Discover millions of ebooks, audiobooks, and so much more with a free trial

Only $11.99/month after trial. Cancel anytime.

Γιατί οι γυναίκες είναι πιο φτωχές από τους άνδρες (Why women are poorer than men - Greek edition): και τι μπορούμε να κάνουμε για να αλλάξει αυτό (and what we can do about it)
Γιατί οι γυναίκες είναι πιο φτωχές από τους άνδρες (Why women are poorer than men - Greek edition): και τι μπορούμε να κάνουμε για να αλλάξει αυτό (and what we can do about it)
Γιατί οι γυναίκες είναι πιο φτωχές από τους άνδρες (Why women are poorer than men - Greek edition): και τι μπορούμε να κάνουμε για να αλλάξει αυτό (and what we can do about it)
Ebook780 pages5 hours

Γιατί οι γυναίκες είναι πιο φτωχές από τους άνδρες (Why women are poorer than men - Greek edition): και τι μπορούμε να κάνουμε για να αλλάξει αυτό (and what we can do about it)

Rating: 0 out of 5 stars

()

Read preview

About this ebook

Το αναπαραγωγικό δικαίωμα, η στεγαστική κρίση, η φτώ­χεια της τρίτης ηλικίας, οι επενδύσεις, η υγειονομική πε­ρίθαλψη, το έμφυλο μισθολογικό χάσμα, είναι μερικά από τα θέματα που θίγονται στις σελίδες του παρόντος βιβλίου. Η Annabelle Williams παρουσιάζει εύστοχα την οικονομική ανισότητα μεταξύ των φύλων δείχνοντας πώς η κοινωνία λει­τουργεί ως τροχοπέδη στην αύξηση του κεφαλαίου των γυναι­κών. Μια πολύπλευρη ανάλυση της δυσμενούς οικονομικής θέσης στην οποία τοποθετεί η κοινωνία τις γυναίκες σε σχέση με τους άντρες και των νομικών, πολιτικών, κοινωνικών και πολιτισμικών δομών [social constructs] τις οποίες καλούνται να αντιμετωπίσουν οι γυναίκες. Ένα βιβλίο που ρίχνει φως στις πολλαπλές μορφές και πρακτικές διαχωρισμού και ανισότητας φύλων σε βάρος των γυναικών.
LanguageΕλληνικά
Release dateSep 13, 2023
ISBN9789600240863
Γιατί οι γυναίκες είναι πιο φτωχές από τους άνδρες (Why women are poorer than men - Greek edition): και τι μπορούμε να κάνουμε για να αλλάξει αυτό (and what we can do about it)

Related to Γιατί οι γυναίκες είναι πιο φτωχές από τους άνδρες (Why women are poorer than men - Greek edition)

Related ebooks

Reviews for Γιατί οι γυναίκες είναι πιο φτωχές από τους άνδρες (Why women are poorer than men - Greek edition)

Rating: 0 out of 5 stars
0 ratings

0 ratings0 reviews

What did you think?

Tap to rate

Review must be at least 10 words

    Book preview

    Γιατί οι γυναίκες είναι πιο φτωχές από τους άνδρες (Why women are poorer than men - Greek edition) - Annabelle Williams

    Τίτλος πρωτοτύπου:

    Why Women Are Poorer Than Men ...And What We Can Do About It, by Annabelle Williams

    ISBN: 978-0-241-43316-4

    Copyright © Annabelle Williams, 2021

    First published by Michael Joseph 2021

    Εκδόσεις ΠΑΠΑΖΗΣΗ ΑΕΒΕ

    Annabelle Williams

    Γιατί οι γυναίκες είναι πιο φτωχές από τους άνδρες και τι μπορούμε να κάνουμε για να αλλάξει αυτό

    Επιστημονική επιμέλεια της ελληνικής έκδοσης Ειρήνη Αρβανιτάκη · Γιώργος Μ. Αγιομυργιανάκης

    Μετάφραση: Κωνσταντίνος Παπαδάκης

    Φιλολογική επιμέλεια: Τίνα Πλυτά

    ISBN: 978-960-02-4086-3


    Απαγορεύεται η μερική ή ολική αναδημοσίευση του έργου αυτού, καθώς και η αναπαραγωγή του με οποιοδήποτε μέσο χωρίς σχετική άδεια του Εκδότη.

    Στην Ελίζα

    ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

    Πρόλογος της ελληνικής έκδοσης

    Ευχαριστίες

    Εισαγωγή. Τα οικονομικά είναι ζήτημα φεμινιστικό

    1. Πού βρισκόμαστε σήμερα

    2. Πώς φτάσαμε εδώ

    3. Τι πιστεύουμε για το χρήμα

    4. Το σκάνδαλο της φτώχειας της τρίτης ηλικίας

    5. Τα ανδροκρατούμενα οικονομικά

    6. Όταν οι κυβερνήσεις αγνοούν το φύλο

    7. Τα καθημερινά έξοδα… που στοιχίζουν κάτι παραπάνω

    8. «Γυναικεία προβλήματα»

    9. Η έμφυλη στεγαστική κρίση

    10. Φροντίζοντας τους άλλους αφιλοκερδώς

    11. Τα αναπαραγωγικά δικαιώματα

    12. Το μισθολογικό χάσμα

    13. Τα πρότυπα ομορφιάς και οι κοινωνικές προσδοκίες

    14. Η διαχείριση του χρήματος ως μορφή αυτοφροντίδας

    15. Ας μιλήσουμε για επενδύσεις

    Επίλογος

    Πρόλογος της ελληνικής έκδοσης

    Σήμερα, παρά τις προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και άλλων υπερεθνικών φορέων για επίτευξη της ισότητας των φύλων, η έμφυλη ανισότητα παραμένει καίριο ζήτημα. Στην Ευρώπη οι γυναίκες κερδίζουν 20% λιγότερο από τους άνδρες, ενώ το 60% της εργασίας τους πραγματοποιείται χωρίς αμοιβή. Μόλις το 27% των γυναικών παγκοσμίως κατέχει θέση ευθύνης στον χώρο των επιχειρήσεων, ενώ σύμφωνα με εκτίμηση της Έκθεσης για το Χάσμα των Φύλων που εκπονήθηκε το 2021 από το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ¹ θα χρειαστούν 257 χρόνια για την εξάλειψη της έμφυλης ανισότητας στην οικονομία και την εργασία.

    Η ανισότητα, όμως, που υφίστανται οι γυναίκες δεν είναι μόνο σε επίπεδο επαγγελματικό. Το βιβλίο αυτό αποτυπώνει τις έμφυλες οικονομικές ανισότητες που βιώνουν σε βάρος τους οι γυναίκες σε πολλά ζητήματα που αφορούν την καθημερινή τους ζωή. Μερικά από τα ερωτήματα που απαντώνται στις σελίδες του είναι: Γιατί οι γυναίκες αποτελούν την πλειοψηφία των νόμιμων αστέγων; Πώς επηρεάζουν τα πολιτισμικά στερεότυπα και τα πρότυπα ομορφιάς τις δυνατότητες και τις οικονομικές απολαβές των γυναικών; Πώς σχετίζονται τα αναπαραγωγικά δικαιώματα και ο έλεγχος των γυναικών για το σώμα τους με τις εργασιακές ευκαιρίες και την οικονομική τους ελευθερία; Γιατί οι εργασιακές απολαβές των γυναικών είναι χαμηλότερες και τι μπορεί να γίνει ώστε να αλλάξει αυτό;

    Αυτό το βιβλίο, μαζί με το Επανεκκίνηση της καριέρας: τι πραγματικά συμβαίνει όταν οι μητέρες επιστρέφουν στην αγορά εργασίας, αποτελούν μια θεματική ενότητα της ανισότητας φύλων με σκοπό στον εμπλουτισμό της βιβλιογραφίας που στην Ελλάδα βρίσκεται ακόμα σε πρώιμα στάδια. Στόχος μας, επίσης, είναι να τονίσουμε τη σπουδαιότητα των ζητημάτων που αφορούν το φύλο, να ενημερώσουμε αλλά και να δώσουμε το έναυσμα για συζήτηση γύρω από αυτά τα θέματα τόσο σε πανεπιστημιακό επίπεδο όσο και απευθυνόμενοι σε ένα ευρύτερο αναγνωστικό κοινό.

    Γι’ αυτόν τον σκοπό το βιβλίο απευθύνεται πρωτίστως σε φοιτητές κοινωνιολογίας και οικονομικών αλλά, καθώς είναι γραμμένο σε απλή γλώσσα, μπορεί να διαβαστεί και από ένα ευρύτερο αναγνωστικό κοινό που ενδιαφέρεται για ζητήματα φύλου και κοινωνικών ανισοτήτων. Αποτελεί, επίσης, ένα εξαιρετικό εργαλείο, βοήθημα και οδηγό για τους επαγγελματίες και τους εργοδότες που επιθυμούν αφενός να ενημερωθούν και αφετέρου να ακολουθήσουν δίκαιες εργοδοτικές πρακτικές ως προς και τα δυο φύλα. Το κυριότερο, όμως, όφελος για τους αναγνώστες είναι η ενημέρωση για την ανισότητα των φύλων, η αποτύπωση των αδικιών προς το γυναικείο φύλο και οι επιπτώσεις που έχουν αυτές στα οικονομικά των γυναικών και κατ’ επέκταση στις οικογένειές τους και στην κοινωνία.

    Το βιβλίο είναι διαρθρωμένο σε δεκαπέντε κεφάλαια που πραγματεύονται ζητήματα όπως οι κοινωνικές αντιλήψεις για τη σχέση των γυναικών με τα οικονομικά, τα αναπαραγωγικά δικαιώματα, οι βιολογικές λειτουργίες του γυναικείου σώματος, η διαχείριση κεφαλαίου ως μορφή αυτοφροντίδας, το έμφυλο μισθολογικό χάσμα, οι επενδύσεις, η υγειονομική περίθαλψη, η στεγαστική κρίση, τα πρότυπα ομορφιάς και οι κοινωνικές προσδοκίες μέσα από ένα οικονομικό πρίσμα.

    Ευχόμαστε οι αναγνώστες να απολαύσουν τον απλό και άμεσο τρόπο γραφής του.

    Οι επιστημονικοί επιμελητές

    Ειρήνη Αρβανιτάκη

    Γιώργος Μ. Αγιομυργιανάκης


    ¹ The World Economic Forum, https://www.weforum.org

    Ευχαριστίες

    Ονειρευόμουν πολύ καιρό να γράψω αυτό το βιβλίο και είμαι εξαιρετικά ευγνώμων στους ανθρώπους που πίστεψαν σε αυτό από νωρίς και μοιράστηκαν τη σοφία τους για την ολοκλήρωσή του. Καταρχάς ευχαριστώ την Alice Lutyens από το πρακτορείο Curtis Brown που πίστεψε στο σχέδιο και μου σύστησε τη σημερινή μου ατζέντισσα, την Karolina Sutton. Σε ευχαριστώ, Karolina, για τις έντιμες παρατηρήσεις σου, που είχαν ως αποτέλεσμα να λάβουμε προσφορές από δέκα εκδοτικούς οίκους. Πολλές ευχαριστίες, επίσης, στην Joanna Lee και την Caitlin Leydon του Curtis Brown.

    Στη συνέχεια, θα ήθελα να ευχαριστήσω όλη την ομάδα των εκδόσεων Michael Joseph, που εργάστηκε τόσο σκληρά για να εκδοθεί το βιβλίο. Σας ευχαριστώ, Charlotte Hardman και Ariel Pakier, Lydia Cooper, Sarah Day, Emma Henderson και Ellie Hughes.

    Ευχαριστώ την Elisa, την Ali, τον Pepe, τον Malachy, τον Elmo, καθώς και τη μαμά και τον μπαμπά μου που ήταν πάντα εκεί για μένα. Σε ευχαριστώ, Dai, για τη φιλία σου. Σε ευχαριστώ, Nuala O’Connell, για όλη τη στήριξή σου.

    Ευχαριστώ και όλες τις έξυπνες και ταλαντούχες φίλες μου που διάβασαν τα προσχέδια αυτού του βιβλίου. Ιδιαίτερα την Carmen, την Izzy, τη Jessie H., τη Laura, τη Nicola B. και την Jennifer Y.

    Εισαγωγή. Τα οικονομικά είναι ζήτημα φεμινιστικό

    Το χρήμα προσφέρει ελευθερία. Δεν μπορεί να σας αγοράσει ευτυχία, αλλά εάν έχετε αρκετά χρήματα μπορείτε να κάνετε επιλογές: πού θα ζήσετε, τι επάγγελμα θα ασκήσετε και πώς θα περάσετε τον ελεύθερο χρόνο σας.

    Το χρήμα αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για την ανεξαρτησία των γυναικών. Τα τελευταία 150 χρόνια οι γυναίκες αγωνίστηκαν για το δικαίωμα κατοχής ιδιόκτητης περιουσίας, καθώς και για το δικαίωμα να κληρονομούν, να δανείζονται και να κερδίζουν χρήματα. Το 1918 απέκτησαν το δικαίωμα ψήφου στο Ηνωμένο Βασίλειο οι γυναίκες άνω των 30 ετών που είχαν ιδιοκτησία. Οι φτωχότερες γυναίκες έπρεπε να περιμένουν μέχρι το 1928. Η πρόσβαση στο χρήμα καθόριζε τι μπορούσαν να κάνουν οι γυναίκες πριν από εκατό χρόνια και το ίδιο εξακολουθεί να ισχύει και σήμερα.

    Οι κοινωνικές επιπτώσεις της κατανομής του πλούτου είναι εξαιρετικά σημαντικές. Το μέλλον των ατόμων, των κοινοτήτων αλλά και ολόκληρης της κοινωνίας συνολικά επηρεάζεται από το ποιος και πόσο χρήμα κατέχει. Οι εμπειρογνώμονες που συντάσσουν αναλογιστικές μελέτες μπορούν να αναλύσουν το επίπεδο αποταμίευσης ανά δημογραφική ομάδα και να το χρησιμοποιήσουν για να προβλέψουν πώς θα είναι η κοινωνία σε 30 χρόνια από σήμερα. Ο τρόπος με τον οποίο κατανέμεται ο πλούτος εντός ενός έθνους είναι ενδεικτικός των αξιών που κυριαρχούν σε αυτό. Αντανακλά το ποιες κοινωνικές ομάδες ενδιαφέρουν τους πολιτικούς και ποιες τους αφήνουν αδιάφορους.

    Σε κάθε πτυχή της ζωής μας που σχετίζεται με το χρήμα, από την εργασία μέχρι τα κρατικά επιδόματα, από την αποταμίευση μέχρι τη φροντίδα των παιδιών και την επιχειρηματικότητα, οι γυναίκες είναι αδικημένες. Ουσιαστικά, είναι αποδεκτό ως φυσικό ότι οι γυναίκες είναι φτωχότερες από τους άνδρες.

    Όταν άρχισα να αρθρογραφώ ως οικονομική συντάκτρια πριν από μια δεκαετία, εξοικειώθηκα με μια φράση που χρησιμοποιείται συχνά στα χρηματοοικονομικά: οι γυναίκες «δεν αγαπούν το ρίσκο». Επαναλαμβάνεται σε δελτία Τύπου και στις τεχνικές εκθέσεις που συντάσσουν οι τράπεζες, οι οικονομικοί σύμβουλοι και οι διαχειριστές κεφαλαίων και χρησιμοποιείται για να εξηγήσει γιατί οι γυναίκες είναι λιγότερο πιθανόν να προβούν σε επενδύσεις από τους άνδρες. Χρησιμοποιείται, επίσης, για να εξηγήσει τη συμπεριφορά των γυναικών σε ηγετικές θέσεις και τον τρόπο με τον οποίο διοικούν επιχειρήσεις. Η ιδέα ότι η αντιπάθεια για το ρίσκο αποτελεί εγγενές χαρακτηριστικό του γυναικείου φύλου μού φάνηκε πολύ παράξενη. Επιπλέον, κανένα από τα άτομα από τα οποία πήρα συνέντευξη δεν μπόρεσε να μου εξηγήσει γιατί μπορεί να ισχύει κάτι τέτοιο. Για μένα ήταν ξεκάθαρο ότι ο λόγος που οι γυναίκες επενδύουν λιγότερο είναι επειδή στερούνται χρημάτων, γνώσεων και εξοικείωσης με τον χρηματοοικονομικό κλάδο. Οι άνδρες υπερτερούν αριθμητικά των γυναικών κατά πολύ στους επαγγελματικούς κλάδους των επενδύσεων και της τραπεζικής,¹ γι’ αυτό και πολλές γυναίκες δεν έχουν την ευκαιρία να μιλήσουν για επενδύσεις με τις μητέρες, τις αδελφές ή τις φίλες τους. Όσο για τις γυναίκες σε ηγετικές θέσεις και την προθυμία τους να αναλάβουν ρίσκα, χρειαζόμαστε μόνο δύο δάχτυλα για να μετρήσουμε τις γυναίκες πρωθυπουργούς στην ιστορία του Ηνωμένου Βασιλείου, ενώ σήμερα υπάρχουν μόνο έξι γυναίκες σε θέση Διευθύνουσας Συμβούλου στη λίστα με τις 100 κορυφαίες εταιρείες του χρηματιστηρίου FTSE 100.² Αποτελούν την εξαίρεση στον κανόνα και βρίσκονται υπό συνεχή σχολαστική εξέταση λόγω του φύλου τους. Αυτός ο συνδυασμός εξαίρεσης και έκθεσης στο ανδρικό βλέμμα καθιστά τη θέση τους επισφαλή. Ως εκ τούτου, δεν είναι καθόλου παράξενο εάν οι γυναίκες αυτές είναι πιο προσεκτικές στις κινήσεις τους από τους άνδρες συναδέλφους τους.

    Στον ελεύθερο χρόνο μου ξεκίνησα να διαβάζω για τις γυναίκες και τα χρηματοοικονομικά, για τη σχέση των γυναικών με το χρήμα και για την οικονομική θέση των γυναικών. Ήταν ένα συναρπαστικό αλλά βαθιά περίπλοκο θέμα. Η ιδέα ότι οι γυναίκες «δεν αγαπούν το ρίσκο» είναι υπερβολικά απλοϊκή και δεν λαμβάνει υπόψη τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες που αντιμετωπίζουν πολλές γυναίκες.

    Μέχρι σήμερα η συζήτηση για τις γυναίκες και την οικονομική ισότητα επικεντρωνόταν κυρίως στο μισθολογικό χάσμα των δύο φύλων [gender pay gap]. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν συνειδητοποιούν ότι οι γυναίκες παραμένουν φτωχότερες από τους άνδρες σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους. Οι γυναίκες αποταμιεύουν λιγότερο, υποφέρουν περισσότερο από τις περικοπές στις κοινωνικές υπηρεσίες και συνιστούν την πλειοψηφία των φτωχών ηλικιωμένων. Οι γυναίκες κατέχουν λιγότερες υψηλά αμειβόμενες θέσεις, είναι λιγότερο πιθανόν να επενδύσουν τα χρήματά τους και μένουν πίσω από οικονομική άποψη, προσφέροντας κυριολεκτικά χιλιάδες ώρες δωρεάν εργασίας κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Ακόμα και μεταξύ των πολύ πλουσίων, ο πλούτος δεν κατανέμεται ισότιμα. Το 2020 τα ΜΜΕ τόνισαν το γεγονός ότι στη λίστα των 1.000 πιο πλούσιων Βρετανών που δημοσίευσαν οι Sunday Times ο αριθμός των γυναικών συνιστούσε ρεκόρ. Οι γυναίκες αυτές ήταν μόλις 150. Και μόνο μία μαύρη κατάφερε να μπει στη λίστα: η Valerie Moran, επιχειρηματίας στον τομέα της τεχνολογίας.

    Η γυναικεία οικονομική ανισότητα έχει ιστορία αιώνων και, παρά τις νομοθετικές προόδους που έχουν σημειωθεί στις τελευταίες δεκαετίες, οι σημερινές γυναίκες αντιμετωπίζουν τα ίδια προβλήματα με τις γιαγιάδες τους. Οι σπόροι φυτεύονται όταν τα κορίτσια βρίσκονται ακόμα στη σχολική ηλικία και όταν οι επιλογές για τις σπουδές τους διαμορφώνονται από τις έμφυλες νόρμες [gender norms]³ και όχι με βάση τη μελλοντική οικονομική τους ασφάλεια. Όταν οι γυναίκες εισέρχονται στον χώρο εργασίας, οι ασυνείδητες προκαταλήψεις θέτουν εμπόδια στην πρόοδό τους και σε πολλούς κλάδους δυσκολεύονται να ανέβουν στην ιεραρχία. Παγκοσμίως οι γυναίκες κατέχουν μόλις το 34% των διοικητικών θέσεων.⁴ Μόνο στην Κολομβία, στην Τζαμάικα και στην Αγία Λουκία καταλαμβάνουν οι γυναίκες τουλάχιστον τις μισές διοικητικές θέσεις στον εργασιακό τους χώρο, σύμφωνα με το Ταμείο των Ηνωμένων Εθνών για τον Πληθυσμό.⁵

    Σε καμία χώρα του κόσμου δεν κερδίζουν οι γυναίκες συλλογικά από την εργασία τους τόσα όσα οι άνδρες. Σε όλη την Ευρώπη και στην Αυστραλία οι γυναίκες κερδίζουν κατά μέσο όρο 18-19% λιγότερα από τους άνδρες και ο ρυθμός της αλλαγής είναι τόσο αργός που, σύμφωνα με το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, θα χρειαστούν 257 χρόνια μέχρι να κλείσει το χάσμα. Κατά τη διάρκεια του εργασιακού βίου της η μέση Βρετανή θα κερδίσει 223.000 λίρες λιγότερες από τον μέσο Βρετανό, ενώ για τη μέση Αμερικανίδα η διαφορά ανέρχεται σε μισό εκατομμύριο δολάρια. Το μισθολογικό χάσμα είναι ακόμα μεγαλύτερο στις έγχρωμες γυναίκες, με τις γυναίκες πακιστανικής και μπαγκλαντεσιανής καταγωγής να κερδίζουν κατά μέσο όρο 26% λιγότερα από τους λευκούς Βρετανούς.⁶ Το μισθολογικό χάσμα μεταξύ των δύο φύλων είναι ένα σοβαρό πρόβλημα, αλλά η εξέταση των μισθών υπό το πρίσμα του φύλου δεν αποκαλύπτει παρά μόνο μία πτυχή της γυναικείας οικονομικής ανισότητας.

    Μερικές φορές η οικονομική ανισότητα είναι εξόφθαλμα φανερή. Ξεφυλλίστε μια εφημερίδα και δείτε πόσοι από τους ειδικούς που μιλούν για τις επιχειρήσεις, τα χρηματοοικονομικά ή τη φορολογία είναι γυναίκες. Η απουσία γυναικείων φωνών σε αυτούς τους τομείς είναι ενδεικτική της οικονομικής θέσης των γυναικών. Σε άλλες περιπτώσεις είναι πιο δύσκολο να την εντοπίσει κανείς, όπως συμβαίνει με τη «ροζ προσαύξηση» [pink premium] που προστίθεται, για παράδειγμα, στα είδη περιποίησης, στη γραφική ύλη ή στα παιχνίδια που απευθύνονται σε γυναίκες και κορίτσια, ενώ τα ίδια προϊόντα κοστίζουν λιγότερο εάν απευθύνονται σε άνδρες και αγόρια. Το ανδρικό δολάριο έχει μεγαλύτερη αγοραστική δύναμη.

    Η οικονομική ανισότητα είναι παρούσα τόσο στα μικρά, όπως ο φόρος στο ταμπόν που έχουν επιβάλει διάφορες χώρες όπως η Ινδία, η Αυστραλία και η Ισπανία, όσο και στα μεγάλα: οι γυναίκες επιχειρηματίες αντιμετωπίζουν σεξιστική σχολαστική εξέταση στις αίθουσες συσκέψεων και μόνο μία πένα από κάθε λίρα επιχειρηματικού κεφαλαίου διοχετεύεται σε νεοφυείς επιχειρήσεις που διευθύνονται από γυναίκες.

    Η ανισότητα αυτή επιτείνεται ακόμα περισσότερο από ανδροκρατούμενες κυβερνήσεις, που αποφασίζουν για τη φορολογία και την κοινωνική πρόνοια χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τις έμφυλες επιπτώσεις των ενεργειών τους. Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι οι περικοπές του προϋπολογισμού για την υγεία και την πρόνοια – αυτές επηρεάζουν κυρίως τις γυναίκες, γιατί ο ρόλος τους συνδέεται περισσότερο με τη φροντίδα και ως εκ τούτου βασίζονται περισσότερο στην κρατική υποστήριξη. Στο Ηνωμένο Βασίλειο οι περικοπές στις κοινωνικές υπηρεσίες και στην κοινωνική ασφάλιση που προωθήθηκαν μετά το 2010 κόστισαν 79 δισεκατομμύρια λίρες στις γυναίκες σε σύγκριση με 13 δισεκατομμύρια στους άνδρες.

    Τα τελευταία χρόνια έχει κάνει την εμφάνισή της μια νέα γενιά φεμινιστριών που προβάλλουν τον εαυτό τους ως γκουρού σε θέματα εργασίας και χρήματος. Πρόκειται συνήθως για υψηλά αμειβόμενες γυναίκες που σταδιοδρομούν σε εταιρικούς κολοσσούς. Το ενδιαφέρον τους εστιάζει αποκλειστικά στο πώς μπορεί να κατακτήσει κανείς μια θέση στον ήλιο του επιχειρηματικού κόσμου και συμβουλεύουν άλλες γυναίκες για το πώς να πετύχουν κάτι τέτοιο. Οι συμβουλές τους περιστρέφονται γύρω από το πώς να ζητήσει μια γυναίκα αύξηση, πώς να προωθήσει τον εαυτό της στον εργασιακό της χώρο και, για να χρησιμοποιήσω μια φράση που έχει γίνει κλισέ, πώς να «βγει μπροστά»⁸ στην καριέρα της.

    Αυτή η γραμμή σκέψης θεωρεί ότι το μόνο που χρειάζεται για να μπορέσουν οι γυναίκες να επιτύχουν την ισότητα με τους άνδρες οικονομικά και στην εργασία είναι να ακολουθήσουν τη σωστή μέθοδο. Τι γίνεται, όμως, εάν μια γυναίκα ζητήσει αύξηση και το αίτημά της δεν γίνει δεκτό; Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη φιλοσοφία, η γυναίκα αυτή δεν προσέγγισε το πρόβλημα με τον σωστό τρόπο. Η αφήγηση αυτή αγνοεί τους συστημικούς, νομικούς και πολιτισμικούς παράγοντες που αποτελούν τροχοπέδη στην πρόοδο των γυναικών. Σαφώς και οι γυναίκες πρέπει να τα έχουν καλά με τον εαυτό τους, αλλά η οικονομική ανισότητα είναι κάτι πολύ βαθύτερο από το ύψος των μισθών και η δυναμική προώθηση του εαυτού τους στον χώρο εργασίας δεν πρόκειται να αλλάξει ένα σύστημα που είναι διαρθρωμένο με τέτοιο τρόπο ώστε να κρατάει τις γυναίκες πιο φτωχές. Η προσέγγιση που ζητάει από τις γυναίκες να «βγουν μπροστά» βασίζεται, επίσης, σε μια λανθασμένη ιδέα: οι έρευνες έχουν αποδείξει ότι οι γυναίκες ζητούν αύξηση το ίδιο συχνά με τους άνδρες, αλλά έχουν 25% λιγότερες πιθανότητες να την πετύχουν.⁹ Αυτό που μας εμποδίζει να επιτύχουμε είναι ο διαρθρωτικός σεξισμός και οι προκαταλήψεις για την αξία των γυναικών.

    Οι γυναίκες που βοηθούν τις άλλες να ακολουθήσουν τα βήματά τους το κάνουν ασφαλώς με τις καλύτερες προθέσεις. Ωστόσο, δεν έχει νόημα να παροτρύνει κανείς τις γυναίκες να ξοδέψουν λιγότερα στο σούπερ-μάρκετ και να ανοίξουν έναν λογαριασμό ταμιευτηρίου με επιτόκιο 1,3% αντί 1,1%, εάν δεν αναγνωρίζει ότι το κύριο πρόβλημα είναι να αλλάξουμε τους βαθύτερους λόγους για τους οποίους οι γυναίκες είναι φτωχότερες από τους άνδρες. Επιπλέον, οι λύσεις που προτείνουν αυτές οι γκουρού σε θέματα εργασίας και οικονομικών είναι βαθιά επηρεασμένες από τις αρχές του νεοφιλελευθερισμού, μιας μορφής καπιταλισμού που βασίζεται στην ελευθερία της αγοράς. Αυτός ο τρόπος σκέψης είναι τόσο διαδεδομένος, ώστε οι μελετητές κάνουν λόγο πλέον για «νεοφιλελεύθερες φεμινίστριες» [neoliberal feminists].

    Ο νεοφιλελεύθερος φεμινισμός είναι ένα αμάλγαμα του φεμινισμού για τα δικαιώματα των γυναικών και του νεοφιλελευθερισμού, της κυρίαρχης ιδεολογίας των καιρών μας, η οποία υποστηρίζει ότι για να προαγάγουν την κοινωνική ευημερία οι κυβερνήσεις πρέπει να μεγιστοποιήσουν την παραγωγή πλούτου. Ο νεοφιλελευθερισμός δεν λαμβάνει υπόψη την κοινωνική δικαιοσύνη. Αντ’ αυτού, προωθεί τις τάσεις της περιστολής των κρατικών δαπανών, της απορρύθμισης των αγορών και του σκληρού ατομικισμού, ενώ ταυτόχρονα προβάλλει την ιδέα ότι η κοινωνική πρόνοια παρέχεται καλύτερα άτυπα (και δωρεάν) μέσω της κοινότητας και όχι του κράτους. Σε τελική ανάλυση, όμως, ποιος παρέχει την κοινωνική πρόνοια; Ποιος διατηρεί το σύστημα υγείας και τις κοινωνικές υπηρεσίες σε λειτουργία χάρη στη σκληρή δουλειά και παρά τις περικοπές; Οι γυναίκες. Η ιδεολογία του νεοφιλελευθερισμού είναι υπεύθυνη για την αυξανόμενη ανισότητα και τα δεινά που προκαλούνται από την αποψίλωση της δημόσιας υγείας και των κοινωνικών υπηρεσιών.¹⁰ Δεδομένου ότι οι γυναίκες υποφέρουν πολύ περισσότερο από τις αδικίες του νεοφιλελευθερισμού, η εμφάνιση του νεοφιλελεύθερου φεμινισμού συνιστά ανησυχητική τάση.

    Ο τελευταίος αιώνας του καπιταλισμού και των οικονομικών της ελεύθερης αγοράς έχει αυξήσει το βιοτικό επίπεδο για πολλούς, αλλά υπάρχουν όρια στο τι μπορεί να επιτύχει το σημερινό οικονομικό μοντέλο. Όμως, ποτέ δεν είναι αργά για να μετριάσουμε αυτή τη φιλοσοφία, προκειμένου να δημιουργήσουμε έναν δικαιότερο κόσμο για τις γυναίκες.

    Το βιβλίο αυτό δεν επικεντρώνεται στο πώς θα σπάσουμε τη «γυάλινη οροφή» [glass ceiling].¹¹ Εστιάζοντας στις υψηλόμισθες γυναίκες με τις πιο περιζήτητες θέσεις η «γυάλινη οροφή» είναι μια έννοια που συγκινεί μόνο μια μειοψηφία γυναικών. Αποκρύπτει την εκτεταμένη φύση της οικονομικής ανισότητας, που επηρεάζει τις γυναίκες σε όλα τα εισοδηματικά επίπεδα και σε κάθε στάδιο της ζωής τους.

    Κανένα άτομο δεν μπορεί να καταπολεμήσει την οικονομική ανισότητα μόνο του. Κάθε αφήγηση που υποστηρίζει ότι οι άνθρωποι πρέπει να αγνοήσουν το ευρύτερο πλαίσιο και να εστιάσουν αποκλειστικά στο τι μπορούν να κάνουν οι ίδιοι για να αλλάξουν τη ζωή τους είναι ανόητη. Εάν οι κανόνες του παιχνιδιού είναι άδικοι, τότε πρέπει να τους αλλάξουμε. Πολλά από τα προβλήματα που σκιαγράφησα παραπάνω έχουν βαθιές ρίζες και θα χρειαστούν θεσμικές, πολιτικές και νομοθετικές αλλαγές για να διασφαλίσουμε ότι και τα δύο φύλα θα έχουν ισότιμη πρόσβαση στον πλούτο.

    Σε όλη τη σταδιοδρομία μου καταπολέμησα την οικονομική ανισότητα με το ίδιο πάθος που υποστήριξα τις υποθέσεις των γυναικών. Έγραψα αυτό το βιβλίο για να ξεκινήσω μια αναγκαία συζήτηση σχετικά με το φύλο, το χρήμα και τη δικαιοσύνη. Θα ήταν αδύνατο να έχω όλες τις απαντήσεις για ένα πρόβλημα που εκτείνεται σε ολόκληρες γενιές και που διαποτίζει κάθε πτυχή της ζωής μας, αλλά υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορούμε να δοκιμάσουμε. Σε όλη την έκταση του βιβλίου περιγράφω τους τομείς στους οποίους πρέπει να κάνουμε αλλαγές.

    Αν και οι εκτεταμένες αλλαγές απαιτούν συλλογική δράση, σε προσωπικό επίπεδο όλοι θα βγαίναμε κερδισμένοι αν υιοθετούσαμε το σκεπτικό ότι η μέριμνα για τα χρήματά μας αποτελεί ζωτικό κομμάτι της μέριμνας για τον εαυτό μας. Όταν αποταμιεύετε σήμερα, δείχνετε ότι ενδιαφέρεστε εξίσου για τον μελλοντικό σας εαυτό όσο για τον τωρινό. Επομένως, έχω συμπεριλάβει μερικές σελίδες που εξηγούν πώς λειτουργούν οι συντάξεις και οι επενδύσεις.

    Το βιβλίο αυτό πραγματεύεται την αντιμετώπιση της γυναικείας οικονομικής ανισότητας, αλλά πουθενά δεν υπονοώ ότι κάθε άνδρας είναι πλουσιότερος από κάθε γυναίκα ή ότι η φτώχεια και η οικονομική αδικία δεν αγγίζουν τους άνδρες. Οι άνδρες έχουν διπλάσιες πιθανότητες από τις γυναίκες να υποφέρουν από κατάχρηση αλκοόλ ή ναρκωτικών ουσιών, που αποτελούν παράγοντες κινδύνου για να γίνει κανείς φτωχός ή άστεγος.¹² Ο μη ελεγχόμενος νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός έχει δημιουργήσει κοινωνικές αδικίες που επηρεάζουν τους πάντες, όπως, για παράδειγμα, η επέκταση της ανασφαλούς και κακοπληρωμένης εργασίας. Όροι όπως mancession και he-cession¹³ επινοήθηκαν για να περιγράψουν την οικονομική ύφεση του 2007-2009, όταν οι άνδρες επλήγησαν ιδιαίτερα σοβαρά από την κατάρρευση της μεταποίησης και της βαριάς βιομηχανίας στη Δύση. Οι άνδρες δεν μπορούν πια να πουλήσουν τη μυϊκή τους δύναμη, όπως κάποτε. Η οικονομική στροφή προς τους κλάδους των υπηρεσιών και της πληροφορικής που εξελίσσεται τα τελευταία 30 χρόνια δείχνει ότι οι χώροι εργασίας του μέλλοντος ευνοούν τις στερεοτυπικά γυναικείες ιδιότητες – την επικοινωνία, τη συνεργασία και την κοινωνική ευφυΐα. Οι ιδιότητες αυτές δεν μπορούν να αναπαραχθούν από τις μηχανές, τουλάχιστον προς το παρόν. Σταδιακά, οι αλλαγές στον τύπο και στη διαθεσιμότητα της εργασίας θα έχουν βαθιές συνέπειες στις κοινωνίες και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα συνεχίσουμε να συζητούμε για τα θέματα αυτά στο μέλλον. Όμως, αν και η αλληλεπίδραση του ανδρικού φύλου με τη φτώχεια είναι ένα σοβαρό πρόβλημα στο οποίο αξίζει να δώσουμε μεγαλύτερη προσοχή, υπερβαίνει το πεδίο αυτού του βιβλίου.

    Έχει, επίσης, μεγάλη σημασία να τονίσουμε ότι η ισότητα των φύλων δεν συνιστά παίγνιο μηδενικού αθροίσματος.¹⁴ Οι άνδρες δεν βγαίνουν ζημιωμένοι όταν οι γυναίκες μπορούν να αφιερώσουν περισσότερο χρόνο στην έμμισθη εργασία, να κάνουν τις δουλειές που αντιστοιχούν στις δεξιότητες και στην πείρα τους ή να απολαμβάνουν καλύτερα συνταξιοδοτικά ταμεία. Το ακριβώς αντίθετο ισχύει. Οι κοινωνίες μένουν πίσω όταν ο μισός πληθυσμός συναντά εμπόδια στην πραγμάτωση των φιλοδοξιών του, οποιαδήποτε μορφή και αν παίρνουν αυτές. Διαδώστε, λοιπόν, τα καλά νέα: η ευημερία των γυναικών συνεπάγεται την ευημερία όλων.

    Οι επιπτώσεις όλων των παραπάνω είναι τοπικές, καθώς η ανισότητα στην κατανομή του πλούτου επιβαρύνει περισσότερο τους άνδρες και κάνει τη ζωή δυσκολότερη για όλους όσους αναλαμβάνουν τον ρόλο να παρέχουν φροντίδα. Είναι, επίσης, διαγενεακές, καθώς η ανισότητα περιορίζει τις ευκαιρίες για την επόμενη γενιά. Η ύπαρξη πλουσιότερων ανθρώπων ωφελεί την οικονομία συνολικά, γιατί αυτοί πληρώνουν περισσότερους φόρους, απελευθερώνουν τα νοικοκυριά τους από τη φτώχεια, ξοδεύουν περισσότερα χρήματα, επενδύουν στην εκπαίδευση και μπορούν να ελέγχουν καλύτερα τη ζωή τους.¹⁵ Η βελτίωση της συμμετοχής των μειονοτήτων στην αγορά εργασίας (από τις οποίες εργάζονται λιγότερες γυναίκες και, όταν το κάνουν, αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο μισθολογικό χάσμα) θα μπορούσε να προσθέσει 24 δισεκατομμύρια λίρες στην οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου.¹⁶ Η ισοτιμία των φύλων εξαρτάται σε κάποιο βαθμό και από προσωπικές επιλογές, όπως η συμμετοχή στην αγορά εργασίας. Δεν αποτελεί απαραίτητα κανονιστικό ιδεώδες. Ωστόσο, στις καπιταλιστικές κοινωνίες η ανεξαρτησία, η δύναμη και οι ευκαιρίες αυτοπροσδιορισμού ενός ατόμου εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την πρόσβαση στον πλούτο. Ιστορικά, οι γυναίκες έχουν στερηθεί αυτή την πρόσβαση και εξακολουθούν να συναντούν διαρθρωτικά εμπόδια που την περιορίζουν. Το χρήμα είναι το τελευταίο και, κατά τη γνώμη μου, το σημαντικότερο πεδίο της έμφυλης ανισότητας που δεν έχουμε πάρει ακόμα στα σοβαρά. Δεν πιστεύω ότι μπορείς να είσαι φεμινίστρια και να μην ενδιαφέρεσαι για το χρήμα. Δεν μπορείς να τάσσεσαι υπέρ της ισότητας των φύλων και να αδιαφορείς για το θεμέλιο στο οποίο βασίζεται η ανισότητα: το χρήμα.

    Το βιβλίο αυτό είναι γραμμένο από μια δυτικοευρωπαϊκή οπτική με έμφαση στην κουλτούρα της Δυτικής Ευρώπης. Εστιάζω στις χώρες της Δύσης, γιατί σε αυτές τις χώρες οι άνθρωποι έχουν την τάση να πιστεύουν ότι η μάχη της ισότητας έχει λήξει. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Στα πεδία του χρήματος και του πλούτου η κρυφή ανισότητα συνεχίζει να υφίσταται.

    Προφανώς οι γυναίκες που ζουν στις αναπτυσσόμενες χώρες αντιμετωπίζουν, επίσης, ανισότητες και στερήσεις –συχνά πολύ χειρότερες απ’ ό,τι στη Δύση–, αλλά τα προβλήματά τους έχουν μάλλον διαφορετικές αιτίες και απαιτούν διαφορετικές λύσεις. Τα οικονομικά της ανάπτυξης είναι ένας κλάδος που έχει μεταμορφωθεί ριζικά τα τελευταία 20 χρόνια, χάρη στη δουλειά του Abhijit Banerjee, της Esther Duflo και του Michael Kremer, που κέρδισαν το βραβείο Νόμπελ στα οικονομικά το 2019. Ας ελπίσουμε ότι αυτό το πρωτοποριακό έργο για την εξάλειψη της φτώχειας θα συνεχιστεί και στο μέλλον.

    Μια παρατήρηση σχετικά με την έμφυλη κατηγοριοποίηση. Όταν χρησιμοποιώ τον όρο «γυναίκες», αναφέρομαι κυρίως σε μη τρανς [cisgender]¹⁷ άτομα, και αυτό γιατί δεν υπάρχουν αρκετές έρευνες για τη σχέση ανάμεσα στον οικονομικό αποκλεισμό και στην έμφυλη διαφορετικότητα (ή τη σεξουαλική ταυτότητα), αν και, όπου ήταν δυνατόν, προσπάθησα να συμπεριλάβω και αυτή τη διάσταση. Για παράδειγμα, οι μεγάλες εταιρείες στη Βρετανία υποχρεούνται να καταγράφουν το έμφυλο μισθολογικό χάσμα ως τη διαφορά στις αποδοχές των υπαλλήλων αρσενικού και θηλυκού γένους, αλλά δεν είναι ξεκάθαρο πώς πρέπει να καταγράφονται οι διεμφυλικοί και οι μη δυαδικοί εργαζόμενοι, εκείνοι δηλαδή που δεν προσδιορίζονται ούτε ως «αρσενικό» αλλά ούτε ως «θηλυκό».¹⁸ Δεν γνωρίζουμε πώς επηρεάζει τον πλούτο και τους μισθούς η μη συμμόρφωση με το δυαδικό μοντέλο του φύλου και αυτό είναι ένα κενό που πρέπει κάποια στιγμή να καλυφθεί.

    Για τον ίδιο λόγο, σε κάποια σημεία χρησιμοποιώ αντωνυμίες που παραπέμπουν σε ετεροφυλόφιλες σχέσεις. Το προαναφερθέν κενό σημαίνει ότι η επίδραση του γάμου και του διαζυγίου στην οικονομική κατάσταση και στις συνταξιοδοτικές αποταμιεύσεις των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων δεν έχει καταγραφεί επαρκώς. Ισχύει, επίσης, ότι οι γυναίκες και οι άνδρες σε μακροχρόνιες σχέσεις στρέφονται συχνά στους παραδοσιακούς έμφυλους ρόλους, όταν υπάρχει ένα παιδί ή κάποιο άτομο που χρειάζεται φροντίδα.

    Αναγνωρίζω, ακόμη, το γεγονός ότι είναι αδύνατο να πραγματευτεί κανείς ένα θέμα ή να αναπαραστήσει οτιδήποτε, χωρίς να προβεί σε μια συγκεκριμένη ερμηνεία. Δεν υπάρχει ένας και μοναδικός τρόπος να «είσαι» γυναίκα, αλλά κάθε βιβλίο, ταινία, διαφήμιση ή άλλο δημιουργικό έργο που περιλαμβάνει γυναίκες, θα πρέπει να τις αναπαραστήσει με έναν συγκεκριμένο τρόπο.

    Όταν οι γυναίκες αναπαρίστανται επανειλημμένα από μια συγκεκριμένη οπτική, αυτό μπορεί να ενισχύσει ασυνείδητα τις έμφυλες νόρμες. Σε αυτό το βιβλίο κάθε φορά που πραγματεύομαι τα στερεότυπα του «άνδρα κουβαλητή» [male breadwinner] και της «γυναίκας νοικοκυράς» [female home-maker], θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι χρησιμοποιώ αυτά τα σχήματα γιατί σε αυτά βασίζονται τα στοιχεία μου. Αυτό που εννοώ είναι ότι η παραδοσιακή δυναμική συνεχίζεται, γιατί διευκολύνεται από τη δομή των κοινωνιών στις οποίες ζούμε. Αναμφίβολα, ο χαρακτηρισμός των γυναικών ως «παρόχων φροντίδας» [caregivers] θα ενοχλήσει πολλές γυναίκες που δεν έχουν υιοθετήσει τέτοιο ρόλο. Δυστυχώς, όμως, οι λεπτές διακρίσεις με βάση το φύλο συνεχίζουν να υπάρχουν είτε αναλαμβάνουμε έναν τέτοιο ρόλο είτε όχι.

    Καθώς τελείωνα αυτό το βιβλίο στις αρχές του 2020, ξέσπασε η πανδημία του Covid-19. Η πανδημία έφερε τη γυναικεία οικονομική ανισότητα στο προσκήνιο. Ενώ ο κόσμος κλεινόταν στα σπίτια του, οι γυναίκες έβγαιναν έξω και εξέθεταν τον εαυτό τους σε κίνδυνο ως μαγείρισσες, καθαρίστριες και πάροχοι βασικών υπηρεσιών φροντίδας. Οι μισοί από τους εργαζόμενους πρώτης γραμμής στις υπηρεσίες φροντίδας κερδίζουν λιγότερα από το βασικό ημερομίσθιο ορίου διαβίωσης και είναι τέσσερις φορές πιο πιθανόν να εργάζονται με ανασφαλείς συμβάσεις μηδενικού ωραρίου.¹⁹

    Ενώ οι πολιτικοί χαρακτήριζαν ξαφνικά αυτές τις γυναίκες ως «πολύτιμους εργαζόμενους», δεν υπήρξε καμία νομοθετική αλλαγή που να διασφαλίζει ότι θα κερδίζουν αρκετά χρήματα για να μπορούν να πληρώσουν τους λογαριασμούς τους και να συντηρήσουν την οικογένειά τους. Οι συνθήκες εργασίας τους δεν βελτιώθηκαν ούτε έλαβαν συμβόλαια που να τους εγγυώνται αμειβόμενη εργασία κάθε βδομάδα. Καθώς το έθνος «χειροκροτούσε» από τα παράθυρα τους «ανθρώπους που μας φροντίζουν», εγώ αναρωτιόμουν αν αυτό ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσαμε να κάνουμε γι’ αυτούς.

    Σε όλο τον κόσμο οι κυβερνήσεις αντέδρασαν στην πανδημία ξαναγράφοντας τους κανόνες για το τι θεωρείται αποδεκτό στα οικονομικά. Ύστερα από μια δεκαετία περικοπών από το κυβερνών τη Βρετανία Συντηρητικό Κόμμα που συρρίκνωσε στο ελάχιστο τις δημόσιες δαπάνες, άφησε τον αριθμό των φτωχών γυναικών και των αστέγων να εκτοξευθεί και έφερε τα σχολεία και τα νοσοκομεία στο χείλος της χρεοκοπίας, η αφήγηση άλλαξε. Μέχρι τον Ιούνιο του 2020 η κυβέρνηση είχε ξοδέψει επιπλέον 190 δισεκατομμύρια λίρες –πάνω από ολόκληρο τον ετήσιο προϋπολογισμό για την υγεία–,²⁰ ένα επίπεδο δαπανών που θα είχε προηγουμένως θεωρηθεί είτε εντελώς απαράδεκτο είτε εντελώς ανήθικο.

    Εντωμεταξύ, οι είκοσι μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου κατάφεραν να επιβιώσουν χάρη στην κρατική υποστήριξη, που ως το τέλος του Μαΐου είχε φτάσει στο ύψος των εννέα τρισεκατομμυρίων δολαρίων.²¹ Με την παραμικρή αφορμή, οι κυβερνήσεις αποφάσιζαν να δανειστούν και να ξοδέψουν ιλιγγιώδη ποσά. Σπάνια συναντά κανείς μια τέτοια ανατροπή στην οικονομική ορθοδοξία.

    Εάν υπάρχει ένα μάθημα που οφείλουμε να αντλήσουμε από την πανδημία του Covid-19, είναι ότι μας λένε συνέχεια πως το οικονομικό κατεστημένο δεν αλλάζει και πως η μεταρρύθμιση της κοινωνίας είναι αδύνατη – μέχρι που ξαφνικά μια μέρα δεν είναι. Σε όλη την έκταση αυτού του βιβλίου ασχολούμαι με θέματα που είναι κατά βάθος αποτέλεσμα των σεξιστικών και μεροληπτικών αποφάσεων που λαμβάνουν οι κυβερνήσεις σχετικά με τις δημόσιες δαπάνες, καθώς και με άλλα

    Enjoying the preview?
    Page 1 of 1