Discover millions of ebooks, audiobooks, and so much more with a free trial

Only $11.99/month after trial. Cancel anytime.

Ο Θάνατος του Σκύλου
Ο Θάνατος του Σκύλου
Ο Θάνατος του Σκύλου
Ebook142 pages1 hour

Ο Θάνατος του Σκύλου

Rating: 0 out of 5 stars

()

Read preview

About this ebook

Δεν θα διαφωνήσω στο ότι αποτελεί έλλειψη σοβαρότητας η έκδοση/κυκλοφορία ενός βιβλίου κάθε μήνα αν κι αυτό έχει συμβεί και σε μεγιστοτεράστιους συγγραφείς, Ζορζ Σιμενόν, Έντγκαρ Ουάλας, έτσι για ν’ αναφέρουμε μερικούς, και φυσικά δεν έχω ούτε την έπαρση ούτε την ξιπασιά να βάλω την μάπα μου δίπλα τους. ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΟΥΤΕ ΚΑΙ ΣΟΒΑΡΟΣ, την πλάκα μου κάνω για να περνάω την ώρα μου στα γεράματα και το διασκεδάζω ονειροπολώντας. Τα βιβλία μου δεν διεκδικούν λογοτεχνικές δάφνες, Βιπεράκια Τ.Κ (του κώλου) είναι που τα γράφω χωρίς επιμέλεια 6-8 ώρες την ημέρα στο πληκτρολόγιο και με την τεχνολογία σήμερα κυκλοφορούν στο διαδίκτυο δωρεάν (ή σχεδόν). Αν δεν υπήρχε το Ιντερνέτ, η θέση τους θα ήταν σε κάποιο συρτάρι ή σε μηνιαία περιοδικά “αστυνομικής παραφιλολογίας (PULP FICTION)” του στυλ ΜΑΣΚΑ, ΜΑΣΚΟΥΛΑ και ΜΥΣΤΗΡΙΟ της δεκαετίας 50-60. Αν κι εκεί πρωτοεμφανίστηκαν μερικοί που αργότερα έγιναν σπουδαίοι αλλά αυτό δεν εκφράζει δική μου προσωπική υστεροφημία. Κι υπάρχει και «συρτάρι» οφείλω να ομολογήσω με ακυκλοφόρητα !!! Από εκεί έβγαλα το τελευταίο που έχει έντονα αυτοβιογραφικά στοιχεία 40 χρόνια μετά το Φαγκότο.
Από το πρώτο βιβλίο που πρωτοεμφανίστηκε ο Γκοντό, ο σκύλος του ήταν εκείνος που έκανε εντύπωση. Εδώ, ο Πότζο ερωτεύεται με τραγική κατάληξη, πάντα ο έρωτας κρύβει κάτι τραγικό, κι ο Γκοντό ξετυλίγοντας το κουβάρι πέφτει επάνω σε πίνακες εξπρεσιονιστών, Ναζί κι Εβραίους (μαζί παν αυτοί), πουτάνες και Ρώσους ολιγάρχες. Δεν χρειάζεται να πας μακριά για να βρεις το έγκλημα που δεν οφείλεται σε ανθρώπινο πάθος. Οι «κακοί» είναι μετρημένοι στα δάχτυλα. Εξουσία (διεφθαρμένοι μπάτσοι, πολιτικοί κτλ.), πλούσιοι κι αμείλικτοι οικονομικοί μεγιστάνες, κι ο κλήρος για το κερασάκι στην τούρτα. Τα υπόλοιπα (εγκλήματα) που οφείλονται σε ανθρώπινα πάθη κι αδυναμίες των κοινών ανθρώπων στην ουσία είναι κοινωνικά μελοδράματα και πεδίο δράσης κι έρευνας του Νουάρ, είτε πρόκειται για φιλμ είτε για μυθιστόρημα. Κι απ’ αυτήν την άποψη, ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΣΚΥΛΟΥ δεν είναι μια ιστορία Νουάρ όπως κι εγώ δεν είμαι συγγραφέας.

LanguageΕλληνικά
Release dateMay 16, 2022
ISBN9781005186920
Ο Θάνατος του Σκύλου
Author

Βαγγέλης Δημητρόγλου

1953 Καισαριανή, Αθήνα, 2ο Δημοτικό Βενιζέλου, Γυμνάσιο (6ταξιο) Καισαριανής, ΑΣΟΕΕ, Τράπεζα, γάμος Μαριάννα, Χανιά-Κρήτη, fagotto και Les Vagabonds, διδυμα Οδυσσέας και Μελίνα το 98, Νοτιοδυτική Γαλλία 2003.Σήμερα, 2020, που τα δίδυμα τελειώνουν το Πανεπιστήμιο και δεν υπάρχουν άλλες υποχρεώσεις, μετ'α από τόσες πολλές μαλακίες που έκανα σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα και αφού ξέφυγα απ' τον διαβήτη... απλ'α περιμένω τους φίλους του, τους πιό θανατερούς για να ξεμπερδεύουμε. Μετά απο χρόνια μελέτης και αυτο-καλλιέργειας - κουλτούρα το λένε - η δική μου είναι σινεμά, βιβλίο και μουσική (στο σινεμά & μουσική πολύ μετριόφρονα, είμαι άπαιχτος), ένα πρωΪ την είδα συγγραφέας, σκατασταμούτραμου. Βιτριολικά βιπεράκια αστυνομικής πλοκής και φαντασίας σε Ιστορικό φόντο για να βγάλω όλη την οργή μου σε εκκλησία-εξουσία-δικαιοσύνη, χωρίς να μ' ενδιαφέρει διόλου η κριτική. Σε λίγο θα πεθάνω άλλωστε, γέρασα. Δεν μ'ενδιέφερε η κριτική όταν ήμουνα μικρός κι έκανα την μια μαλακία πίσω απ' την άλλη, τώρα θα νοιαστώ ; Μ'αρέσει, περνάω και την ώρα μου -χωρίς τσιγάρο και Τζακ Ντάνιελς λόγω διαβήτη, αστα να πάνε - και στην Αγγλική έκδοση πουλιώνται στο ΑΜΑΖΟΝ, για να κονομήσω στα γεράματα ! 1-3 Ευρο τον μήνα εισπράτω. Σε μορφή ΕΒΟΟΚ τα προσφέρω δωρεαν.... σχεδόν. Κριτικές και γαμοσταυρίδια ή εδώ η κατάμουτρα στο dimitroglouvangelis@gmail.com ανευ φόβου και πάθους.***Τα βιβλία μου μπορεί να ταξινομηθούν σε 4 κατηγορίες.1__ Ξεκίνησα με τα Βυζαντινά που αν κι η ιδέα ήταν ορίτζιναλ, η γραφή είναι αστεία και πρωτόλεια. Το δήλωσα άλλωστε, ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ συγγραφέας αλλά ούτε και ψώνιο να το παίζω τάχα μου στα 68. Ήταν πολλά και τα μάζεψα σε δύο τριλογίες.2__ Με το ΦΑΓΓΟΤΟ ξεκίνησε ημι-αυτοβιογραφικό κι εξελίχτηκε σε Νουάρ στο Νησί, (Χανια-Κρήτη) με κάμποσες "περιπέτειες" στο σύνολο.3__Με το "Πορτραίτο" ξεκινάει η 3η περίοδος σε περιβάλλον ΝΔ Γαλλίας που κατοικοεδρεύω και ΜΟΝΟ στ' αγγλικά υπάρχει κι η "Γυναίκα του μηχανικού" που δεν είναι κάτι πολύ διαφορετικό από μια συρραφή του ΦΑΓΓΟΤΟ + ΣΑΡΑΚΑΣ και δεν χρειάζεται κι άλλο Ελληνικό. (3 βιβλία). Απ' το "Πορτραίτο" κι έπειτα, λένε ότι βελτιώθηκα !4__Τα τελευταία (2) που είναι σε αφήγηση σε τρίτο πρόσωπο χωρίς μάγκες ντεντέκτιβ και φάπες είναι μια προσπάθεια να γράψω 'λογοτεχνικό' Νουάρ επειδή μου είπαν ότι το κάθε τελευταίο μου είναι καλύτερο απ' το προηγούμενο αλλά παρόλο που αυτό δείχνει κάποιοα πρόοδο και βελτίωση, εξακολουθώ να φωνάζω ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ.

Read more from Βαγγέλης Δημητρόγλου

Related to Ο Θάνατος του Σκύλου

Related ebooks

Related categories

Reviews for Ο Θάνατος του Σκύλου

Rating: 0 out of 5 stars
0 ratings

0 ratings0 reviews

What did you think?

Tap to rate

Review must be at least 10 words

    Book preview

    Ο Θάνατος του Σκύλου - Βαγγέλης Δημητρόγλου

    Ο Μανόλο Ετσεβερί δεν ήταν αυτό που θα λέγαμε ‘τεμπέλης’. Ήταν αδιάφορος, ζαμανφουτίστας που λέμε, που δεν είχε πιστέψει ποτέ στην αξία της εργασίας. Κι εκείνη την ημέρα κοντά στα 18 που λίγο πριν φύγει απ’ το σπίτι η μάνα του του είπε «Κοίταξε να βρεις μια δουλειά. Κλέφτης θα γίνεις για να ζήσεις», κάτι που όλες οι μανάδες λένε στα παιδιά τους λίγο πριν ενηλικιωθούν, ο Μανόλο το αποφάσισε. Εάν έπρεπε να γίνει κλέφτης για να ζήσει τότε αυτό θα γινότανε. Δεν μπορούσε να φανταστεί τον εαυτό του να δουλεύει.

    Ο Μανόλο Ετσεβερί γεννήθηκε σε κάποιο μικρό χωριό όχι μακριά απ’ το Σαν Σεμπαστιάν στην Ισπανική μεριά της χώρας των Βάσκων στους πρόποδες των Πυρηναίων. Φτωχική οικογένεια αγράμματων εργατών, ο πατέρας του στην οικοδομή κι η μάνα του καθαρίστρια σε σπίτια πλουσίων, δύσκολα τα έφερναν βόλτα αλλά ο Μανόλο το έβγαλε το Λύκειο. Με πολύ καλό βαθμό μάλιστα κι επαναλαμβανόμενα 20άρια στα Γαλλικά και τ’ Αγγλικά. Οι δυο γονείς του απελπίστηκαν διότι ο μικρός ήταν έξυπνος αλλά δεν υπήρχε καμία οικονομική δυνατότητα για να σπουδάσει αλλά ο Μανόλο αποφασιστικά τους τους ανακούφισε απ’ το φορτίο που τους πλάκωνε δηλώνοντας ότι θα έφευγε για να ζήσει μόνος του και να τους απαλλάξει απ’ την έννοια. Ανακούφιση απ’ την μια στενοχώρια απ’ την άλλη, η ανακούφιση κέρδισε το ματς και τότε ήταν που η μάνα του του είπε εκείνη την μεγάλη κουβέντα.

    Ο Μανόλο από τότε που ήταν δέκα χρονών, έκλεβε. Όχι σπουδαία πράγματα δηλαδή, μικροπράγματα για να ικανοποιήσει τις ανάγκες του. μεγαλώνοντας διαπίστωσε ότι οι ανάγκες του ήταν πολύ περιορισμένες σε σχέση με αυτές των συνομήλικων του κι οι κλοπές του έγινα λιγότερο συχνές και μάλλον ‘φτηνιάρες’ για τον λόγο του ότι ποτέ κανείς δεν καταδέχτηκε να τις καταγγείλει κι ούτω κανένας δεν έψαξε να βρει τον δράστη. Οι γονείς του πάντα πίστευαν ότι κάποιο τρόπο είχε για να κερδίζει χρήματα, κάπου θα δούλευε κρυφά γι’ να μπορεί ν’ αγοράζει παπούτσια σχεδόν αμέσως όταν πάλιωναν τα προηγούμενα.

    Ο Μανόλο το είχε καλοσκεφτεί και το είχε κουράσει αρκετά πριν πάρει την μεγάλη απόφαση. Ο γονείς του τον είχαν φέρει σ’ έναν κόσμο βίαιο κι ασταθή όπου το κύριο μέλημα του κάθε ‘τίμιου’ ανθρώπου είναι η εργασία. Σε βαθμό που να πέφτει σε κατάθλιψη ή ακόμα και ν’ αυτοκτονεί όταν την χάσει. Ο Μανόλο δεν είχε πρόβλημα τάξης, πλούσιοι και φτωχοί εργάζονται, διαφορετικά ίσως αλλά ο Μανόλο είχε θέμα με την εργασία σαν αξία άσχετα για το πόσο καλοπληρωμένη ή κακοπληρωμένη ήταν. Λες κι η μοναδική αποστολή του κάθε ανθρώπου μόλις βγαίνει απ’ την κοιλιά της μάνας του είναι να δουλεύει. Υπάρχουν τόσα πολλά όμορφα πράγματα να κάνει κανείς αντί να δουλεύει, δεν είναι απαραίτητο να είσαι τεμπέλης. Κι οι καλλιτέχνες δουλεύουν. Εργάζονται μάλλον, παράγουν έργο. Και σ΄ αυτή ακριβώς την «παραγωγή έργου» ήταν που δεν κόλλαγε ο Μανόλο όταν σκεφτόταν όλους αυτούς τους πάμπλουτους που κονομάνε χωρίς να παράγουν κανένα απολύτως έργο μέσα στα πολυτελή γραφεία τους. Το σπουδαιότερο δικαίωμα του κάθε ανθρώπου απ’ την στιγμή που γεννιέται είναι η ολοκληρωτική ελευθερία του – κι ας λέει η Εκκλησία «ο δούλος του Θεού» -. Δουλειά ίσον δουλεία με άλλον τονισμό διότι κανένας δεν χρησιμοποιεί τον όρο ‘εργασία’ όταν μιλάει γι’ αυτή, μόνον τα συγγράμματα. Να μπεις στην παραγωγή σαν κάποιο απ’ τα γρανάζια της, μικρό ή μεγάλο, και να δουλεύεις για να γυρίζει το σύστημα. Ένα σύστημα που πολλοί εργάζονται καθημερινά για τον επιούσιον και μερικοί κονομάνε χοντρά εδώ κι εκεί χωρίς να κουνήσουν το μικρό τους δαχτυλάκι.

    Ήταν αρκετά έξυπνος για ν ’αντιληφθεί αρκετά νωρίς ότι οι παραπάνω σπουδές μετά το Λύκειο σκοπό έχουν να σε διδάξουν κάποιο επάγγελμα χωρίς καθόλου να νοιάζονται αν θα μείνεις για πάντα ξύλο απελέκητο. Και να μπορούσαν οι γονείς του να τον σπουδάσουν είχε αποφασίσει να μην συνεχίσει και δεν δυσκολεύτηκε καθόλου να τους το ανακοινώσει. Ο Μανόλο δεν είχε καμία καλλιτεχνική δεξιότητα για να μπορέσει να κερδίζει την ζωή του κάνοντας κάτι που θα του αρέσει κι από αθλητική δεξιότητα σε ποδόσφαιρο ή μπάσκετ ήταν άστα να πάνε. Ούτε για να φυλάει τα ρούχα στα παιχνίδια του σχολείου δεν τον έπαιρναν χωρίς να είναι βέβαιο ότι τον είχαν υποψιαστεί ότι θα τα ξάφριζε. Απλώς, ήταν γενικώς αμπλαούμπλας με τα σπορ. Εκεί που δεν τον είχε πάρει πρέφα κανείς ήταν όταν έλειπαν μερικά μικρό-αντικείμενα ή μικροποσά. Με δεδομένο το ταλέντο του στις κλοπές και την ακλόνητη ιδεολογία του περί εργασίας, το μέλλον του διαγράφονταν λαμπρό στις κλοπές. Εάν φυσικά δεν τον άρπαζαν. Διότι ο κλέφτης είναι ένα εντελώς καθωσπρέπει επάγγελμα σαν όλα τ’ άλλα αρκεί να μην σ’ αρπάξουν. Κι ένας επαγγελματίας κλέφτης δεν έχει ποτέ κοινωνικούς ενδοιασμούς διότι εκ των πραγμάτων κλέβει απ’ αυτούς που τα έχουν. Δεν έχει κανένα νόημα να κλέψεις απ’ τους φτωχούς, τζάμπα όλη η προσπάθεια. Και ποντικός να μπει στο ψυγείο τους θα σπάσει το κεφάλι του στα τοιχώματα τρέχοντας γύρω-γύρω έτσι άδειο που είναι. Όχι, κανένα ηθικό κώλυμα δεν αντιμετώπισε ο Μανόλο όταν χρειάστηκε να κλέψει. Αυτοί που έκλεβε, απ’ αυτούς που τα στερούσε, είχαν πολλά. Κι ίσως γι’ αυτό δεν το κατήγγειλαν κι έμεινε πάντα ασύλληπτος. Αλλά εδώ τώρα, στα 18 κι αποφασισμένος να εγκαταλείψει την οικογενειακή στέγη, χρειαζόταν ένα σημαντικό κομπόδεμα γι’ αρχή.

    Η ιδέα του ήρθε όταν άκουσε την μάνα του ένα βράδυ στο τραπέζι να μιλάει για την δουλειά που βρήκε στην βίλλα της κόμησας Μπουργκινιόν. Για τα κοσμήματά της και τους υπέροχους πίνακες ζωγραφικής στο σαλόνι και στους διαδρόμους. Η μάνα του δεν υποψιάστηκε τίποτα εκείνο το βράδυ που με φανερό ενδιαφέρον της ζήτησε πληροφορίες για την αρχιτεκτονική της βίλλας. Ενδιαφέρον κι εφηβική περιέργεια πίστεψε ότι ήταν. Αργότερα, αρκετά αργότερα όταν βούιξε ο κόσμος με την διάρρηξη και την κλοπή, σαν τίμια και πιστή Καθολική θεούσα, τον κατήγγειλε και τον έψαχναν.

    Ο Μανόλο Ετσεβερί, προδομένος και καταζητούμενος αλλά φορτωμένος σαν μουλάρι με τα κλοπιμαία, μια σκοτεινή νύχτα καβάλησε το βουνό και πέρασε στην άλλη μεριά. Το πρώτο πράγμα που έκανε μόλις τα κατάφερε κι εγκαταστάθηκε ήταν να δηλώσει Γάλλος και ν’ αλλάξει τ’ όνομά του.

    1.You don’t know what love is

    Ήταν ημέρα τροφοδοσίας. Ο Γκοντό πάρκαρε το ‘σπίτι’ του κάπου απόμερα στο τεράστιο πάρκινγκ Καρφούρ στην Αιρ κι έδεσε τον Πότζο στον προφυλακτήρα. Αν τον άφηνε μέσα, θα χάλαγε τον κόσμο στο μπινελίκι κι όλοι θα νόμιζαν πως γαύγιζε. Ναι, γαύγιζε, σκύλος ήτανε, αν ήτανε γάτα θα νιαούριζε κι άλογο θα χλιμίντριζε αλλά για όποιον καταλάβαινε, συνήθως έβριζε σαν νταλικέρης ή καλύτερα σαν το ντουέτο Καρνέζης-Ντελάκος σε αγώνα ποδοσφαιρομπάσκετ του Αστέρα ή της Νήαρ Ήστ.

    Ο Γκοντό με το καρότσι του γεμάτο μέχρι τα μπούνια βγήκε στο πάρκινγκ σπρώχνοντάς το και κατευθύνθηκε προς το ημιφορτηγό σπίτι του κι από τα 50μ άκουσε τον Πότζο να γαυγίζει.

    -Τι σκατά στρατσιατέλα νοτζιόλα μου τσαμπουνάς ρε κεφάλα ; Που την είδες;

    Ο Πότζο, για όσους δεν τον ξέρουν και καλά θα κάνουν να τον μάθουν από τα προηγούμενα, έχει μια σειρά γαυγίσματα σε Ιταλική γλώσσα με περιορισμένο λεξιλόγιο. Βρισιές και γλυκά. Τελευταία, ο διάολος ξέρει που τα έμαθε, γαυγίζει και Τούρκικα γλυκά και σορόπια. Άμα μάθει και να βρίζει Τούρκικα, θα τα έχουμε δει όλα.

    Ο Πότζο συνέχισε να γαυγίζει χωρίς να τον κοιτάζει αυτή την φορά. Η μουσούδα του έδειχνε λίγο δεξιά.

    -Τι κιουνεφέ γαλακτομπούρεκο ρε ;; Που το είδες ;

    Γύρισε το βλέμμα του προς το

    Enjoying the preview?
    Page 1 of 1