεν είχα ακόμα συνειδητοποιήσει που ήμουνα αλλά ο χώρος μου φαινόταν γνωστός. Στο Παλάτσο ήμουνα, στο σπίτι μου. Ένα τροχόσπιτο είναι στην άκρη της λίμνης είναι αλλά εγώ το λέω Παλάτσο. Μερικοί το μπερδεύουν με το Παλιάτσο και δεν διαφωνώ συνήθως, ειδικά μετά από μερικά Τζακ. Το ν' αποκαλείς ένα τροχόσπιτο έστω και Αμερικάνικο με ευρύχωρο σχεδιασμό Παλάτσο είναι ξιπασιά. Παλάτσο ή Παλιάτσο, είναι το σπίτι μου και είναι δικό μου. Ο Γάτος ήρθε και τρίφτηκε στην γάμπα μου για να μου επιβεβαιώσει την αρχική εντύπωση. Σηκώθηκα βαριεστημένα και πήγα στο ψυγείο και πήρα μια μπύρα για πρωινό. Έβαλα να γίνεται κι ο καφές αλλά η μπύρα τελείωσε κι ο καφές ακόμα έσταζε. Η πρώτη μπύρα το πρωί μου φάνηκε νόστιμη κι αποφάσισα να πιώ και δεύτερη. Ο Γάτος νιαούρισε παραπονιάρικα και βαριεστημένα του γέμισα το μπολ γάλα. Χωρίς κροκέτες, είχε παραπαχύνει το αιλουροειδές καστράτο.

    - Έτοιμος ο καφές; μια γυναικεία φωνή πίσω μου, την ώρα που έξω απ’ το παράθυρο της κουζίνας είδα παρκαρισμένο ένα Φιατάκι κι αναρωτιόμουνα τι γύρευε εκεί. Η γυναικεία φωνή και το Φιατάκι έξω μου μου ξύπνησαν και τις αναμνήσεις που συνήθως ξυπνούσαν μετά τον καφέ. Η τελευταία πελάτισσα στο μπαρ την προηγούμενη, μια μελαχρινή με μεγάλα βυζιά που έλειπε ο άντρας της, φορτηγατζής ΤΙΡ, ταξίδι. Με τα ονόματα δεν τα πάω καθόλου καλά, ειδικά από τότε που έφυγε η Μαριάννα. Δεν είχα πρόβλημα με τα μεγάλα βυζιά, τα δικά της ήτανε και γεμάτα αλλά έχω πρόβλημα να ξυπνάω με θηλυκό στο κρεβάτι μου ιδίως όταν δεν θυμάμαι πως την λένε. Το πρώτο καφέ-τσιγάρο το πρωί το θέλω μόνος μου, χωρίς παρέα και μπούρου μπούρου κουβεντούλα. Είχα καλοξυπνήσει με τα μπυράκια.

    - Έτοιμος κούκλα αλλά στα γρήγορα γιατί πρέπει να φύγω. Έχω δουλειές με φούντες σήμερα.

    Όλες οι γυναίκες ξέρουν πως όποτε ο άντρας λέει αυτή την μαλακία για να δικαιολογηθεί, λέει ψέματα αλλά την τρώνε. Όχι όλες.

    - Κατάλαβα. Να ντυθώ μια να του δίνω από σιγά-σιγά. Πιες τον μόνος σου τον καφέ. Και… άμα με ξαναδείς, γράψε μου. Μαλάκα.

    Κοπέλα με κατανόηση αλλά βρώμικο στόμα. Και μέσα κι έξω απ’ το κρεβάτι Και μεγάλα βυζιά στο συν. Με μαύρο δάκρυ θα έκλαιγα νηστικός για 23 μερόνυχτα που με παράτησε έτσι η άκαρδη. Μονάχα ο Ποντικάκης το είχε βρει. κάνε μια βόλτα μέχρι την Νέα Χώρα να σε χτυπήσει λίγο ο αγέρας κι όταν επιστρέψεις θα σου 'χει περάσει είχε πει μια νύχτα μετά από το 16ο Κάτυ Σhαρκ. Όταν άκουσα το Φιατάκι έξω να μαρσάρει, συνέβησαν διάφορα, με τυχαία σειρά. Ο Γάτος είχε τελειώσει το γάλα του και έλεγε ευχαριστώ τρίβοντας την μουσούδα του στο πόδι μου, έβαλα τα Βραδεμβούργια του Μπαχ να παίξουν δυνατά για ν’ ακούγονται στην βεράντα, μια ξύλινη εξέδρα που πατούσε σε δυο πόδια στην άκρη στο νερό κατάλληλα επιπλωμένη, έβαλα μια κούπα καφέ με τρεις ζάχαρες και άναψα ένα τσιγάρο γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι με την γόπα του θ’ άναβα το επόμενο και βγήκα στην ξύλινη βεράντα ν’ αγναντέψω την λίμνη με καφέ, τσιγάρο και Μπαχ. Αν τώρα εσείς έχετε κάποιον καλύτερο τρόπο για να ξυπνάει κάποιος - χωρίς βάρβαρο ξυπνητήρι φυσικά - θα 'θελα να τον ακούσω.

    Στον ιδιοκτήτη του κάμπινγκ πλήρωνα ενοίκιο με το μήνα. Για 12 μήνες τον χρόνο και όχι για τη σαιζόν. Με κάτι τις παραπάνω εξασφάλισα θέση δίπλα στη λίμνη, και ξύλινη βεράντα στην εξώπορτα μαζί με την παροχή νερού, ρεύματος και τηλεφωνικής γραμμής Ιντερνέτ. Με κάτι τις ακόμα, μια πρόχειρη κατασκευή γκαράζ δίπλα απ’ το Παλάτσο όπου είχα κλειδωμένη την Τορίνο. Για τις μετακινήσεις τις καθημερινές είχα την Βέσπα. Οι παλιοί με κοροϊδεύανε που μετά απ’ τις μοτοσυκλέτες είχα ξεπέσει στην Βέσπα αλλά είχα ήδη σπάσει τρεις -μοτοσυκλέτες- ένα πόδι και αμέτρητα καψίματα στην άσφαλτο μετά από τούμπες και έτσι αποφάσισα να οδηγώ και να μπαίνω στις στροφές όρθιος και όχι πλαγιαστός και πάντα προσέχοντας σε σημεία που είχε κατουρήσει κάποιος σκύλος νωρίτερα. Η 200αρα Βέσπα ήταν ένα αξιόπιστο εργαλείο κι έτσι το έβλεπα πλέον, εργαλείο. Με Βέσπα είχα μάθει τα δίτροχα ελέω Κοκκινάκη. Ναύτης κι αυτός που έκανε θητεία στο Ναύσταθμο και μ’ έμαθε να παίζω τένις και να οδηγώ Βέσπα. Εγώ του έμαθα να κάνει Negroni και Dry Martini και να δουλεύει με ασπρόμαυρη φωτογραφία σε σκοτεινό θάλαμο. Είχα και μια προπολεμική Mamiya 6Χ6 που του την έκανα δώρο όταν απολύθηκε αποβάλλοντας το μικρόβιο της φωτό από πάνω μου και το κόλλησα σ' αυτόν. Έκανε τον τουριστικό φωτογράφο αμέσως μόλις απολύθηκε για κάποιο διάστημα και το δώρο μου δεν κατέληξε στ' άχρηστα. Ιδέαν δεν έχω που βρίσκεται και τι κάνει σήμερα, ελπίζω όχι επαγγελματίας φωτογράφος. Μετά που έβγαλα μερικά φράγκα το γύρισα στις Χόντες και στο πούλημα μηχανόβιας μούρης αλλά με βάλανε στο μάτι τα κλεφτρόνια έτσι αμελής που ήμουνα κι έγιναν ασύμφορες. Είχα καβαλήσει τα 30 εδώ και δυο χρόνια άλλωστε και η Βέσπα μου πήγαινε γάντι.

    Έβαλα και δεύτερο καφέ γιατί ο ένας δεν είναι ποτέ αρκετός το πρωί όπως και το τσιγάρο και πήγα για την συνήθως απαράβατη πρωινή τουαλέτα μου, πάντα με την ίδια εικόνα στο μυαλό μου. Ποια εικόνα; Να, εκεί που κάθομαι, κοιτάζω το παράθυρο της τουαλέτας και με φαντάζομαι να σπρώχνω έναν ελέφαντα να τον βγάλω έξω. Θα έχετε δει φαντάζομαι το μέγεθος που έχουν τα παραθυράκια στα μπάνια κι όσο αφορά το παχύδερμο, το ξέρουν και τα μικρά παιδιά λόγω Ντάμπο και Μπαμπάρ. Σπρώχνω λοιπόν με δύναμη και του περνάω το κεφάλι πολύ δύσκολα και μετά σφηνώνει στη μέση, στην κοιλιά, το τέρας και αρχίζω και ιδρώνω κατακόκκινος απ’ το ζόρι. Και σπρώξε- σπρώξε με πολύ κόπο και ιδρώτα τελικά καταφέρνω και τον εκπαραθυρώνω τον καριόλη τον ελέφα κι’ έτσι τελειώνει η τουαλέτα. Πάντα με την ίδια σκέψη-επωδό. Πρέπει να τρώω φρούτα και λαχανικά συχνότερα. Αλλάζω στη συνέχεια την μουσική βγαίνοντας και απ’ τον Μπαχ το γυρνάω σε χαζοχαρούμενη κάντρυ και ξαναπλώνω τα πόδια μου στην βεράντα με τον δεύτερο καφέ και το δεν ξέρω ποιο τσιγάρο. Οφείλω μια διευκρίνηση εδώ. Είμαι φανατικός της Τζαζ και της κλασσικής με ολίγο Ροκ αλλά η μουσική κάντρυ, με διασκεδάζει. Με την απλότητα και την μονοτονία της είναι η ιδανική μουσική για νανούρισμα και για δεύτερο καφέ. Με τα πολλά έγινα και καντρυγνώστης λες και δεν μου έφτανε η Τζαζ και η κλασσική, με ολίγο Ροκ για να μην ξεχνάμε τα νιάτα μας. Τα νιάτα μας είχαν και «ποιοτική» Ελληνική μουσική, Χτζηδάκιαμ, Θοδωράκιαμ Σαββοπουλάκιαμ και τέτοια αλλά τώρα… τίποτα απ’ αυτά. Καλύτερα κάντρυ. Παραμένω όμως φανατικός της Τζαζ.

    Η ιστορία με την Τζαζ έχει κάποιο ενδιαφέρον. Κατ' αρχήν ήταν το μπριτζ. Στην τράπεζα που δούλευα, Αμερκάνικη και με διεθνές προσωπικό ειδικά στο Ναυτιλιακό του Πειραιά, έπεσα πάνω σ' έναν Αμερικάνο, έναν Νορβηγό κι έναν ξενέρωτο Εγγλέζο που έπαιζαν μπριτζ κι έψαχναν τέταρτο. Εγώ ξέρετε παιδιά δεν το κατέχω το άθλημα, κάτι λίγα και θεωρητικά μόνον , ντροπαλά και συνεσταλμένα, δεν τρέχει τίποτα κι εμείς κατωτέρου επιπέδου ήμαστε. Καθιερώσαμε λοιπόν τις Πέμπτες για ολονύκτια με κάθε Πέμπτη σε κάποιου το σπίτι εναλλάξ και χαρτοπαίζαμε μέχρι το ξημέρωμα κι έτσι άυπνοι κι οι τέσσερις πηγαίναμε στην τράπεζα το πρωί. Φαγητό και τσιμπολογήματα φρόντιζε ο οικοδεσπότης, στα σπίτια τους παράγγελναν πίτσες και μπύρες αλλά όποτε ήρθαν στο δικό μου, μας έφευγε ο κώλος εμένα και της Μαριάννας για να ετοιμάζουμε γαστριμαργικά εδέσματα. Κατάρα ή ευλογία ο Ξένιος Δίας, δεν ξέρω. Μια τέτοια Πέμπτη με μπριτζ, πίτσες και μπύρες στο σπίτι του Νορβηγού, έπαιζε μια καταπληκτική μουσική στο πικάπ κι εγώ ο άσχετος ρώτησα τι ήταν. Αφού σταμάτησαν να κοροϊδεύουν την ασχετοσύνη μου άρχισαν να μου μιλάνε για Τζαζ και Λάτιν. Η μουσική που ακούγαμε ήταν το κορίτσι απ' την Ιπανέμα, κλασσικό σαν την 5η του Μπετόβεν αλλά τότε...Χατζηδάκιαμ, Θοδωράκιαμ, Σαββοπουλάκιαμ και τα υπόλοιπα αποκλειστικά. Τίποτα άλλο. Εύλογα τα χαχανητά των ξενόφερτων.

    Η επόμενη σφαλιάρα ήρθε την άνοιξη που εγώ είχα άδεια κι η Μαριάννα δεν είχε κι έκανα μια βδομαδούλα μόνος μου στην Πάρο, στον Δρυό που είχε μια ντουζίνα σπίτια τότε μονάχα και χίπις στην παραλία, σε κάποιο άδειο σπίτι φίλου της φίλης του φίλου απ' την τράπεζα σχεδόν τσάμπα. Δεν είχε σκηνές, σλίπινγκ μπαγκ και κιθάρα ως συνήθως ετούτη την φορά, μόνον κιθάρα. Το βράδυ στη παραλία οι σκηνίτες άναβαν φωτιά και τραγούδαγαν, εγώ είχα μάθει μερικά του Ντίλαν και του Κοέν μαζί με τα επαναστατικά που λέγαμε στην ταβέρνα, εμφανίστηκα με το ζητιανόξυλο στο χέρι κοντά στην φωτιά και είπα αυτά τα πέντε-έξι που ήξερα όταν ένας νεαρός Αυστριακός μου ζήτησε να παίξει με την κιθάρα μου επειδή αυτός δεν είχε φέρει μαζί του την δική του. και δεν την αρνήθηκα φυσικά. Μαζί του ήταν κι η φιληνάδα του που είχε μαζί της ένα φλάουτο. Πήρε λοιπόν την κιθάρα μου ο τύπος κι άρχισε να παίζει ένα μονότονο κι επαναλαμβανόμενο περίεργο τέμπο, μπήκε κι η κοπέλα του με το φλάουτο κι έπαιξε το θέμα και ... έχασα πάλι τ' αυγά και τα πασχάλια. τι είναι τούτο ρε αδέρφια;. Άντε πάλι χαχανητά και πειράγματα. Τζαζ είναι, το ΤΑΚΕ 5, δεν το ξέρεις ; Με το που γύρισα πίσω επένδυσα όλα τα λεφτά του μήνα σε δίσκους Τζαζ, το σκατό παξιμάδι κάναμε με την Μαριάννα, κι άρχισα μελέτη και ακρόαση σαν αφιονισμένος και την ίδια στιγμή απαρνήθηκα δια παντός οποιαδήποτε Ελληνική μουσική σαν δογματικός μαλάκας. Με την κλασσική άρχισα αργότερα, μετά την Ίο και το Καλημέρα" και μ' ευκολόπιοτη Μπαρόκ στην αρχή, Βιβάλντι και Μότσαρτ, από κει ξεκινάνε όλοι. 78-79 αυτά, το Φαγκότο έγινε το 80 και στην αρχή ήμουν ακόμα άσχετος. Μετά από κάνα μήνα θυμάμαι, ανέβηκα αυθημερόν στην Αθήνα κι επέστρεψα με 40 καινούργιους δίσκους όταν πριν με το ζόρι αγοράζαμε έναν τον μήνα. ΑΥΤΟΥΣ τους πρώτους 40 δίσκους συν κάτι πολύ λίγους όταν πρωτάνοιξα, τους έμαθα απ' έξω κι ανακατωτά. Στην πορεία, η αγορά δίσκων μουσικής έγινε μανία αλλά... ποτέ δεν ξαναγόρασα Ελληνικό δίσκο !! Σήμερα τα έχεις όλα μ' ένα κλικ, ούτε δίσκους ούτε CD, εκτός κι αν είσαι ρετρό ρομαντικός που δεν είμαι.

    Για στάσου όμως, πρέπει να δικαιολογήσω και τον τίτλο! Έξω κάντρυ και μέσα Beatles και Sergent Pepper, το καλύτερο άλμπουμ της Ποπ-Ροκ ever. Κοντεύει μεσημέρι κι’ έχω μερικά ψώνια για το μαγαζί να κάνω. Πάω να ντυθώ και με φρίκη βλέπω πως δεν έχω καθαρό πουκάμισο! Ε, το πιο καθαρό απ’ τα βρώμικα θα είναι πάλι, δεν είναι πρώτη φορά. Με τα σλιπάκια, και τις κάλτσες που φοράω σπανίως μέχρι να με πονέσουν τα πόδια μου, το έχω βρει. Δεν τα βγάζω όταν κάνω ντους και πλένονται κάθε μέρα μαζί μου και στεγνώνουν κρεμασμένα στο μπάνιο. Παντελόνια έχω μόνον δυο τζιν και αυτά ως γνωστόν δεν πρέπει να πλένονται αλλά με τα πουκάμισα και τα μπλουζάκια… πρέπει να φροντίζω να τα πηγαίνω στο καθαριστήριο κάπου κάπου γιατί άμα σ’ έχει μάθει έτσι η μάνα σου από μικρό όπως εμένα, δεν θα μάθεις ποτέ να σιδερώνεις πουκάμισα μόνος σου! Έβαλα τ’ άπλυτα σε μια σκουπιδοσακούλα και τα φόρτωσα στην ποδιά της Βέσπας, κάτι που στεναχώρησε αφάνταστα τον Γάτο επειδή χαλβαδιάζει βόλτα με την Βέσπα όρθιος μπροστά με τα μπροστινά του πόδια στο τιμόνι αλλά σήμερα δεν είναι η μέρα του. Κατέβηκα στη πόλη, έδωσα τα ρούχα στον Τάκη και μετά πέρασα απ’ την κάβα για τα ψώνια μου. Τα φόρτωσα στην ποδιά της Βέσπας και τα ξεφόρτωσα στο μαγαζί και τότε, πείνασα! Πήγα στο καφέ της γωνίας, το Μελτέμι, και πήρα δυο ξεγυρισμένα σάντουιτς και ξαναγύρισα πίσω να με σερβίρω το πρώτο Τζακ Ντάνιελ ς της ημέρας για να πάνε κάτω τα σάντουιτς κι έβαλα να παίζει ένα CD της Billie Holiday.

    Το δρομάκι των Αγγέλων ήταν ανηφορικό. Απ' την στιγμή που άφηνες την παραλία, ανηφόριζε. Δεν είχα δει κανέναν να βιάζεται ή να τρέχει στην ανηφοριά τόσα χρόνια. Είχα δει μερικούς να βιάζονται και να τρέχουν στην αντίθετη κατεύθυνση, από Θεοτοκοπούλου προς παραλία αλλά στην ανηφόρα... κανέναν. Χαλαρά οι περιπατητές στην ανηφόρα, αν κατάφερναν να προσπεράσουν χωρίς να μπούνε να χαζέψουν τα κεραμικά του Θοδωρή δίπλα στο Μελτέμι, τους έβγαζαν το μάτι τα κόκκινα χρώματα απ' τα κρεμασμένα χαλιά του Γιαχάρα λίγο πιο πάνω κι αν κατάφερναν να προσπεράσουν τα εκθαμβωτικά νάτουραλ κόλορς, μαντάμ, ολ νάτουραλ που έπαιζε μονίμως η κασέτα στο λαρύγγι του Κωστή, έπεφταν πάνω σε ηχητική πανδαισία, ακουστικό οργασμό αν ήταν κάποιος μέσα σ' εκείνα τα χαμηλά παράθυρα σαν μισοθαμένα στην ανηφορική γη αν τύχαινε κι ήταν ανοιχτά.

    Η πόρτα στο μαγαζί ήταν ανοιχτή, δεν είχε λόγο να είναι κλειστή, όπως και τα παράθυρα για ν' αεριστεί ο χώρος απ' την τσιγαρίλα της

    Enjoying the preview?
    Page 1 of 1