Discover millions of ebooks, audiobooks, and so much more with a free trial

Only $11.99/month after trial. Cancel anytime.

Το Δάκρυ Του Ουρανού Τα Χρονικά Της Έρεμορ Βιβλίο Δεύτερο
Το Δάκρυ Του Ουρανού Τα Χρονικά Της Έρεμορ Βιβλίο Δεύτερο
Το Δάκρυ Του Ουρανού Τα Χρονικά Της Έρεμορ Βιβλίο Δεύτερο
Ebook461 pages5 hours

Το Δάκρυ Του Ουρανού Τα Χρονικά Της Έρεμορ Βιβλίο Δεύτερο

Rating: 0 out of 5 stars

()

Read preview

About this ebook

Η Αυτοκρατορία ξεκινά τον ανοιχτό πόλεμο και όλα τα έθνη της Έρεμορ βρίσκονται σε κίνδυνο. Ο Γουίλλιαμ και οι σύντροφοί του βρίσκονται στο κέντρο των γεγονότων και επιφορτίζονται με μια ζωτική όσο και επικίνδυνη αποστολή.

LanguageΕλληνικά
PublisherMichail Fanos
Release dateMay 12, 2021
ISBN9781005420659
Το Δάκρυ Του Ουρανού Τα Χρονικά Της Έρεμορ Βιβλίο Δεύτερο
Author

Michail Fanos

Ονομάζομαι Μιχαήλ Φανός, εργάζομαι στο χώρο των οικονομικών αλλά η μεγάλη μου αγάπη είναι το γράψιμο και ειδικά το φανταστικό. Γράφω πολλά χρόνια τώρα και δεν σκοπεύω να σταματήσω τώρα σύντομα! Αλλά ήρθε η ώρα να μοιραστώ με όλους εσάς εκεί έξω τα μαγικά ταξίδια που το γράψιμο προσφέρει.

Read more from Michail Fanos

Related to Το Δάκρυ Του Ουρανού Τα Χρονικά Της Έρεμορ Βιβλίο Δεύτερο

Related ebooks

Reviews for Το Δάκρυ Του Ουρανού Τα Χρονικά Της Έρεμορ Βιβλίο Δεύτερο

Rating: 0 out of 5 stars
0 ratings

0 ratings0 reviews

What did you think?

Tap to rate

Review must be at least 10 words

    Book preview

    Το Δάκρυ Του Ουρανού Τα Χρονικά Της Έρεμορ Βιβλίο Δεύτερο - Michail Fanos

    Κεφάλαιο Πρώτο

    Ο Απεσταλμένος

    Ήταν εξαιρετικά όμορφη και πολλοί νεαροί Ιδάλγος την είχαν ερωτευθεί με το που την είχαν αντικρίσει. Όμως ο πατέρας της, ο αείμνηστος Φερδινάνδος ο Β΄ της Λεώνης είχε ανέκαθεν την πεποίθηση πως θα' πρεπε να παντρευθεί έναν γόνο βασιλικής οικογένειας. Ο αδερφός της – επίσης Φερδινάνδος και τώρα Φερδινάνδος ο Γ΄ – που είχε ανέβει στο θρόνο πριν από πέντε χρόνια δεν ήταν απόλυτος στο θέμα του γάμου της μα όταν παρουσιάστηκε η ευκαιρία να σταθεροποιήσει μια συμμαχία με την Αραγκόν δεν δίστασε να προτείνει ένα βασιλικό γάμο με τον οίκο της Βάλλιαντ.

    Έτσι τώρα ταξίδευε για την Αραγκόν όπου θα γινόταν σύζυγος του πρίγκιπα Μαρκ.

    Ήξερε να ιππεύει μα δεν πολυσυμπαθούσε αυτόν τον τρόπο ταξιδιού που απαγορευόταν εξάλλου απ’ το πρωτόκολλο. Ταξίδευε καθισμένη αναπαυτικά σε μια άμαξα. Το μόνο άλλο άτομο μέσα στην άμαξα ήταν η ακόλουθός της που τώρα κρατούσε έναν καθρέπτη για να επιθεωρήσει τον εαυτό της.

    Το πρόσωπό της είχε όλη τη φρεσκάδα των δεκαεπτά ετών, το δέρμα της ήταν λείο και αψεγάδιαστο και τα χαρακτηριστικά της αρμονικά. Είχε μαύρα μάτια που δέσποζαν στο πρόσωπό της, απαλά ζυγωματικά και καλοσχηματισμένη μύτη. Τα χείλη της ήταν κόκκινα σαν το όψιμο κεράσι και ελαφρώς σαρκώδη.

    Το πρόσωπό της πλαισίωνε ο καταρράκτης των μαύρων μαλλιών της που σήμερα είχε χτενίσει να πέφτουν ίσα πίσω στην πλάτη της.

    Έκανε ένα νόημα στην ακόλουθό της να πάρει τον καθρέπτη και επιθεώρησε με το βλέμμα της την υπόλοιπη εμφάνισή της. Είχε καλλίγραμμο σώμα και το ήξερε, χωρίς να είναι παχιά ήταν γεμάτη. Βέβαια με το φόρεμα που φορούσε αυτό δεν ήταν αντιληπτό, ήταν ένα λευκό φόρεμα με πλούσια κεντητά στολίδια κλειστό ως το λαιμό, αλλά μια γυναίκα που ήθελε να προκαλέσει τον αντρικό πόθο μπορούσε να το κάνει ακόμα και στην αυστηρή αυλή του βασιλιά της Λεώνης. Εκείνη όμως, η πριγκίπισσα Λετίσια, το άνθος της Λεώνης, δεν ήθελε κάτι τέτοιο. Ήταν εξαιρετικά συνεσταλμένη και δεν ένιωθε άνετα παρ’ ότι γνώριζε το πόσο όμορφη ήταν γιατί ήξερε τις σκέψεις που η θηλυκή ομορφιά γεννούσε στα μυαλά πολλών αντρών.

    Ικανοποιημένη πως η εμφάνισή της ήταν όπως έπρεπε, είχε πλήρη συναίσθηση ότι εκπροσωπούσε τώρα την πατρίδα της, κοίταξε και πάλι έξω. Στο βάθος φαίνονταν δυο μεγάλα οχυρά με τείχος να τα συνδέει. Ήξερε ότι ήταν Αραγκόνια και λίγο πιο μπροστά άρχιζαν τα εδάφη της πατρίδας του μελλοντικού συζύγου της.

    -Σε λίγο θα μπούμε στην Αραγκόν, είπε η ακόλουθός της κάνοντας τη να την κοιτάξει.

    Η Σαρλότ Ραμίρεζ ήταν της ίδιας ηλικίας μ’ εκείνη και την είχε στην ακολουθία της απ’ όταν ήταν μικρό κοριτσάκι. Έμοιαζαν εμφανισιακά. Η Σαρλότ είχε επίσης μαύρα μάτια και μαύρα μαλλιά, ενώ το πρόσωπό της ήταν ελκυστικό. Όσο όμως έμοιαζαν εμφανισιακά τόσο διέφεραν στο χαρακτήρα. Η συστολή δεν ήταν αρετή που ενστερνιζόταν η Σαρλότ. -Ελπίζω να μην έχουμε πολύ μεγάλο ταξίδι, είπε η Λετίσια.

    -Ο Ροντρίγκο λέει πως απ’ τα σύνορα ως τη Βάλλιαντ είναι πενθήμερο ταξίδι, απάντησε η Σαρλότ.

    Η πριγκίπισσα κατάλαβε πως η ακόλουθός της αναφερόταν στον δον Ροντρίγκο Βιβάρ Ντε Χάρο που ήταν επικεφαλής της συνοδείας της όντας ο μόνος διπλωμάτης της Λεώνης που είχε επισκεφθεί στο παρελθόν την Αραγκόν.

    -Πέντε μέρες!

    -Τόσο λέει ο Ροντρίγκο.

    Η πριγκίπισσα αναρωτήθηκε αν η Σαρλότ χρησιμοποίησε το μικρό όνομα του δον Ροντρίγκο για συντομία ή από οικειότητα. Δεν ήταν μυστικό πως η Σαρλότ είχε κοιμηθεί με πολλούς απ’ του ευγενείς της βασιλικής ακολουθίας.

    -Πέντε μέρες ακόμα.

    Η άμαξα σταμάτησε. Η Λετίσια κοίταξε έξω. Η ακολουθία της είχε σταματήσει καθώς είχε συναντήσει μια ομάδα εφίππων. Ο επικεφαλής τους αντάλλασσε χαιρετισμούς με τον δον Ροντρίγκο και φαινόταν πως γνωρίζονταν από παλιά. Μετά ο Αραγκόνιος έδωσε μια εντολή και οι ιππείς ήρθαν και πήραν θέση στα πλευρά της συνοδείας.

    Πριν φύγει απ’ τη Λεώνη η Λετίσια είχε φροντίσει να μάθει πολλά για την Αραγκόν. Δεν δυσκολεύθηκε να καταλάβει πως οι ιππείς ήταν οι περίφημοι Ιππότες του Όρκου των Μελντόρα.

    -Λες να' ναι ανάμεσά τους και ο σύζυγός μου; ρώτησε της Σαρλότ.

    -Δεν νομίζω, είπε η Σαρλότ. Αν ήταν εδώ θα ερχόταν να σε δει.

    -Ίσως να μην τον νοιάζει, είπε η Λετίσια. Ίσως τον νοιάζει μόνο η συμμαχία όπως και τον αδερφό μου.

    -Ίσως, είπε η Σαρλότ. Αλλά τότε θα είναι ανόητος γιατί δεν υπάρχουν πολλές πιο όμορφες από' σένα.

    -Δεν θέλω να με επιθυμήσει γιατί είμαι όμορφη, θέλω να μ’ αγαπήσει.

    Η Σαρλότ κοίταξε έξω.

    -Θα σ’ άρεσε να' ναι αυτός ο πρίγκιπάς σου; ρώτησε δείχνοντας ένα Ιππότη που κάλπαζε κοντά στην άμαξα. Ήταν μεγαλόσωμος με ξανθά μαλλιά και οπλισμένος μ’ ένα ραβδί. Ήταν ο πιο ψηλός ανάμεσα στους Ιππότες που τους συνόδευαν.

    -Όχι, είπε η Λετίσια.

    -Φαντάζομαι ότι θα' ναι υπέροχα μαζί του, είπε η Σαρλότ κάνοντας τη Λετίσια να κοκκινίσει.

    -Θα προτιμούσα να είναι εκείνος, είπε η Λετίσια.

    -Αυτός είναι πολύ σοβαρός, φαντάζομαι πως θα' ναι αυστηρός. Δεν θα ήθελες τέτοιο σύζυγο.

    Ο Γουίλλιαμ του Νέρακ θα γελούσε αν άκουγε τη Σαρλότ να τον περιγράφει ως αυστηρό αν και σπανίως γελούσε τον τελευταίο καιρό.

    Είχε περάσει ένα μήνας από την ημέρα που είχε ταφεί η Πενθεσίλα στην Ελέντια του Νέρακ. Σ’ αυτό το διάστημα ο πόνος είχε χάσει της αρχική του οξύτητα και ένταση αλλά παρέμενε παρών κάθε στιγμή και ώρα. Για να ξεφύγει απ’ τον πόνο ο Γουίλλιαμ είχε πάρει την άδεια του Λιουέλλιν και όταν δεν ήταν απασχολημένος με τα μαθήματά του συμμετείχε στα καθήκοντα των Ιπποτών. Μετείχε έτσι σε περιπολίες, στη φρουρά του Κάστρου και σε άλλα καθήκοντα. Τέτοιο καθήκον ήταν και η συνοδεία της Λετίσια απ’ τα σύνορα στη Βάλλιαντ.

    Καθώς όμως επρόκειτο για τη γυναίκα που θα γινόταν σύζυγος του Μαρκ είχαν έρθει μαζί και οι υπόλοιποι της παρέας. Θα τη συνόδευαν στη Βάλλιαντ και θα παρίστατο στο γάμο.

    Όταν ο Μάικ επέστρεψε στην Αραγκόν με την πρόταση ενός γάμου ο Ερρίκος δέχθηκε έχοντας κατά νου του τον Άιαν. Η εκστρατεία που μεσολάβησε στη Θουλή ανέτρεψε τα σχέδια του Αραγκόνιου βασιλιά. Ο Άιαν επέστρεψε στη Θουλή για να παντρευθεί την Ουρλίκε μαζί με δυο Ιππότες – ένας εκ των οποίων ήταν ο Άιζακ του Λεμ που θα παντρευόταν την Αλύσσα Βόργκελ – για συνοδεία. Έτσι ο Ερρίκος στράφηκε στον επόμενο διαθέσιμο πρίγκιπα που ήταν ο Μαρκ.

    Ο τόπος που θα γινόταν ο γάμος ήταν ένα θέμα που αποτελούσε αντικείμενο εντόνων διαπραγματεύσεων. Η λύση τελικά ήταν μια συμβιβαστική λύση. Θα τελούνταν μια τελετή στη Βάλλιαντ με την οποία ο Μαρκ θα νυμφευόταν τη Λετίσια και μετά μια δεύτερη στη Ανέιντο. Μόνο μετά τη δεύτερη ο Μαρκ θα ονομαζόταν και πρίγκιπας της Λεώνης. Μετά την τελετή θα παρέμεναν στη Λεώνη για κάποιο διάστημα και θα επέστρεφαν κατόπιν στην Αραγκόν.

    Ο Μαρκ είχε καλέσει τους φίλους του και συγκατοίκους να παραστούν στο γάμο και να είναι η ακολουθία του στην τελετή. Θα τον συνόδευαν ως τα σύνορα μετά και θα επέστρεφαν στο Κάστρο. Ο νεαρός πρίγκιπας ήξερε ότι δεν μπορούσαν να τον συνοδεύσουν στη Λεώνη μιας και θα' πρεπε να επιστρέψουν στις σπουδές τους.

    Το ταξίδι ως τη Βάλλιαντ δεν είχε απρόοπτα και το πρωινό της έκτης μέρας του Οκτωβρίου η Λετίσια είδε για πρώτη φορά τα τείχη της Αραγκόνιας πρωτεύουσας. Ο Μαρκ την περίμενε έξω απ’ την πόλη σ’ ένα σημείο κοντά στις πύλες της.

    Η άμαξα σταμάτησε και η Λετίσια κατέβηκε απ’ αυτή. Φορούσε σήμερα ένα γαλάζιο φόρεμα κεντημένο με διαμάντια. Η άμαξα είχε βγει απ’ το δρόμο και είχε σταματήσει σε ένα καταπράσινο λιβάδι έτσι τώρα η νεαρή πριγκίπισσα προχωρούσε πάνω στο γρασίδι προς τον μελλοντικό της σύζυγο που περίμενε σε μια σκηνή με ανασηκωμένα τα πλαϊνά περιτριγυρισμένος από αυλικούς και Ιππότες.

    Πλησιάζοντας στη σκηνή είχε την ευκαιρία να μελετήσει τον Μαρκ που την περίμενε ήρεμος, ντυμένος με τη επίσημη στολή του σαν Ιππότης, με το έμβλημα της Αραγκόν κεντημένο στο στήθος. Ο Μαρκ τη μελετούσε επίσης.

    -Είσαι πραγματικά το άνθος της Λεώνης, είπε όταν έφτασε κοντά του.

    -Μην σκέφτεσαι τόσο επαινετικά για' μένα, του απάντησε, για να μην απογοητευθείς μετά.

    Ο Μαρκ πήρε το χέρι της και το φίλησε. Ύστερα την οδήγησε σ’ ένα μόνιππο που περίμενε. Ανέβηκαν και κάθισαν στην άνετη θέση. Ο ακόλουθος που καθόταν στη μικρή θέση μπροστά τράβηξε τα χαλινάρια και το άλογο ξεκίνησε.

    Πλαισιωμένοι από Ιππότες, μεταξύ των οποίων και οι φίλοι του Μαρκ, μπήκαν στην πόλη όπου ένα μεγάλο πλήθος περίμενε να τους επευφημήσει και να τους ράνει με ροδοπέταλα. Αυτή η αγάπη του λαού ξάφνιασε την Λετίσια που δεν είχε ξαναδεί κάτι τέτοιο. Η βασιλική οικογένεια ήταν αγαπητή στη Λεώνη μα το αυστηρό πρωτόκολλο δεν επέτρεπε τέτοιες εκδηλώσεις.

    Το πλήθος επευφημούσε τους μελλόνυμφους απ’ την είσοδό τους στην πόλη ως τη στιγμή που μπήκαν στο παλάτι.

    Ο Θεοφύλακτος Βοτανειάτης έκανε μια υπόκλιση μπροστά στο βασιλιά και αφού ο Ερρίκος του έδωσε την άδεια εξέθεσε το αίτημά του. Διηγήθηκε με γλαφυρότητα την κατάσταση που ο αυτοκράτορας Αλέξανδρος ο Δ΄ της Νεμούρια αντιμετώπιζε και κατέληξε στην έκκληση για βοήθεια.

    Ο Ερρίκος τον άκουσε με προσοχή. Όταν ο Νεμούριος τελείωσε με την προφορική έκθεση του προβλήματος παρέδωσε στον βασιλιά μια επιστολή απ’ τον κύριό του. Ο Αλέξανδρος την είχε γράψει μετά τη νίκη σε μια μάχη της οποίας την αρχή είχε παρακολουθήσει ο Βοτανειάτης και την είχε στείλει με γρήγορο αγγελιοφόρο στη Κρόια. Υπήρχε μια ακόμη επιστολή για τον Λιουέλλιν.

    Αφού παρέλαβε την επιστολή ο Ερρίκος έκανε μερικές ερωτήσεις στον Νεμούριο απεσταλμένο. Ύστερα του είπε πως θα του έδινε την απάντησή του το επόμενο πρωί και τον κάλεσε να παραστεί στο γάμο του γιου του αυτό το βράδυ.

    -Πως νιώθεις;

    Ο Μαρκ κοίταζε τον Άιαν που είχε κάνει την ερώτηση.

    -Δεν ξέρω απάντησε. Ποτέ δεν το είχα σκεφθεί και τώρα είναι κάπως ξαφνικό. Αν πρέπει ν’ απαντήσω θα έλεγα ότι νιώθω περίεργα.

    Ήταν καθισμένοι γύρω από ένα τραπέζι στο οποίο είχαν τοποθετηθεί γλυκίσματα και κρασί. Ήταν στο μέσο μιας μακρόστενης αίθουσας με αψιδωτά παράθυρα και ταπετσαρίες διακοσμημένες με σχέδια που εξιστορούσαν την στέψη του βασιλιά Ερρίκου πάνω από έναν αιώνα πριν, η ίδια αίθουσα των προσωπικών διαμερισμάτων του Μαρκ που είχαν γευματίσει και κατά την προηγούμενη παραμονή τους εδώ.

    -Είναι μεγάλη αλλαγή, είπε ο Μαξιμίλιαν.

    -Φαντάζομαι πως ναι, είπε ο νεαρός πρίγκιπας. Λοιπόν ας ετοιμαστούμε τώρα για το γάμο μου.

    Ο Μεγάλος Δάσκαλος Λιουέλλιν δέχθηκε τον Νεμούριο σε μια μικρή αίθουσα που ο Ερρίκος του είχε παραχωρήσει για το σκοπό αυτό. Ο ηγέτης των Ιπποτών άκουσε με προσοχή τον Βοτανειάτη. Παρέλαβε την προς αυτόν επιστολή και είπε στον Νεμούριο πως θα λάμβανε και τη δική του απάντηση μαζί με του βασιλιά.

    Ντυμένος με την επίσημη στολή του ο Μαρκ ξεκίνησε να πάει έφιππος απ’ το παλάτι στον καθεδρικό ναό με τη συνοδεία των φίλων του και των άλλων Ιπποτών. Ήταν μια πομπή επιβλητική και το πλήθος επευφημούσε τόσο τον πρίγκιπα όσο και τους υπόλοιπους πολεμιστές της χώρας. Φτάνοντας στο ναό αφίππευσαν και μπήκαν με σεβασμό.

    Ο καθεδρικός ναός της Βάλλιαντ ήταν πάνω από εννέα αιώνων, είχε χτιστεί κατά την βασιλεία του Μαρκ του Β’ του Ευσεβούς και είχε γίνει ένα αληθινό έργο τέχνης. Μάρμαρο και ακριβό ξύλο είχαν χρησιμοποιηθεί για το κτίσιμο και την επένδυση των τοίχων στα σημεία που δεν είχαν κοσμηθεί με αριστουργηματικές τοιχογραφίες. Ο θόλος υψωνόταν στα δεκαέξι μέτρα και ήταν επενδυμένος με ξύλο εσωτερικά και με κόκκινο κεραμίδι εξωτερικά.

    Ο καθεδρικός ήταν αρκετά μεγάλος ναός, ήταν ωστόσο γεμάτος. Δεξιά καθόταν ο Ερρίκος μαζί με τη βασίλισσα Οφήλια και γύρω του βρισκόταν η βασιλική οικογένεια και οι Αραγκόνιοι ευγενείς. Αριστερά βρισκόταν η συνοδεία της Λετίσια από τη Λεώνη. Σ’ αυτήν την πλευρά αυτή βρίσκονταν και κάποιοι τυχεροί απ’ το λαό που είχαν καταφέρει να βρουν εκεί θέσεις μιας και η συνοδεία της πριγκίπισσας δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλη.

    Ο Μαρκ στάθηκε στο κέντρο του ναού κάτω απ’ τον εντυπωσιακό θόλο στο σημείο όπου στο δάπεδο είχε φτιαχτεί με ψηφιδωτό ο θυρεός του Οίκου της Βάλλιαντ. Οι φίλοι του πήγαν και στάθηκαν στη δεξιά πλευρά μαζί με τους υπόλοιπους Ιππότες που παρίσταντο στην τελετή.

    Η Λετίσια μπήκε στον ναό συνοδευόμενη απ’ τον δον Ροντρίγκο. Μιας και ο πατέρας της είχε πεθάνει και ο αδερφός της δεν μπορούσε να παρίσταται στο γάμο ο δον Ροντρίγκο είχε αναλάβει αυτό το καθήκον. Συνόδευσε τη Λετίσια και την παρέδωσε στον Μαρκ. Μετά πήρε θέση ανάμεσα στους συμπατριώτες του.

    Ο Γουίλλιαμ πρόσεξε πως παρευρίσκονταν στο γάμο ολόκληρη η βασιλική οικογένεια, ακόμα και η Έρρικα είχε έρθει απ’ τη Μέρκια ειδικά για την περίσταση. Παρακολουθούσε το γάμο με μια ανεξιχνίαστη έκφραση. Ίσως θυμόταν το δικό της γάμο στον ίδιο ναό πριν δυο χρόνια και κάτι.

    Παρατήρησε ακόμα και τον Λιουέλλιν, ο Μεγάλος Δάσκαλος έδειχνε πολύ σκεπτικός. Φαινόταν πως ο ηγέτης τους είχε κάποιος σοβαρό και δύσκολο πρόβλημα ν’ αντιμετωπίσει. Σχεδόν αντίκρυ του ο Νεμούριος ήταν το ίδιο προβληματισμένος. Ο Γουίλλιαμ αναρωτήθηκε αν ήταν το ίδιο θέμα που τους απασχολούσε.

    Συνέχιζε να παρατηρεί γύρω του. Ήταν ένας τρόπος να αποσπά τις σκέψεις του απ’ αυτό που τον πονούσε. Αν η Πενθεσίλα δεν είχε σκοτωθεί στη Θουλή θα είχε τώρα βαδίσει και ο ίδιος το δρόμο που βάδιζε ο Μαρκ απόψε. Θα είχε παντρευτεί την αγαπημένη του. Τώρα αυτός ο δρόμος είχε αποκλεισθεί απ’ τη ζωή του.

    Χαμένος στις σκέψεις και τις παρατηρήσεις του αιφνιδιάστηκε απ’ το τέλος της τελετής. Ευχήθηκε στους νεόνυμφους κάθε ευτυχία και μετά τους συνόδεψε μαζί με τους υπολοίπους Ιππότες στο παλάτι.

    Το δείπνο για τον εορτασμό του γάμου του Μαρκ με τη Λετίσια έγινε στην ίδια αίθουσα που είχε εορτασθεί και ο γάμος της αδερφής του όπως και η νίκη των Ιπποτών στη Θουλή. Ήταν και απόψε γεμάτη και στα τέσσερα επίπεδα στα οποία ήταν χωρισμένη. Στο ανώτερο από αυτά τα επίπεδα της αίθουσας καθόταν η βασιλική οικογένεια με τους νεόνυμφους. Στο δεύτερο επίπεδο δειπνούσαν οι Ιππότες και οι συνοδοί της Λετίσια απ’ τη Λεώνη. Στο τρίτο είχαν καθίσει για το δείπνο σημαίνοντες ευγενείς της Αραγκόν και στο τέταρτο ου υπόλοιποι ευγενείς.

    Ήταν ένα χαρούμενο δείπνο με πλούσια εδέσματα και άφθονο κρασί. Ο Γουίλλιαμ ωστόσο ξεγλίστρησε μετά απ’ τις προπόσεις στην υγειά των νεονύμφων.

    Ο Ερρίκος κάθισε σε μια πολυθρόνα. Είχε βγάλει τα επίσημα ενδύματα που φορούσε στο γάμο του γιου του και είχε ντυθεί με απλά ρούχα που θα μπορούσε κανείς να τον περάσει για έναν συνηθισμένο ευγενή. Βρισκόταν σε ένα μικρό αναγνωστήριο στα προσωπικά του διαμερίσματα. Στο πάτωμα ήταν τοποθετημένο ένα παχύ χαλί ενώ οι τοίχοι καλύπτονταν από μεγάλες βιβλιοθήκες φτιαγμένες από μελιά που φιλοξενούσαν αναρίθμητα βιβλία. Εξαίρεση αποτελούσε μόνο ο τοίχος στον οποίο βρισκόταν το μεγάλο αψιδωτό παράθυρο.

    Κοντά σ’ αυτό το παράθυρο στεκόταν ο Μεγάλος Δάσκαλος Λιουέλλιν Ο ηγέτης των Ιπποτών κοίταξε έξω τη σκοτεινή, καθώς δεν είχε φεγγάρι, νύχτα.

    -Τι λες γι’ αυτήν την κλήση για βοήθεια; ρώτησε ο βασιλιάς.

    -Ξέραμε από καιρό ότι η Αυτοκρατορία ενισχύει τους Φενρίρ, απάντησε ο Λιουέλλιν

    -Με στρατιές ολόκληρες;

    -Ναι.

    Το μικρό αναγνωστήριο βρισκόταν σ’ έναν από τους πυργίσκους του παλατιού και προσφέρονταν για συζητήσεις που δεν ήθελαν να ακουσθούν από τρίτους.

    -Δεν μπορούμε να αφήσουμε τη Νεμούρια να υποκύψει σ’ αυτήν την συνδυασμένη επίθεση, είπε ο Λιουέλλιν Αν γίνει αυτό η Αυτοκρατορία και οι Φενρίρ θα είναι ελεύθεροι να προελαύσουν προς το κέντρο της Έρεμορ.

    -Το ξέρω, είπε ο Ερρίκος. Όμως η Νεμούρια είναι μακριά. Και το ταχύτερο εκστρατευτικό σώμα θα χρειαστεί έναν μήνα για να πάει. Δεν μπορώ να δεσμεύσω το στρατό μας για πολύ σε μια τόσο μακρινή εκστρατεία.

    -Ναι, αυτό είναι το σωστό, είπε ο Λιουέλλιν Δεν μπορεί να απομακρυνθεί έτσι ο στρατός μας, όχι τη στιγμή που η Αυτοκρατορία δεν έχει στείλει παρά τμήμα των δυνάμεών της στη Νεμούρια και ίσως περιμένει από' μας το λάθος.

    -Άρα τι μπορούμε να κάνουμε;

    -Η λύση υπάρχει.

    -Ποια είναι; απαίτησε να μάθει ο Ερρίκος.

    -Η Νεμούρια είναι απ’ τα μεγαλύτερα έθνη της Έρεμορ. Αν του δοθεί ο απαραίτητος χρόνος ο Αλέξανδρος θα μπορέσει να οργανώσει έναν τρομερό στρατό όπως έκανε και στο παρελθόν. Αυτό που χρειάζεται από' μας είναι να του προσφέρουμε αυτό το χρόνο.

    -Πως όμως;

    -Ακόμα και τώρα παρ’ ότι πιεσμένος ο Αλέξανδρος δεν στερείται στρατού αν και το μέτωπο που αναγκαστικά καλύπτει είναι εξαιρετικά μεγάλο. Αυτό που στερείται είναι η δυνατότητα ελιγμού. Να μπορεί να δώσει ένα χτύπημα εδώ και το επόμενο μακριά κρατώντας τον εχθρό σε αμφιβολία και αναγκάζοντας τον να διασπείρει τις δυνάμεις του για να καλύψει κάθε ενδεχόμενο. Ο Αλέξανδρος ίσα που μπορεί να αποκρούει επιθέσεις και να κρατάει τη χώρα του ελεύθερη. Θα του προσφέρουμε τη δύναμη κρούσης. Θα οδηγήσω του Ιππότες του Όρκου των Μελντόρα στη Νεμούρια.

    -Τι!

    Ο βασιλιάς τινάχθηκε όρθιος απ’ την πολυθρόνα που καθόταν.

    -Αυτό μπορεί να αποδειχθεί μοιραίο σφάλμα. Είναι το ίδιο ριψοκίνδυνο με το να στείλουμε το στρατό μας στη Νεμούρια και ακόμα περισσότερο!

    -Όχι δεν είναι, είπε ο Λιουέλλιν ήρεμα. Η άμυνά της Αραγκόν μπορεί να αντέξει για μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς τους Ιππότες και σ’ αυτό το διάστημα εμείς θα επιστρέψουμε.

    -Εμείς…

    -Ναι. Θα ηγηθώ εγώ αυτή της εκστρατείας. Θα πάρω μαζί μου όλους του μάχιμους Ιππότες πλην εκείνων που έχουν κάποια άλλη αποστολή και κάποιους που θα μείνουν στο Κάστρο για να συνεχίσουν την εκπαίδευση των δοκίμων.

    -Αυτό σημαίνει γύρω στους πεντακόσιους, είπε ο Ερρίκος.

    -Ναι, και είναι μια δύναμη που θα ταξιδέψει γρήγορα αν χρειαστεί.

    Ο Ερρίκος φαινόταν έτοιμος να πεισθεί. Ο Λιουέλλιν πρόσθεσε ένα ακόμα επιχείρημα.

    -Οι Ιππότες που είχαν κάποια θέση στο στρατό της χώρας και οι έπαρχοι δεν θα έρθουν μαζί. Εξ’ άλλου σε λιγότερο από δυο μήνες θα ολοκληρωθεί αυτό το έτος των σπουδών και θ’ αποφοιτήσει μια νέα σειρά πολεμιστών που θα χριστούν αμέσως το χρίσμα της Ιπποσύνης. Ιππότες που θα είναι εδώ για να πολεμήσουν. Η άμυνα θα κρατήσει ως που να επιστρέψουμε.

    Ο βασιλιάς κάθισε και πάλι.

    -Ναι, είπε, ίσως πρέπει να γίνει έτσι.

    -Είμαστε η μόνη ελπίδα για βοήθεια της Νεμούρια. Ας μην τους εγκαταλείψουμε.

    -Δεν θα τους εγκαταλείψουμε, είπε ο βασιλιάς και πρόσθεσε μ’ ένα χαμόγελο, ας μην βρεθεί όμως κανείς να πει πως ο βασιλιάς Ερρίκος της Αραγκόν δεν είναι τόσο γενναιόψυχος όσο ο Μεγάλος Δάσκαλος Λιουέλλιν Μια δύναμη Αραγκόνιου στρατού θα εκστρατεύσει στη Νεμούρια.

    -Ποιος θα το διοικήσει αυτό το εκστρατευτικό σώμα;

    -Ο Άρνολντ, το είχε ζητήσει πριν πάρω κάποια απόφαση όταν πηγαίναμε στον καθεδρικό για το γάμο.

    -Εντάξει. Ετοιμάστε το αυτό το σώμα. Θα συναντηθούμε στο οχυρό του Λέοντος σε πέντε μέρες.

    Ο Λιουέλλιν προχώρησε προς την πόρτα.

    -Θα φύγεις τώρα; ρώτησε ο Ερρίκος.

    -Ναι, είπε ο Μεγάλος Δάσκαλος. Υπάρχουν πολλά για τα οποία πρέπει να μεριμνήσω πριν ξεκινήσουμε.

    Ο Λάιαμ, ο Μαξιμίλιαν, ο Ρικ και ο Άιαν συνόδευσαν τον Μαρκ στο δωμάτιο που θα περνούσε την πρώτη του νύχτα ως έγγαμος μαζί με άλλους αυλικούς και μέλη της Λεωνέζικης ακολουθίας. Ο νεαρός πρίγκιπας κάλεσε μέσα τους τέσσερις συντρόφους του.

    Μπήκαν στον προθάλαμο ενός μεγάλου πλούσια επιπλωμένου και διακοσμημένου δωματίου.

    -Ο Γουίλλιαμ; ρώτησε ο Μαρκ.

    -Αποσύρθηκε μετά τις προπόσεις, είπε ο Λάιαμ.

    -Είναι οδυνηρή αυτή η περίσταση, είπε ο Άιαν, στη Θουλή είχαν αποφασίσει να παντρευτούν με την Πενθεσίλα μόλις επέστρεφαν στο Νέρακ. Μου το είπε στο πλοίο στο ταξίδι της επιστροφής.

    -Αυτό το πλήγμα θα αργήσει να το ξεπεράσει, είπε ο Μαρκ.

    -Πολύ πιθανό, απάντησε ο Άιαν. Όμως αυτό δεν είναι κάτι που θα πρέπει να απασχολεί εσένα απόψε. Σε περιμένει η έκπαγλου καλλονής σύζυγός σου.

    Ο Μαρκ δεν μπόρεσε να μην χαμογελάσει.

    -Θα πάω κοντά της σε λίγο είπε ο νεαρός πρίγκιπας. Όμως θέλω κάτι από' σας. Αύριο το πρωί να γευματίσουμε μαζί., θα φύγω για τη Λεώνη και θα περάσει αρκετός καιρός ως την επιστροφή μου. Είναι η τελευταία ευκαιρία να γευματίσουμε μαζί και θα γνωρίσετε και τη Λετίσια.

    -Εντάξει, είπε ο Ρικ, θα το πούμε και στον Γουίλλιαμ.

    Οι τέσσερις σύντροφοι του βγήκαν απ’ το δωμάτιο. Ο Μαρκ χαμογέλασε. Ήταν καλοί φίλοι, μακάρι να μπορούσαν να πάνε μαζί του στη Λεώνη.

    Προχώρησε στον προθάλαμο και πέρασε την πόρτα που οδηγούσε στο κυρίως δωμάτιο. Η πριγκίπισσα Λετίσια βρισκόταν ήδη εκεί. Οι ακόλουθές της την είχαν αφήσει να ετοιμασθεί για τη νύχτα και είχαν αποσυρθεί. Μόλις τον είδε σηκώθηκε όρθια.

    Φορούσε ένα απλό λευκό νυχτικό που αναδείκνυε τα σωματικά θέλγητρά της. Ο Μαρκ πλησίασε θαυμάζοντας την ομορφιά της. Η αυστηρή Λεωνέζικη κοινωνία επέτρεπε σε μια γυναίκα να δείξει τα κάλλη της μόνο έτσι, μόνη με το σύζυγό της.

    -Είσαι πολύ όμορφη, είπε ο Μαρκ καθώς έφτασε μπροστά της.

    Η Λετίσια χαμογέλασε αμήχανα. Δεν είχε συνηθίσει να την επαινεί ένας άντρας ξένος που γνώριζε μόλις μια μέρα. Βέβαια δεν είχε ποτέ ξαναβρεθεί μόνη μ’ έναν άντρα πριν από σήμερα και μάλιστα σχεδόν γυμνή.

    Ο Μαρκ την κοίταξε εξεταστικά. Και άλλες φορές κατά τη σύντομη γνωριμία τους ο νεαρός πρίγκιπας της είχε παρατηρήσει μα τώρα μπορούσε να το κάνει χωρίς να ανησυχεί αν παραβιάζει το πρωτόκολλο ή κάτι παρόμοιο. Ήταν ένα θέαμα πραγματικά ευχάριστο να το βλέπει και όχι μόνο γιατί ήταν μια όμορφη και ελκυστική γυναίκα. Υπήρχε κάτι στο πρόσωπό της που τον καλούσε να την εμπιστευθεί, κάτι που έδειχνε ότι η κοπέλα ήταν ένας άνθρωπος με καλοσύνη και κατανόηση για τους άλλους.

    Άπλωσε το χέρι του και χάιδεψε το μάγουλό της. Η κοπέλα ρίγησε κάτω απ’ το άγγιγμά του. Τον φοβόταν.

    -Δεν χρειάζεται να με φοβάσαι, είπε ο Μαρκ.

    -Δεν φοβάμαι… είναι μόνο ότι…

    Δίστασε.

    -Είμαι ο σύζυγός σου, είπε ο Μαρκ. Μπορείς να μου μιλήσεις για ότι σε απασχολεί, σε ανησυχεί ή σε φοβίζει. Εντάξει;

    Η Λετίσια ένευσε καταφατικά και είπε χωρίς να τον κοιτάξει.

    -Είναι ότι δεν έχω ξανά… Είμαι παρθένα, δεν με έχει αγγίξει άντρας.

    Ο Μαρκ έφερε και το άλλο χέρι του στο άλλο μάγουλό της. Κρατώντας έτσι το πρόσωπό της ανάμεσα στα χέρια του της υποσχέθηκε.

    -Όλα θα πάνε καλά.

    Τη φίλησε απαλά στα χείλη και μετά άφησε το πρόσωπό της και την τράβηξε στην αγκαλιά του.

    Το επόμενο πρωί ξημέρωσε μουντό και βροχερό. Έκανε κρύο και έδινε στους κατοίκους της Αραγκόνιας πρωτεύουσας μια πρώτη γεύση του επερχόμενου χειμώνα.

    Ο Γουίλλιαμ στεκόταν στον εξώστη των προσωπικών διαμερισμάτων του Μαρκ και παρακολουθούσε την πόλη να ξυπνάει. Δεν είχε σταθεί δυνατό να κοιμηθεί απόψε και είχε από πολύ νωρίς βγει στον εξώστη. Τυλιγμένος με τον μανδύα του ήταν σχεδόν αόρατος. Είχε μείνει μέσα στο σκοτάδι να σκέπτεται.

    Είχε επίσης παρατηρήσει μερικά γεγονότα που αφορούσαν τους συντρόφους του. Ο Μαξιμίλιαν ήταν ο πρώτος που είχε πάει για ύπνο το βράδυ και ήταν ο πρώτος που είχε ξυπνήσει το πρωί, αυτό από μόνο του δεν ήταν περίεργο συνέβαινε καθημερινά και στο Κάστρο. Το περίεργο ήταν πως αφού είχε ξυπνήσει πριν ακόμα ξημερώσει είχε μείνει στο δωμάτιό του με το φως ενός μοναχικού κεριού να τον φωτίζει.

    Όπως ήταν αναμενόμενο ο Άιαν είχε φιλοξενήσει στο δωμάτιο, και στο κρεβάτι του, μια νεαρή ευγενή γόνο μιας απ’ της πλέον αριστοκρατικές οικογένειες της Βάλλιαντ. Έφυγε απ’ το δωμάτιο του νεαρού Ιππότη λίγο πριν το ξημέρωμα.

    Η έκπληξη της νύχτας αυτής είχε προέλθει από τον Λάιαμ. Ο φίλος του δεν είχε κοιμηθεί στο δωμάτιό του. Ο Γουίλλιαμ τον είδε να επιστρέφει στα διαμερίσματά του Μαρκ, όπου φιλοξενούνταν όπως την προηγούμενη φορά που βρίσκονταν εδώ, με το πρώτο φως της αυγής.

    Αργότερα, στο πρωινό που πήραν οι έξι φίλοι μαζί όπως είχε ζητήσει ο Μαρκ δεν έγινε καμία συζήτηση για το πώς είχαν περάσει τη νύχτα και ο Γουίλλιαμ δεν έκανε κάποια νύξη για τα όσα είχε παρατηρήσει. Ο Μαρκ τους σύστησε στη σύζυγό του και μετά η συζήτηση περιστράφηκε γύρω απ’ το ταξίδι του Μαρκ στη Λεώνη.

    -Κρίμα που δεν μπορώ να πάρω μαζί μου μερικούς Ιππότες να με διδάξουν, είπε ο νεαρός πρίγκιπας. Ως που να πάω στη Λεώνη και να επιστρέψω… θα μείνω πίσω στις σπουδές μου.

    Το τέταρτο έτος των σπουδών τους θα τελείωνε πριν τις γιορτές, ήταν οκτώ μήνες αντί για εννιά που ήταν το ακαδημαϊκό έτος στο Κάστρο μιας και αυτοί οι μήνες ήταν συνεχών μαθημάτων χωρίς διακοπές. Όσο για τον Γουίλλιαμ και τον Άιαν δεν είχαν μείνει καθόλου πίσω στα μαθήματά τους. Στο ταξίδι από και προς τη Θουλή οι υπόλοιποι Ιππότες είχαν πραγματοποιήσει την υπόσχεσή τους στο Λιουέλλιν και είχαν φροντίσει για την εκπαίδευση των δοκίμων. Με αυτόν τον τρόπο όχι μόνο δεν είχαν μείνει πίσω στις σπουδές τους μα είχαν αποκτήσει περισσότερες γνώσεις και μαζί τους την πολεμική πείρα απ’ την εκστρατεία.

    -Αν ήταν αλλιώς τα πράγματα ίσως να μπορούσα συνέχισε ο Μαρκ. Όμως όπως έχουν τα πράγματα δεν γίνεται.

    Τα νέα είχαν μαθευτεί μιας και ο Λιουέλλιν είχε αναχωρήσει ήδη για το Κάστρο των Αετών μαζί με όσους Ιππότες είχαν παρευρεθεί στο γάμο.

    -Ε, είπε ο Άιαν. Δεν έχεις παρά να ξαναγυρίσεις όσο πιο γρήγορα γίνεται.

    Η συζήτηση κατόπιν στράφηκε στην εκστρατεία στη Νεμούρια και στο τι θα περίμενε τους Ιππότες εκεί. Ο Άιαν εξέφρασε την επιθυμία του να πάει να πολεμήσει ενώ ο Γουίλλιαμ ήταν ακόμα πιο αποφασισμένος. Θα ζητούσε απ’ τον Μεγάλο Δάσκαλο να συμμετάσχει κ’ εκείνος στην εκστρατεία.

    Το επόμενο πρωί μια μεγάλη ακολουθία άφησε τη Βάλλιαντ. Ο Μαρκ και η Λετίσια έφευγαν για τη Λεώνη, η πριγκίπισσα έπαιρνε μαζί την ακολουθία της και είχε βέβαια και ο Μαρκ τη δική του. Μαζί τους ταξίδευε ακόμα το εκστρατευτικό σώμα που έστελνε ο βασιλιάς Ερρίκος στη Νεμούρια. Το αποτελούσαν εννιακόσιοι πολεμιστές υπό την ηγεσία του πρίγκιπα Άρνολντ. Ο πρίγκιπας είχε νυμφευθεί πριν δυο σχεδόν χρόνια την πριγκίπισσα Αϊνίσια της Νεύστρια. Τώρα έπαιρνε μαζί του τη σύζυγό του. Το μεγάλο ταξίδι προς το νότο θα τους έφερνε και στη Νεύστρια. Η Αϊνίσια θα έμενε με τους δικούς της ως την επιστροφή του συζύγου της.

    Μαζί με τον Μαρκ θα ταξίδευε νότια και ο Μάικ. Ο Τελευταίος Άρχοντας της Χαμένης Πόλης θα συνόδευε τον νεαρό πρίγκιπα στη Λεώνη και μετά θα πήγαινε στην Ισχιρίγια όπου ο σουλτάνος Αμπντάλλα είχε ζητήσει να δει εκείνον και την Καλίλα. Ο Ιππότης ταξίδευε όπως πάντα μόνος χωρίς ακολουθία έχοντας μαζί του μόνο την ερωμένη του σουλτάνου.

    Η μακριά φάλαγγα έγινε ακόμα μεγαλύτερη στο φρούριο του Λέοντα όπου συνάντησαν τους Ιππότες των Μελντόρα που θα ταξίδευαν στη Νεμούρια. Ήξεραν ήδη ότι τους περίμεναν εκεί οι Ιππότες όχι μόνο γιατί το είχε πει ο Λιουέλλιν αλλά γιατί οι κάτοικοι των χωριών κατά μήκος της διαδρομής μιλούσαν με θαυμασμό για το πέρασμά τους. Σπάνια είχαν την ευκαιρία να δουν τους Ιππότες να ταξιδεύουν έτσι όλοι μαζί με πολεμική αμφίεση και έτοιμοι για μάχη.

    Στο σημείο αυτό ο Μαρκ αποχαιρέτησε τους φίλους του μ’ ένα πείραγμα για τον καθένα και αγκαλιάζοντάς τον.

    -Σταμάτα να ψηλώνεις, είπε στον Μαξιμίλιαν. Δεν θα σε χωράει κανένα κρεβάτι.

    -Θα πάρω και το δικό σου.

    Ο Μαρκ τελευταίο άφησε τον Γουίλλιαμ

    -Αν πας στη Νεμούρια θέλω να το ξέρω.

    -Μου το απαγόρευσε ο Λιουέλλιν, μόλις τώρα τον ρώτησα.

    -Ίσως είναι καλύτερα. Εις το επανιδείν.

    Οι πέντε σύντροφοι περίμεναν μέχρι που η φάλαγγα χάθηκε απ’ τα μάτια τους. Μετά πήραν το δρόμο για το Κάστρο μόνοι τους.

    Κεφάλαιο Δεύτερο

    Ο Πόλεμος Αρχίζει

    Το χιόνι έτριζε κάτω απ’ τα βήματά του. Όλη τη νύχτα χιόνιζε και αυτό δεν ήταν καθόλου περίεργο. Αυτός ο χειμώνας ήταν ο βαρύτερος που είχε ζήσει η Έρεμορ εδώ και αιώνες. Στο λιγοστό φως του πρωινού μπορούσε να δει πως όλη η περιοχή γύρω απ’ το Κάστρο ήταν σκεπασμένη απ’ το χιόνι. Το Ντέηλ σχεδόν δεν ξεχώριζε παραχωμένο καθώς ήταν στο λευκό πέπλο που οι νιφάδες ύφαιναν πάνω σ’ όλη την πλάση.

    Τυλιγμένος με τον μανδύα του κοίταξε το δάσος του Λουμαΐλιον που έμοιαζε βγαλμένο από κάποιο μύθο, σιωπηλό και ντυμένο στα λευκά. Είδε ένα γεράκι να πετάει πάνω απ’ το δάσος και σκέφθηκε πως μπορεί να ερχόταν κάποιο μήνυμα. Την επόμενη όμως στιγμή το αρπακτικό όρμησε στα χιονισμένα κλαδιά του μεγαλύτερου δάσους της Αραγκόν κυνηγώντας τη λεία του και διαψεύδοντας την ελπίδα του Γουίλλιαμ.

    Δυο μήνες είχαν περάσει από την αναχώρηση του εκστρατευτικού σώματος που είχε πάει στη Νεμούρια. Είχαν μάθει πως είχαν φτάσει στη Νεμούρια και είχαν ενωθεί με τις δυνάμεις του Αλέξανδρου, πέρα απ’ αυτό όμως δεν είχαν μάθει τίποτα άλλο.

    Ευχόταν να του είχε επιτρέψει ο Λιουέλλιν να συμμετάσχει στην εκστρατεία της Νεμούρια. Όμως ο Μεγάλος Δάσκαλος δεν του το επέτρεψε. Ακόμα θυμόταν πως ήταν κάθετος σ’ αυτό το θέμα όταν τον ρώτησε ενώ η μεγάλη φάλαγγα περνούσε ήδη απ’ το φρούριο προς τα σύνορα.

    -Ξέρω πως θέλεις να πολεμήσεις Γουίλλιαμ, του είχε πει μετά απ’ την άρνησή του στο αίτημα του νεαρού και κοιτώντας τον πάντα στα μάτια. Όμως δεν είναι αυτή η μάχη για' σένα. Θα έρθει σύντομα ο καιρός που θα πολεμήσεις, πίστεψέ με. Τώρα πήγαινε να αποχαιρετήσεις το Μαρκ και επέστρεψε με τους φίλους σου στο Κάστρο.

    Αυτό είχε κάνει.

    Enjoying the preview?
    Page 1 of 1