Discover millions of ebooks, audiobooks, and so much more with a free trial

Only $11.99/month after trial. Cancel anytime.

Το Αίνιγμα του Δολοφόνου: Inspector Germano
Το Αίνιγμα του Δολοφόνου: Inspector Germano
Το Αίνιγμα του Δολοφόνου: Inspector Germano
Ebook142 pages1 hour

Το Αίνιγμα του Δολοφόνου: Inspector Germano

Rating: 0 out of 5 stars

()

Read preview

About this ebook

Δεύτερη έρευνα για τον Αστυνόμο Τζερμάνο

Συγκεχυμένη υπόθεση για τον Αστυνόμο Βίνσεντ Τζερμάνο, ο οπόίος θα αναγκαστεί να ισορροπήσει στο ασταθές λεπτό νήμα που ξεχωρίζει θύμα από θύτη.

LanguageΕλληνικά
PublisherBadPress
Release dateAug 22, 2018
ISBN9781386265344
Το Αίνιγμα του Δολοφόνου: Inspector Germano
Author

Claudio Ruggeri

Claudio Ruggeri, 30岁。出生于Grottaferrata (罗马)。现为从业人员,前裁判员。他遍游各地,在美国呆了很久,2007年回到意大利。写作是一直以来他的最大爱好。

Related to Το Αίνιγμα του Δολοφόνου

Related ebooks

Related categories

Reviews for Το Αίνιγμα του Δολοφόνου

Rating: 0 out of 5 stars
0 ratings

0 ratings0 reviews

What did you think?

Tap to rate

Review must be at least 10 words

    Book preview

    Το Αίνιγμα του Δολοφόνου - Claudio Ruggeri

    Σημείωμα του Συγγραφέα

    Αυτό το βιβλίο είναι έργο φαντασίας.

    Η οποιαδήποτε αντιστοιχία σε πραγματικά γεγονότα και πρόσωπα είναι τυχαία

    Περιεχόμενα

    Ακτή του Αμάλφι, 17 Μάϊου 2012

    18 Μάϊου

    Μιλάνο, Απρίλιος 2010

    Ακτή του Αμάλφι, 18 Μάϊου 2012

    19 Μάϊου

    20 Μάϊου

    21 Μάϊου

    23 Μάϊου

    Ρώμη, νεκροταφείο της Πρίμα Πόρτα, ώρα 23,00

    24 Μάϊου

    25 Μάϊου

    26 Μάϊου

    27 Μάϊου

    28 Μάϊου, Αστυνομικό Τμήμα, ώρα 8,00

    Ακτή του Αμάλφι, 2 Ιουνίου

    Ακτή του Αμάλφι, 17 Μάϊου 2012

    Είχε πλέον βραδιάσει, τα φώτα των φαναριών φώτιζαν τα μακριά και στριφογυριστά σοκάκια, που διασταυρώνονται θαυμάσια σε κάθε μικρό χωριό της κοστιέρα.

    Ο ήλιος, συνηθισμένος να ορμάει πίσω από το βουνό λίγο μετά την ώρα του μεσημεριανού, για να μην ξαναεμφανιστεί μέχρι την επόμενη μέρα, κατάφερνε να χαρίσει στο απόγευμα χρώματα και αποχρώσεις που δύσκολα περιγράφονται, τόσο απίθανα που ήταν.

    Θαυμάζοντας τη θέα, ακουμπισμένος στο κάγκελο του μπαλκονιού του, βρισκόταν ο Αστυνόμος Τζερμάνο, ήταν εδώ και μερικές μέρες σε άδεια κοντά στην Τσετάρα με την οικογένεια του.

    Είχαν αγοράσει, μαζί με τη γυναίκα του την Αριάννα, αυτό το διαμέρισμα λίγους μήνες πριν, όταν περνώντας από ένα από τα τόσα χωριά της περιοχής είδαν την ταμπέλα Πωλείται και τους κίνησε την περιέργεια.

    Το διαμέρισμα βρισκόταν στο δεύτερο και τελευταίο όροφο ενός κτιρίου κτισμένο, μάλλον, λίγο πριν το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο· καθώς χρειαζόταν ανακαίνιση είχαν καταφέρει να το πάρουν σε καλή τιμή και ο Τζερμάνο, χωρίς να το ομολογήσει σε κανέναν, ήδη φανταζόταν πόσο όμορφα θα ήταν να ζήσουν εκεί, όταν θα είχε σταματήσει να δουλεύει ως αστυνομικός. 

    Για την ώρα έπρεπε να συμβιβαστεί με κάποια σαββατοκύριακα, πάντα όμως ξεχωριστά, αυτά τα σαββατοκύριακα με vista mare, θέα τη θάλασσα, όπως του άρεσε να τα αποκαλεί.

    Αντιλαμβανόμενος τους ήχους που έφταναν από το στομάχι του θυμήθηκε τα πακέρι, που  ετοιμασμένα με φρέσκο ψάρι επιλεγμένα από τον ίδιο το πρωί, διακινδύνευαν να καούν.

    Τέλειωσε να στρώνει το τραπέζι με τη βοήθεια του γιού του, τoυ Λούκα, όταν άκουσε την πόρτα να κλείνει.

    «Γύρισα!»

    «Στην ώρα σου, Αριάννα, τα πακέρι θα είναι έτοιμα ανά πάσα στιγμή. Βρήκες αυτό που έψαχνες;»

    «Στ’ αλήθεια όχι, το μαγιό που είχα δει χθες δεν υπάρχει πια, αλλά αντ’ αυτού βρήκα ένα πιο όμορφο...»

    «Για δείξε μου...»

    «Ορίστε...»

    Η Αριάννα το έβγαλε από την πλαστική σακούλα και το ακούμπησε πάνω της, για να δείξει στον άντρα της πώς θα ήταν αν ήδη το φορούσε. Του ήρθε να γελάσει αλλά, για να μην χαλάσει τον ενθουσιασμό της γυναίκας του, έδειξε ευχαριστημένος.

    Μόλις είχαν καθίσει όλοι στο τραπέζι, με εξαίρεση τα δίδυμα που κοιμόντουσαν βαθιά στο δωμάτιο των γονιών, όταν άκουσαν να χτυπάει ένα τηλέφωνο. Αδύνατον να είναι εκείνο που Αστυνόμου, που δεν το άνοιγε ποτέ όταν ήταν σε άδεια. Ο ήχος μπορούσε να προερχόταν μόνο από την τσάντα της γυναίκας του, ακουμπισμένο -ποιος ξέρει πού- στο σαλόνι.

    «Μάλλον είναι η ξαδέλφη μου, είχε πει πως θα τηλεφωνούσε...»

    «Κάνε γρήγορα όμως, θα κρυώσουν τα πακέρι...»

    «Ένα λεπτό θα κάνω!  Ναι... εμπρός;»

    Μετά από κάποια δευτερόλεπτα ο Τζερμάνο ξεκίνησε να τρώει, μην ακούγοντας πια τη φωνή της γυναίκας του φαντάστηκε πως η συζήτηση είχε ήδη τελειώσει. Η Αριάννα όμως, μετά από κάποια λεπτά επέστρεψε στην κουζίνα, με το τηλέφωνο στο χέρι και τα μάτια γουρλωμένα.

    «Για σένα είναι, Βίνσεντ».

    Ο Αστυνόμος, λίγο ξαφνιασμένος, έφερε το ακουστικό στο αυτί του.

    «Τζερμάνο εδώ...»

    «Γεια σου, Βίνσεντ, η Τζιάννα είμαι.»

    «Έλα Τζιάννα, πόσος καιρός... μα πώς...;»

    «Ναι, με συγχωρείς, έχω τον αριθμό της Αριάννας από καιρό... έχει συμβεί κάτι τρομερό.»

    «Τι τρομερό;»

    «Ο Μπαμπάς πέθανε πριν δύο ώρες...»

    «Όχι... μα το Θεό...»

    «Τον βρήκα εκεί στα αμπέλια... ανακοπή καρδιάς ή κάτι τέτοιο.»

    «Και εγώ είμαι σε άδεια εκτός Ρώμης... τι τρομερό...»

    «Δεν ήρθε το μεσημέρι στο σπίτι και έτσι γύρω στις τέσσερις το απόγευμα πήγαμε να τον ψάξουμε, εγώ πήγα στα αμπέλια και τον βρήκα εκεί...»

    «Κατάλαβα, εσύ όμως προσπάθησε να ησυχάσεις, το ξέρω πως είναι δύσκολο...»

    «Έχω ήδη μιλήσει με τον συνάδελφο σου στο τμήμα, Ντε Τζίρι... Ντε Τζιάρι...»

    «Ντι Τζιρόλαμο»

    «Ναι, έτσι ήταν το όνομα, ήρθε και το ασθενοφόρο αλλά μπορούσαν μόνο να βεβαιώσουν το θάνατο. Πόσο άσχημο να τον δεις έτσι καταγής, Βίνσεντ.»

    «Τι άσχημη έκπληξη, μόλις γυρίσουμε θα περάσω από κει».

    «Σε περιμένω, τώρα σ’ αφήνω, σε ενόχλησα ήδη αρκετά».

    «Μα τι ενόχληση... συλλυπητήρια... τα λέμε σύντομα».

    «Τα λέμε, Βίνσεντ.»

    Όταν έκλεισε το τηλέφωνο ο Αστυνόμος βρήκε το βλέμμα της γυναίκας του καρφωμένο πάνω του, να τον μελετάει. Ο Τζερμάνο αποφάσισε να την καθησυχάσει.

    «Τι τραγωδία!»

    «Τι τραγωδία, Βίνσεντ;»

    «Πώς; Δεν είπατε τίποτα στο τηλέφωνο;»

    «Είπε πως ήθελε να σου μιλήσει, πως είχε συμβεί κάτι άσχημο, έτσι εγώ δεν...»

    «Πέθανε ο πατέρας της, τον βρήκε η ίδια στον αμπελόκηπο, ανακοπή καρδιάς».

    «Να πάρει... πότε θα κάνουν την κηδεία;»

    «Ξέχασα να τη ρωτήσω... αλλά είπε πως πήρε τηλέφωνο και στο Τμήμα, πρέπει να μίλησε με τον Ντι Τζιρόλαμο, ίσως να τον ρωτήσω... ή μάλλον, τον παίρνω αμέσως».

    Τα πακέρι έμειναν μισοτελειωμένα στα πιάτα και των δύο, αν και ο Τζερμάνο δεν έδινε πια και πολλή σημασία. Πήγε στο σαλόνι και από το σταθερό, που είχε εγκατασταθεί πριν λίγες μέρες, τηλεφώνησε στο γραφείο.

    «Αστυνομικό Τμήμα...»

    «Ο Τζερμάνο είμαι».

    «Γεια σας, Αστυνόμε, είμαι ο Βεντίττι».

    «Έλα Μάρκο, όλα καλά; Μπορώ να μιλήσω στον Ντι Τζιρόλαμο;»

    «Σας τον δίνω αμέσως, σας χαιρετώ.»

    «Γεια».

    Ο Επιθεωρητής απάντησε σχεδόν αμέσως.

    «Ντι Τζιρόλαμο».

    «Ο Τζερμάνο είμαι».

    «Χαίρετε, όλα καλά Αστυνόμε;»

    «Με μένα ναι, μόνο που με πήρε τηλέφωνο πριν λίγο η Τζιάννα Βεντούρη, έμαθα πως πέθανε ο Φράνκο, ο πατέρας, μόνο που ξέχασα να τη ρωτήσω πότε είναι η κηδεία. Μου είπε πως μίλησε μαζί σου, έτσι σκέφτηκα να...».

    «Καλά κάνατε, μόνο που δεν ξέρουμε ούτε εμείς πότε θα το κάνουν, θα προσπαθήσω να μάθω και θα σας ενημερώσω».

    «Σ’ ευχαριστώ»

    «Τίποτα, μιλάμε».

    «Έμαθες τίποτα;»

    «Όχι Αριάννα, δυστυχώς δεν ξέρουν τίποτα ούτε στο γραφείο, θα μάθουν και θα μας ενημερώσουν.»

    «Τι άσχημο πράγμα... εννοώ, να βρει κανείς τον πατέρα του νεκρό».

    «Πρέπει να ήταν μεγάλο σοκ... λέω να τηλεφωνήσω στον Άντζελο και να του πω να πάει από κει, ίσως να χρειάζεται κάτι...»

    «Βίνσεντ, περίμενε τουλάχιστον να γίνει η κηδεία, ίσως να έχει ανάγκη από άλλα πράγματα τώρα από το να έχει αστυνομικούς στο σπίτι».

    «Ίσως να έχεις δίκιο, αλλά...» Δεν πρόλαβε να τελειώσει τη φράση, το τηλέφωνο ήδη χτυπούσε ξανά.

    «Εμπρός.»

    «Είμαι ο Ντι Τζιρόλαμο, Αστυνόμε.»

    «Πες μου.»

    «Η κηδεία θα γίνει μεθαύριο, στις δέκα, σε εκείνη την εκκλησία δύο βήματα από το Τμήμα.»

    «Καλώς, έχω και κάτι άλλο να ρωτήσω...»

    «Πείτε μου».

    «Πως μάθατε πως ήταν νεκρός ο Φράνκο Βεντούρη; Αυτοί που ήρθαν με το ασθενοφόρο βρήκαν ίσως κάτι ασυνήθιστο και σας τηλεφώνησαν;»

    «Στ’ αλήθεια, Αστυνόμε... η φίλη σας πήρε κατευθείαν εμάς τηλέφωνο,

    Enjoying the preview?
    Page 1 of 1