Discover millions of ebooks, audiobooks, and so much more with a free trial

Only $11.99/month after trial. Cancel anytime.

Η Εισβολή Των Σκοτεινών: Linderiun Tesarien Racem
Η Εισβολή Των Σκοτεινών: Linderiun Tesarien Racem
Η Εισβολή Των Σκοτεινών: Linderiun Tesarien Racem
Ebook571 pages13 hours

Η Εισβολή Των Σκοτεινών: Linderiun Tesarien Racem

Rating: 5 out of 5 stars

5/5

()

Read preview

About this ebook

Ένα ξόρκι που μπορεί να αλλάξει τα πάντα, μια αναπάντεχη ιστορία αγάπης, ένας αναπόφευκτος πόλεμος, δύο ιστορίες που διαπλέκονται μεταξύ τους...

Οι σκοτεινοί καραδοκούν...Θέλουν να κατακτήσουν ολόκληρη τη Φριένια. Τα ορκ και οι άνθρωποι πρέπει να συμμαχήσουν μετά από πολλά χρόνια πολέμου για να αντιμετωπίσουν τον νέο κοινό εχθρό. Ένας άνθρωπος πρίγκιπας και μία ορκ πριγκίπισσα θα είναι η επισφράγιση αυτής της συμμαχίας. Θα καταφέρουν να ενώσουν τις δύο φυλές ώστε να πολεμήσουν τους σκοτεινούς; Οι σκοτεινοί και η νέα συμμαχία θα αναμετρηθούν για να αποκτήσουν δράκους, οι οποίοι θα τους δώσουν πλεονέκτημα στον πόλεμο που πλησιάζει. Ποιος θα εξασφαλίσει περισσότερους και καλύτερους δράκους; Δύο χιλιάδες χρόνια πριν ένας διεστραμμένος μάγος σχεδιάζει να εξουσιάσει όλες τις φυλές της Φριένια. Γνωρίζοντας το χειρότερο ξόρκι μαύρης μαγείας που υπήρξε ποτέ: Linderiun tesarien racem. Θα καταφέρει κανείς να ανακόψει τα σχέδιά του; Δύο ιστορίες που διαπλέκονται, ανάμεσα σε πολέμους, προδοσίες, ιστορίες αγάπης, δολοπλοκίες και περιπέτειες, με ένα ανατρεπτικό φινάλε.
LanguageΕλληνικά
PublisherTektime
Release dateApr 25, 2019
ISBN9788893984034
Η Εισβολή Των Σκοτεινών: Linderiun Tesarien Racem

Related to Η Εισβολή Των Σκοτεινών

Related ebooks

Reviews for Η Εισβολή Των Σκοτεινών

Rating: 5 out of 5 stars
5/5

1 rating0 reviews

What did you think?

Tap to rate

Review must be at least 10 words

    Book preview

    Η Εισβολή Των Σκοτεινών - Jordi Villalobos

    Σημείωμα του συγγραφέα:

    Έχουν προστεθεί στο τέλος ορισμένα παραρτήματα με γενικές πληροφορίες για τη Φριένια, περιγραφή των φυλών και έναν κατάλογο των χαρακτήρων, ώστε να μπορέσουν να λειτουργήσουν βοηθητικά στους αναγνώστες που επιθυμούν να συμπληρώσουν τις πληροφορίες που παρέχονται κατά τη διήγηση του μυθιστορήματος.

    Enlaces1

    https://jordivillalobos.es

    www.facebook.com/jovigiltr

    twitter.com/JordiVillalobo

    www.linkedin.com/in/jordi-villalobos-695687173

    plus.google.com/+JordiVillalobos

    jovigi.ltr@gmail.com

    Enlaces2

    Ευχαριστίες

    Καταρχάς, θέλω να ευχαριστήσω τη γυναίκα μου και τα δύο παιδιά μου για την υπομονή με την οποία ανέχθηκαν χωρίς να διαμαρτύρονται όλες τις ώρες που αφιέρωσα σε αυτό το έργο, όπως επίσης και για τη στήριξη και τις συμβουλές που μου παρείχαν.

    Έπειτα, θέλω να εκφράσω τη μέγιστη ευγνωμοσύνη μου στη Λουθία Άρκα, τη Σαρίμα και την Αντόνια Κουένκα που με σύστησαν η μία στην άλλη, όπως και για την τεράστιας σημασίας συνεργασία τους, τον επαγγελματισμό και τη φιλική τους διάθεση, καθώς κατέστησαν δυνατή και κυρίως βελτιωμένη αυτή την έκδοση.

    Επίσης, θέλω να ευχαριστήσω τον Νταβίντ Παλάθιος και τον Χουάν Μανουέλ Καρμόνα για τη γενναιότητά τους να είναι οι πρώτοι που τόλμησαν να διαβάσουν αυτό το μυθιστόρημα μέχρι το τέλος, καθώς και για την ειλικρινή τους γνώμη και τις εύστοχες παρατηρήσεις τους.

    Δεν μπορώ να παραλείψω να ευχαριστήσω το χωριό Ολμεδίγια του Αλαρκόν, σημαντικό κομμάτι της έμπνευσης που μου επέτρεψε να γράψω αυτό το έργο, καθώς αξιοποίησα τις μέρες των διακοπών μου σε αυτή την αγαπημένη τοποθεσία για να γράψω τις περισσότερες από αυτές τις σελίδες.

    Ευχαριστώ, επίσης, με όλη μου την καρδιά τη γειτονιά του Bellvitge και την πόλη του Hospitalet de Llobregat για όλη τη στήριξη που έλαβα, τόσο εκ μέρους των γειτόνων και των φίλων, όσο και εκ μέρους της τοπικής διοίκησης και των δημοτικών βιβλιοθηκών. Προσθέτω πολύ ιδιαίτερες ευχαριστίες προς την Τζέμμα Ίσερν για όλη τη βοήθειά της.

    Επιπλέον, ευχαριστώ ξεχωριστά τον Φραν Ερναΐθ, ο οποίος με τις εύστοχες παρατηρήσεις και διορθώσεις τους συνετέλεσε στο να προχωρήσει ένα σημαντικό κομμάτι της τέταρτης αυτής έκδοσης.

    Δε θα μπορούσα να μην ευχαριστήσω όλους τους αναγνώστες, που για τον έναν ή τον άλλο λόγο αποφάσισαν να διεισδύσουν σε αυτό το βιβλίο και κυρίως όλους εκείνους που αποφάσισαν να το αγοράσουν στις εκθέσεις όπου πωλείται, αντιλαμβανόμενοι την ιδιότητά μου ως συγγραφέα.

    Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους τους φίλους και τους συγγενείς που δε σταμάτησαν να με στηρίζουν και να με ενθαρρύνουν να δουλέψω για την έκδοση αυτού του βιβλίου.

    Περιεχόμενα

    Σημείωμα του συγγραφέα:

    Σύνοψη

    Πρελούδιο: Η συμφωνία του αίματος και του θανάτου

    Πρόλογος

    Μέρος Πρώτο: Το Βουνό των Δράκων

    Η μυστική συμφωνία

    Η μεγάλη συμμαχία

    Προς τα Αφιλόξενα Εδάφη

    Η φιλοξενία των νάνων

    Ο Λευκός Μάγος

    Η Πανοπλία του Δράκου

    Κάτω από τον Γαλάζιο Ποταμό

    Ο τελευταίος δράκος

    Συνάντηση στο Βουνό των Δράκων

    Οι καρδιές των δράκων

    Επανένωση

    Ο σπουδαίος σιδηρουργός Αρχινέλ

    Μάχη στο Βουνό των Δράκων

    Το μαύρο πετράδι

    Μέρος Δεύτερο: Η εισβολή των σκοτεινών

    Το μυστικό του στρατηγού

    Το πράσινο πετράδι

    Διάσωση

    Το χρυσό πετράδι

    Επιστροφή στο Βουνό των Δράκων

    Το γαλάζιο πετράδι

    Δηλητήρια

    Το κόκκινο πετράδι

    Αναζητώντας τους μονόκερους

    Το γκρι πετράδι

    Στέψη

    Το λευκό πετράδι

    Τα Περάσματα του Ράσεν

    Επανένωση με τον Μαθορίκ

    Η αρχή της εισβολής

    Η πολιορκία του Ουρκαρόθ

    Εισβολή στην Ντέλφια

    Τέλος

    Παραρτήματα

    Παράρτημα 1: Πληροφορίες για τη Φριένια

    Παράρτημα 2: Πληροφορίες για τους χαρακτήρες

    Δεν μπορεί να διατηρηθεί ζωντανή η φλόγα της αγάπης

    χωρίς πίστη κι ελπίδα.

    (Πακόγιο)

    Η αληθινή φιλία είναι σαν τον φωσφορισμό,

    λάμπει περισσότερο όταν όλα είναι σκοτεινά.

    (Ραμπιντράναθ Ταγκόρε)

    Να μισείτε τους εχθρούς σας,

    σαν να έπρεπε να τους αγαπήσετε μια μέρα.

    (Πέδρο Καλδερόν ντε λα Μπάρκα)

    Σύνοψη

    Μετά από έναν πόλεμο που διήρκεσε εκατό χρόνια ανάμεσα στους ανθρώπους και τα ορκ, οι δύο φυλές αναγκάζονται να ενωθούν για να αμυνθούν απέναντι στους σκοτεινούς, μια φυλή απογόνων των ξωτικών, ιδιαίτερα μοχθηρή, που μάχεται για να εισβάλει στα εδάφη τους και να τα κατακτήσει. Για να σφραγίσουν αυτή τη συμμαχία, οι δύο κληρονόμοι των βασιλείων, ο γενναίος πρίγκιπας των ανθρώπων, Συριέλ, και η όμορφη πριγκίπισσα των ορκ, Λυριέθ, δεσμεύονται να παντρευτούν και, αντίθετα με όλα τα προγνωστικά, γεννιέται μια ιστορία αληθινής αγάπης.

    Οι σκοτεινοί ξεκινούν μια αποστολή σε περιοχές γεμάτες με επικίνδυνα πλάσματα για να πιάσουν δράκους κι έτσι να εξασφαλίσουν ένα ξεκάθαρο πλεονέκτημα. Η συμμαχία κάνει αυτό που πρέπει για να το αποφύγει ή να αποκτήσει και η ίδια δράκους ώστε να εξισωθούν οι δυνάμεις. Ο Συριέλ και η Λυριέθ είναι οι επικεφαλής αυτής της αποστολής, κατά τη διάρκεια της οποίας θα πρέπει να αντιμετωπίσουν μια εξέγερση των υποτελών τους νάνων, την επίθεση ενός γιγάντιου ερπετού, τις ενέδρες των σκοτεινών και επιθέσεις παράξενων και επικίνδυνων πλασμάτων.

    Ο Συριέλ, επίσης, έχει να αντιμετωπίσει την οδυνηρή υποψία για τη σατανική προδοσία της μνηστής του, η οποία φαίνεται ότι είχε κάνει συμφωνία με τους εισβολείς πριν από πολλά χρόνια.

    Επίσης, διασταυρώνονται με τον Λευκό Μάγο, έναν από τους επτά ακόλουθους του Μαθορίκ, που ενημερώνει τον Συριέλ ότι του ανήκουν δύο από τα αντικείμενα της Πανοπλίας του Δράκου και του παραδίδει ένα τρίτο που ανήκε στον παππού του. Ο Λευκός Μάγος παρακινεί τον πρίγκιπα να συγκεντρώσει τα επτά μαγικά αντικείμενα από τα οποία αποτελείται η ισχυρή πανοπλία, καθώς υποψιάζεται ότι και κάποιος άλλος, με όχι τόσο καλές προθέσεις, θέλει να κάνει το ίδιο.

    Τόσο τα στρατεύματα των σκοτεινών όσο κι εκείνα της συμμαχίας καταφέρνουν να πάρουν υπό τον έλεγχό τους μια ομάδα δράκων. Ο πόλεμος είναι πια αναπόφευκτος: οι σκοτεινοί θα ξεκινήσουν την εισβολή στα βασίλεια των ανθρώπων και των ορκ.

    Separador de párrafos

    Περίπου δύο χιλιάδες χρόνια πριν, ένας μοχθηρός μάγος ονόματι Μαθορίκ θέτει σε εφαρμογή ένα από τα χειρότερα ξόρκια μαύρης μαγείας που υπήρξε ποτέ. Με τις επτά καρδιές καθεμιάς από τις φυλές των δράκων δημιουργεί τα επτά πετράδια του φωτός, που έχουν την ιδιότητα να απορροφούν την ουσία των όντων που τα έχουν για επτά χρόνια στην κατοχή τους. Γι’ αυτό τον σκοπό επιλέγει έναν μαθητευόμενο από κάθε πολιτισμένο είδος που κατοικεί στη Φριένια: τα ξωτικά, τους ανθρώπους, τα ορκ, τους σκοτεινούς, τους νάνους, τους μεσαίους και τους γίγαντες, τους οποίους εξαπατά με την ψεύτικη υπόσχεση ότι θα σταματήσουν όλοι οι πόλεμοι.

    Με τα εφτά κοσμήματα ήδη εμποτισμένα με την ουσία των επτά ειδών, ο Μαθορίκ σχεδιάζει να τα προσαρμόσει σε επτά αντικείμενα που θα δημιουργήσουν την Πανοπλία του Δράκου, η οποία θα του δώσει απεριόριστη δύναμη, αποκτώντας τις εγγενείς ιδιότητες κάθε φυλής και υποτάσσοντάς τους ολοκληρωτικά, γεγονός που θα τον αναδείξει ως τον απόλυτο άρχοντα ολόκληρου του γνωστού κόσμου. Όμως ένας από τους μαθητευόμενούς του το ανακαλύπτει και καταστρέφει τα άθλια σχέδιά του.

    Οι δύο αυτές ιστορίες διαπλέκονται μεταξύ τους σε αυτό το μυθιστόρημα, καταλήγοντας σε ένα ανατρεπτικό φινάλε.

    Φριένια

    https://jordivillalobos.es/wp-content/uploads/2019/05/ltr1-frienia-griego.jpg

    Πρελούδιο: Η συμφωνία του αίματος και του θανάτου

    Φριένια, έτος 1808 της δεύτερης εποχής

    Ανάμεσα στο Μπάρβιαν, την επικράτεια των σκοτεινών, και το βασίλειο των ορκ του Τεμπέριον βρισκόταν το δάσος της Αιώνιας Νύχτας. Τα δέντρα με τα μεγάλα και πυκνά κλαδιά ίσα που επέτρεπαν στις ακτίνες του φωτός να περάσουν κι έτσι ένα απαλό κι αιώνιο σκοτάδι δέσποζε στην τεράστια έκτασή του. Ήταν ένας τόπος ιδανικός για να συγκεντρώνονται κρυφά τα διαφορετικά πλάσματα χωρίς το φόβο ότι θα αποκαλυφθούν.

    Στο δάσος έρεε ο ποταμός Άκουος, ο πιο ορμητικός σε ολόκληρη τη Φριένια, που αποτελούσε το σύνορο των δύο βασιλείων. Ήταν τόσο μεγάλη η ορμή του, που το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου μπορούσες μόνο να τον διασχίσεις από τα Περάσματα του Ράσεν, στο νότιο σημείο του δάσους.

    Σε ένα από τα σκοτεινότερα σημεία, ένας μικροαπατεώνας της μεσαίας φυλής περιπλανιόταν ψάχνοντας τα πολύτιμα μανιτάρια-μονάρχες, κάτι μύκητες μεγάλου μεγέθους, οι οποίοι, μαγειρεμένοι με μαεστρία, αποτελούσαν ένα από τα πιο γευστικά πιάτα ολόκληρης της Φριένια, κυρίως για τους μεσαίους.

    Ο Μπεγιαμίρ, ο συλλέκτης μανιταριών, δε συνήθιζε να έρχεται μόνος σε αυτό το δάσος, καθώς ήταν ένα από τα πιο επικίνδυνα, τόσο εξαιτίας των όντων και των παρασίτων που κατοικούσαν σε αυτό, όσο και εξαιτίας του είδους των ατόμων που σύχναζαν εκεί. Συνήθως συνοδευόταν από τον αχώριστο φίλο του, Φρόντιν. Ωστόσο, εκείνη την ημέρα δεν ήταν διαθέσιμος, καθώς είχε βαρυστομαχιάσει από τα γλυκά, κι έτσι αποφάσισε να το διακινδυνεύσει και να πάει μόνος του.

    Μόλις βρήκε μια αξιόλογη αποικία των πολύτιμων μανιταριών, αφού είχε οσμιστεί το άρωμά τους το οποίο θεωρούσε εξαιρετικό, άκουσε έναν κοντινό θόρυβο που τον έκανε να κρυφτεί για να παρατηρήσει και να θωρακίσει το μυαλό του, όπως μόνο λίγοι ήξεραν να κάνουν.

    Μια γυναίκα με αλαζονική ομορφιά από τη φυλή των σκοτεινών περίμενε με ανυπομονησία και εμφανή νευρικότητα. Είχε την αμυδρή εντύπωση ότι κάποιος την παρακολουθούσε και δεν επρόκειτο για την άλλη μάγισσα με την οποία είχε κανονίσει να συναντηθεί. Η σκοτεινή έφερε τα χαρακτηριστικά των αρχαίων ξωτικών, αλλά είχε το χαρακτηριστικό χλωμό δέρμα των σκοτεινών. Τα μακριά μαύρα μαλλιά της, που έφταναν μέχρι τη μέση της, και τα γκρίζα και φωτεινά μάτια της ξεχώριζαν πάνω σ’ ένα πρόσωπο που δεν του έλειπε η ομορφιά, παρ’ όλο που ήταν ευδιάκριτα τα χαρακτηριστικά που υποδήλωναν μια έντονη κακία.

    Έκανε με το μυαλό της μια ενδελεχή έρευνα γύρω της και δεν είδε τίποτα άλλο πέρα από αμέτρητα έντομα και μικρά παράσιτα. Ούτε η όσφρησή της την προειδοποίησε για κάποια απειλή ή κάτι πέρα από τα συνηθισμένα και προσπάθησε να φαίνεται πιο ήρεμη.

    Ξαφνικά, μια ανεπαίσθητη έκρηξη προηγήθηκε της εμφάνισης μιας καλλίγραμμης και αρχοντικής φιγούρας. Τα χαρακτηριστικά θηλυκού ορκ της καινούργιας παρουσίας, αν και μοναδικής φυσικής ομορφιάς, μαρτυρούσαν αξιοσημείωτη σιγουριά κι αυτοπεποίθηση. Χωρίς να πει λέξη, κοίταξε προκλητικά στα μάτια την άλλη μάγισσα που την περίμενε.

    -Άργησες, Λιριέθ, κόρη του Γκουλράθ –είπε η σκοτεινή, προσπαθώντας να δείξει όσο πιο ήρεμη γινόταν.

    -Ήρθα με το που το πήρα απόφαση, Ελενίρ, κόρη του Νιγριέλ -απάντησε το θηλυκό ορκ με κάποια επιθετικότητα και πρόσθεσε λίγο μετά: -Σε βλέπω λίγο ανήσυχη, δε σκέφτεσαι να κάνεις πίσω, σωστά;

    -Με τίποτα! Δε μετανιώνω για τη συμφωνία μας. Έλα! Ας τελειώνουμε με αυτό όσο το δυνατόν γρηγορότερα -αμύνθηκε η σκοτεινή.

    Πλησίασαν η μία την άλλη και, αποκαλύπτοντας η καθεμιά από ένα στιλέτο, που ανταγωνίζονταν μεταξύ τους ως προς την πολυτελή τους διακόσμηση, αντάλλαξαν ένα βαθύ κόψιμο στις παλάμες τους και ενώνοντάς τες πρόφεραν με μια φωνή:

    -Αυτές οι τομές συμβολίζουν την ιερή συμφωνία αίματος και θανάτου μεταξύ μαγισσών που μας δένει με την ίδια μας τη ζωή με την εκπλήρωση του συμφωνηθέντος. Η δέσμευση θα σπάσει μόνο με αμοιβαία συμφωνία ή με τον θάνατο της μίας από τις δύο. Αν ματώσει η ουλή πριν εξαφανιστεί, σημαίνει ότι το ένα μέλος έχει χάσει τη ζωή του, απελευθερώνοντας το άλλο από κάθε υποχρέωση. Με τη σειρά του, το σημάδι της προδοσίας θα αποκαλυφθεί μέσω ενός έντονου πόνου στο χέρι της προδομένης και του άμεσου θανάτου της προδότριας.

    Ένα εκτυφλωτικό φως εμφανίστηκε στα ενωμένα χέρια των μαγισσών και η συμφωνία αίματος και θανάτου σφραγίστηκε ανεπιστρεπτί.

    Και οι δύο κοπέλες έμειναν σαστισμένες για μερικά δευτερόλεπτα, παραπατώντας και καταβάλλοντας μεγάλη προσπάθεια για να μην πέσουν λιπόθυμες. Χωρίς αμφιβολία θα είχαν καταρρεύσει και οι δύο στο έδαφος, αν δεν κρατούσε η μία σταθερά το χέρι της άλλης.

    Σιγά-σιγά ανέκτησαν την αυτοκυριαρχία τους. Η Ελενίρ ήταν η πρώτη που φάνηκε να συνέρχεται.

    -Λοιπόν, έγινε πια, Υψηλοτάτη. Ήταν πραγματικά ευχαρίστησή μου που σας ξαναείδα -είπε στη Λυριέθ με σαρκασμό-. Θα μετρώ τα δευτερόλεπτα μέχρι να ξανασυναντηθούν οι δρόμοι μας -την αποχαιρέτησε, με προσποιητή λατρεία.

    -Κι εγώ επίσης θα περιμένω με ανυπομονησία, αγαπημένη- συμπλήρωσε η Λιριέθ, χωρίς να νοιάζεται για την περίσσια υποτίμηση που φανέρωνε ο τόνος της.

    Οι μάγισσες χωρίστηκαν κι εξαφανίστηκαν με δύο κρότους, αφήνοντας το δάσος βυθισμένο σε μια νεκρική σιγή κι ένα ημίφως, που σε συνδυασμό με το κρύο της νύχτας θα πάγωνε τα κόκαλα οποιουδήποτε πλάσματος τριγυρνούσε εκεί.

    Ο μικροαπατεώνας παρακολουθούσε τη σκηνή τρομοκρατημένος, παρ’ όλο που ήξερε ότι δε θα μπορούσαν να τον εντοπίσουν, χάρη στην ικανότητά του να κρύβεται σωματικά και νοητικά, ακόμα και από τους ισχυρότερους μάγους.

    Αν και μπόρεσε να ακούσει μόνο αποσπάσματα της συζήτησης, κάτι που σε συνδυασμό με την ομοιότητα των φωνών τον δυσκόλεψε να καταλάβει τι έλεγαν, άκουσε αρκετά ώστε να διαισθάνεται ότι ο θάνατός του θα ήταν αναπόφευκτος αν τον είχαν ανακαλύψει.

    Περίμενε ακόμα αρκετή ώρα πριν τολμήσει να βγει από την κρυψώνα του και απομακρυνθεί όσο πιο γρήγορα μπορούσε από εκείνο το μέρος για να γυρίσει στο ήρεμο και ασφαλές χωριό του. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να ξεχάσει τη ζουμερή αποικία μανιταριών που είχε ανακαλύψει, καθώς κι εκείνα που είχε ήδη μαζέψει, τα οποία έμειναν παρατημένα ανάμεσα στα αγριόχορτα.

    Πρόλογος

    Φριένια, έτος 1815 της δεύτερης εποχής

    Ο πόλεμος ανάμεσα στους ανθρώπους και τα ορκ, που κρατούσε ήδη αρκετούς αιώνες, ήταν έτοιμος να τελειώσει. Οι νάνοι είχαν βοηθήσει τους ανθρώπους, περισσότερο από υποχρέωση λόγω του όρκου υποτέλειας, παρά από άμεση εμπλοκή στη σύγκρουση. Έτσι ο Άνκαρ, ο τωρινός βασιλιάς των νάνων, παρά την ξεκάθαρη αποστροφή του προς τα ορκ, είχε στείλει τον ελάχιστο αριθμό στρατιωτών που ήταν υποχρεωμένος να στείλει.

    Μετά από την τελευταία μεγάλη μάχη στα περίχωρα της Μπελκέθια, πρωτεύουσας του βασιλείου των ανθρώπων της Ντέλφια, όπου τα ορκ αναδείχθηκαν νικητές, ο βασιλιάς των ορκ, Γκουλράθ, αντί να υποτάξει με τη βία τους ηττημένους, εξέπληξε τον βασιλιά των ανθρώπων, Χόριον, προτείνοντάς του μια συμμαχία. Η συμμαχία αυτή θα σφραγιζόταν με τον γάμο των δύο πρωτότοκων παιδιών τους: της πριγκίπισσας Λιριέθ, κληρονόμου του Τεμπέριον, και του πρίγκιπα Συριέλ, κληρονόμου της Ντέλφια.

    Αυτή η συμφωνία γινόταν όλο και πιο απαραίτητη για τους ανθρώπους και τα ορκ, εξαιτίας του ακμάζοντος και καταστρεπτικού πολιτισμού των σκοτεινών, που επιθυμούσαν τον πλήρη έλεγχο της Φριένια, καθώς και να υποδουλώσουν όλες τις φυλές της γης. Έτσι, για τον βασιλιά των ανθρώπων δεν έμενε άλλη λύση παρά να δεχτεί τους όρους του βασιλιά των ορκ, ενώ ούτε ο Συριέλ είχε εναλλακτική παρά να δεχτεί το θέλημα του πατέρα του.

    Ο Γκουλράθ έφτασε πολλές φορές στο σημείο να αρνηθεί την προσφορά συμμαχίας που του έκαναν οι σκοτεινοί για να συνθλίψουν τους ανθρώπους, πεπεισμένος ότι όταν το κατάφερναν, θα έσπαγαν τη συμφωνία για να υποτάξουν και τα ορκ.

    Ο βασιλιάς των ορκ εδώ και πολύ καιρό επιθυμούσε να συμμαχήσει με τους ανθρώπους και λαχταρούσε το τέλος ενός πολέμου που εξυπηρετούσε περισσότερο τα συμφέροντα των σκοτεινών, καθώς αποδυνάμωνε σε μεγάλο βαθμό τις δύο εχθρικές σε αυτούς φυλές. Επίσης, ήθελε να βασιλεύσει σε μια εποχή ειρήνης, όπου οι άνθρωποι και τα ορκ θα συμβίωναν και θα ευημερούσαν αρμονικά κι αυτό θα ήταν πιθανό μόνο αν ενώνονταν και κατάφερναν να νικήσουν μαζί τους σκοτεινούς.

    Ο Νιγριέλ, ο βασιλιάς των σκοτεινών, περίμενε τη στιγμή που οι άνθρωποι και τα ορκ θα εξαντλούνταν από τον πόλεμο μεταξύ τους, ώστε να μπορέσει να τους δώσει το τελειωτικό χτύπημα που θα τους άφηνε στο έλεός του. Εκείνη η στιγμή φαινόταν να πλησιάζει, αν και ο ηγεμόνας των σκοτεινών θα προτιμούσε η διαμάχη να κρατούσε ακόμα περισσότερο, μιας και οι δυνάμεις των ανθρώπων και των ορκ, παρ’ ότι αποδυναμωμένες, ενωμένες θα ήταν ακόμα τόσο ισχυρές όσο και τα δικά του στρατεύματα. Ίσως όμως όχι για πολύ ακόμα…

    Μέρος Πρώτο:

    Separador de párrafos

    Το Βουνό των Δράκων

    Η μυστική συμφωνία

    Φριένια, έτος 1815 της δεύτερης εποχής

    Η μεγαλοπρεπής περιτειχισμένη πόλη της Μπελκέθια υψωνόταν επιβλητική πάνω σε έναν λόφο, απ’ όπου μπορούσες να δεις μια έκταση αρκετών χιλιομέτρων στη γύρω περιοχή.

    Δεν ήταν δυνατό να επιχειρήσει κάποιος μια αιφνιδιαστική επίθεση εναντίον της, καθώς η θέση της και οι ελάχιστες γεωγραφικές ανωμαλίες ολόκληρης της γύρω περιοχής συνέβαλλαν ώστε κάθε στρατός να είναι ορατός απ’ όλα τα σημεία του ορίζοντα. Από την ανατολή, όταν οι μέρες ήταν πολύ καθαρές, το βλέμμα έφτανε μέχρι τον ποταμό της Ελπίδας, το φυσικό σύνορο με το Τεμπέριον, το βασίλειο των ορκ. Πολύ δυτικά, χωρίς να την φτάνει ούτε η εξαιρετική όραση των ξωτικών, βρισκόταν η θάλασσα Μπέλκιο και τόσο στον βορρά όσο και στον νότο εκτείνονταν κοιλάδες και πεδιάδες, όπου βρίσκονταν πολυάριθμα χωριουδάκια και αγροκτήματα, που ήταν ορατά από τα πολλά επιβλητικά φρούρια της υψηλής αριστοκρατίας.

    Τα πελώρια εξωτερικά τείχη της Μπελκέθια θα σταματούσαν τους πιο ισχυρούς στρατούς από το να επιχειρήσουν μια πολιορκία απέναντι σε τέτοια οχύρωση, καθώς οι τεράστιες εκτάσεις που περιέκλειαν τα τείχη της περιελάμβαναν πηγάδια, περιβόλια και φάρμες που εγγυούνταν την αυτάρκεια της πόλης επ’ αόριστον.

    Ακριβώς στην καρδιά της πόλης στεκόταν το βασιλικό παλάτι του Λοριμάρ, η καθιερωμένη κατοικία της βασιλικής οικογένειας της Ντέλφια από αμνημονεύτων χρόνων. Το παλάτι στηριζόταν σε τέσσερις στέρεους πυργίσκους –έναν σε κάθε γωνία– που ορθώνονταν σε μεγάλο ύψος και ήταν περικυκλωμένοι από όμορφους κήπους. Οι κήποι περιβάλλονταν επίσης από ένα ανθεκτικό τείχος, που διακοπτόταν στο κέντρο κάθε πλευράς του τετραγώνου που σχημάτιζε από εισόδους που φυλάγονταν καλά από την έμπειρη βασιλική φρουρά.

    Το κεντρικό παλάτι αποτελούνταν από πέντε εκτεταμένους ορόφους με πολυάριθμα δωμάτια. Σε ένα από τα πολυτελέστερα δωμάτια, ο Συριέλ, ο κληρονόμος του θρόνου της Ντέλφια, κοιτούσε απαρηγόρητος από το παράθυρο.

    Η μητέρα του, η Κλαριέλ, προερχόταν από μια αρχαία γενιά ξωτικών, μία από τις λίγες που υπήρχαν ακόμη, σύμφωνα με τους σοφούς ιστοριογράφους. Ένας απ’ αυτούς ήταν ο Μπαλντρίχ, ο μέντοράς του, που ήταν επίσης ένα από τα λίγα γνήσια ξωτικά που κατοικούσαν ακόμη στην Ντέλφια.

    Ο Συριέλ είχε κλάψει μόνο μία φορά στα είκοσι τρία χρόνια της ζωής του, τη μέρα του θλιβερού θανάτου της μητέρας του μετά από μια μακροχρόνια κι επώδυνη ασθένεια που την κατέτρωγε σιγά-σιγά, όταν εκείνος ήταν μόλις έξι ετών.

    Σήμερα, τα μάτια του Συριέλ άφησαν ξανά τα δάκρυα να δραπετεύσουν· δάκρυα λύπης που έβλεπε την κατάντια του βασιλείου που μετρούσε τόσους και τόσους αιώνες βασιλείας· δάκρυα νοσταλγίας για μια εποχή μεγαλείου, όπου άνθρωποι και ξωτικά ζούσαν αρμονικά και συνήθως ειρηνικά, την οποία είχε γνωρίσει μόνο μέσα από τα βιβλία και τα διηγήματα του δασκάλου του Μπαλντρίχ· δάκρυα οργής για τις αμέτρητες ζωές που χάθηκαν χωρίς λόγο στις ανεξάντλητες μάχες ενάντια στα ορκ· και δάκρυα παραίτησης, καθώς έβλεπε τον εαυτό του υποχρεωμένο να συνάψει γάμο με τη Λιριέθ, την κληρονόμο του βασιλείου των ορκ, την οποία φανταζόταν απαίσια και ενοχλητική.

    Ο Συριέλ έπνιξε το τελευταίο δάκρυ, όταν είδε να πλησιάζει στο παλάτι του η μεγάλη πομπή που συνόδευε την πολυτελή άμαξα που έφερνε τη μελλοντική και μισητή πολιτική του οικογένεια. Είχε ντυθεί με τα πιο κομψά του ρούχα για να τους υποδεχτεί, έπειτα από αίτημα του πατέρα του, και δεν ήξερε τι τον βάραινε περισσότερο, τα μεγαλοπρεπή αν και άβολα ρούχα ή η ανησυχία που του προκαλούσε η αφύσικη ένωση που τον περίμενε και που τον αναστάτωνε μέχρι τα βάθη της ύπαρξής του.

    Ο Συριέλ εφάρμοσε στη μέση του το σπαθί των ξωτικών, το Αλμαφιέλ, που είχε χύσει τόσο αίμα ορκ, για να υποταχθεί τώρα στην κυριαρχία του ορκ βασιλιά. Ήξερε ότι σύντομα θα το σήκωνε εναντίον των σκοτεινών και άρχισε να εύχεται στην επόμενη μάχη να έπαυε να λειτουργεί η μαγική προστασία με την οποία το είχαν εφοδιάσει τα ξωτικά, για να τελειώσει μια και καλή η δυστυχισμένη ζωή του.

    Το σπαθί, που ήταν ένα από τα λίγα αντικείμενα που είχε κληρονομήσει από τους προγόνους του τα ξωτικά και που διατηρούσε ακόμα, διέθετε μοναδική ομορφιά. Η λάμψη του ατσαλιού δεν είχε μειωθεί με το πέρασμα των χρόνων, ούτε η ελαφρότητα του, που σε συνδυασμό με την εντυπωσιακή του σκληρότητα, το καθιστούσαν ένα όπλο εύχρηστο και θανατηφόρο. Η λεπίδα του ήταν διακοσμημένη με σκαλίσματα σε κάποια παράξενη γραφή, που σχημάτιζαν μαγικές λέξεις σε μια αρχαία γλώσσα που κανένας ποτέ δεν ήξερε να πει στον Συριέλ τι σήμαιναν. Έδιναν, όμως, στο σπαθί ορισμένες μαγικές δυνάμεις που είχαν σώσει τη ζωή του ιδιοκτήτη του πάνω από μία φορά.

    Ωστόσο, το πιο εντυπωσιακό ήταν η λαβή του, που είχε στο τελείωμά της ένα κεφάλι δράκου, σκαλισμένο με δεξιοτεχνία και διακοσμημένο με έναν πολύτιμο λίθο χρυσού χρώματος που ξεχώριζε από τα υπόλοιπα στοιχεία του όπλου. Επρόκειτο για ένα πετράδι σημαντικού μεγέθους, που ένα ανθρώπινο χέρι μόλις που μπορούσε να το κλείσει στη γροθιά του. Είχαν διηγηθεί στον Συριέλ ότι στο παρελθόν το πετράδι έλαμπε με το κατάλληλο φως. Ωστόσο, τώρα το μόνο που έκανε ήταν να αντανακλά τις ακτίνες του ήλιου.

    Κατέβηκε τις σκάλες μέχρι την αυλή της εισόδου και στάθηκε δίπλα στον πατέρα του. Το λυγερό κορμί του, ύψους σχεδόν δύο μέτρων, ερχόταν σε αντίθεση με το μέτριο ύψος και την αρκετά πιο παχουλή φιγούρα του πατέρα του και η μακριά ξανθιά του χαίτη ήταν αταίριαστη με τα λιγοστά μαλλιά του μελαχρινού βασιλιά. Το μοναδικό χαρακτηριστικό στο οποίο αντικατοπτριζόταν η πατρότητα του Χόριον στον πρωτότοκό του ήταν τα ζωηρά γαλάζια μάτια που είχαν και οι δύο. Τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά του πρίγκιπα, που ήταν χωρίς αμφιβολία ημι-ξωτικά, τα είχε κληρονομήσει από την όμορφη Κλαριέλ, την καλόκαρδη μητέρα του.

    Η βασιλική άμαξα των ορκ σταμάτησε μπροστά από την επιτροπή υποδοχής. Ο πρώτος που κατέβηκε ήταν ο Γκουλράθ, που χαιρέτησε με ευγένεια τους οικοδεσπότες του. Λίγο μετά ο Συριέλ είδε με συγκαλυμμένη αγανάκτηση ότι ο Γκουλράθ βοηθούσε να κατέβει από την άμαξα μια γυναίκα ορκ, απροσδιορίστου ηλικίας, αρκετά στιβαρή και με μια φυσιογνωμία πολύ δυσάρεστη, η οποία του χάρισε το πιο ειδεχθές χαμόγελο που είχε σκεφτεί ποτέ ο Συριέλ ότι θα μπορούσε να δεχτεί.

    Προς μεγάλη ανακούφιση του υποψήφιου βασιλιά, ο Γκουλράθ τη σύστησε ως τη γυναίκα του, Μπάλδια. Ξαφνικά όλοι έμειναν να κοιτούν τον πρίγκιπα σαν να περίμεναν κάτι απ’ αυτόν κι ο Συριέλ θυμήθηκε ότι οι κανόνες ευγενείας τού ανέθεταν την ανώτατη τιμή να βοηθήσει την πριγκίπισσα να κατέβει από την άμαξα. Παρ’ όλα αυτά, δεν κουνήθηκε μέχρι που αισθάνθηκε μια έντονη αγκωνιά από τον ίδιο του τον πατέρα, περισσότερο απελπισμένα παρά συγκρατημένα.

    Πλησίασε παραιτημένος την πόρτα της άμαξας και έτεινε το χέρι του, λέγοντας με τέτοιο τρόπο που σχεδόν δεν ακούστηκε:

    -Καλώς ορίσατε, Υψηλοτάτη.

    Ένα κομψό χέρι, με χλωμό δέρμα και τόνο ελαφρώς πρασινωπό, ακούμπησε στο μπράτσο του ντροπαλά, αλλά σταθερά, και μια ζεστή και όμορφη φωνή ψέλλισε:

    -Σας ευχαριστώ, πρίγκιπα Συριέλ.

    Ένα μεταξένιο λευκό φόρεμα αγκάλιαζε μια καλλίγραμμη φιγούρα που θάμπωσε τους πάντες καθώς κατέβηκε απ’ την άμαξα. Οι κινήσεις της ήταν σταθερές χωρίς να τους λείπει η χάρη.

    Αμέσως ο πρίγκιπας εξεπλάγη, καθώς έμεινε να περιεργάζεται ένα πρόσωπο πλαισιωμένο από πλούσια μαύρα μαλλιά γεμάτα μπούκλες και ένα όμορφο χαμόγελο που στόλιζε μια γνάθο που προεξείχε, με αδιαμφισβήτητα χαρακτηριστικά ορκ, που δεν υπολείπονταν, ωστόσο, σε ομορφιά. Ούτε καν το ήπιο πρασινωπό χρώμα του δέρματος της νεαρής ορκ, που ήταν της ίδιας ηλικίας με τον Συριέλ, δεν εμπόδισε τον πρίγκιπα από το να μείνει έκθαμβος από την εξωτική γοητεία της πριγκίπισσας.

    Αλλά αυτό που προκάλεσε τη μεγαλύτερη έκπληξη στον Συριέλ ήταν δυο φωτεινά πράσινα μάτια, που βρίσκονταν σχεδόν στο ύψος του, στα οποία διάβασε μια έντονη εξυπνάδα και μια εξαιρετική αγνότητα ψυχής.

    Ο πρίγκιπας είχε κληρονομήσει από τους προγόνους του, τα ξωτικά, την ικανότητα να διαβάζει την ψυχή όλων των ειδών των πλασμάτων μέσα από τα μάτια τους. Αυτή η ιδιότητα ποτέ δεν τον είχε προδώσει και πάντα τον είχε βοηθήσει να περιβάλλεται από συνεργάτες κι εκπροσώπους με αξιοσημείωτη γενναιότητα, εξυπνάδα και άκαμπτη αφοσίωση. Επίσης, τον είχε βοηθήσει να απορρίψει τις αμέτρητες υποψήφιες συζύγους του, στις οποίες είχε διαβάσει τη φιλοδοξία και την απουσία θετικών συναισθημάτων, που δυστυχώς χαρακτήριζαν όλο και περισσότερο την ανθρώπινη φυλή.

    Αντιθέτως, στα μάτια της Λιριέθ διάβασε ό,τι πιο όμορφο είχε παρατηρήσει ποτέ σε κάποιο πλάσμα, με εξαίρεση το λίγο που θυμόταν πια από το μαγικό και καλοσυνάτο βλέμμα της μητέρας του.

    Ο Συριέλ άργησε λίγο να συνέλθει από την έκπληξή του και, φιλώντας το χέρι της πριγκίπισσας, παρατήρησε επίσης μια ευχάριστη μυρωδιά φρέσκων αγριολούλουδων, όχι όμως σαν να είχε βάλει κάποιο άρωμα, αλλά λες και η μυρωδιά αναδιδόταν από την ίδια της την ουσία. Τελικά ο Συριέλ την κάλεσε να της δείξει τους κήπους του παλατιού, πρόσκληση την οποία εκείνη δέχτηκε με ευχαρίστηση και με μια αποτυχημένα κρυμμένη συστολή.

    Ο βασιλιάς Χόριον καλωσόρισε τους αριστοκρατικούς του καλεσμένους και τους κάλεσε να μπουν στο παλάτι, αποχαιρετώντας το νεαρό ζευγάρι.

    Ήταν έθιμο οι πρίγκιπες να χαρίζουν μια λευκή φοράδα από την πιο αγνή ράτσα στη μέλλουσα σύζυγό τους τη μέρα της ανακοίνωσης του αρραβώνα. Έτσι, ο Συριέλ πήγε τη Λιριέθ στους στάβλους για να της προσφέρει την πιο τέλεια λευκή φοράδα που είχε δει ποτέ. Αν και φοβόταν ότι το άλογο θα κλωτσούσε μαζί της, καθώς μόνο οι πιο άγριες ράτσες των αλόγων ήταν ικανές να ανεχθούν την παρουσία των ορκ. Ωστόσο, όταν της έδειξε το ζώο, παρατήρησε αμέσως ότι όχι μόνο ήταν ικανό να ανεχθεί τη Λιριέθ, αλλά και ότι μπορούσε να δημιουργήσει μαζί της μια καλή σχέση, ίσως ακόμα και σαν εκείνη που είχε ο ίδιος με την πιστή του Νύχτα, ένα όμορφο κατάμαυρο καθαρόαιμο.

    -Λιριέθ, σας προσφέρω αυτή τη φοράδα που ονομάζεται Πανσέληνος και προέρχεται από τις πιο αγνές και αρχοντικές ράτσες, ως δώρο για τον αρραβώνα μας. Ελπίζω ότι θα τη δεχτείτε και ότι είναι της προτίμησής σας -απήγγειλε ο Συριέλ, περισσότερο με συμβιβασμένη τυπικότητα παρά με ενθουσιασμό.

    Όμως η απάντηση της πριγκίπισσας προκάλεσε για ακόμα μία φορά έκπληξη στον άνθρωπο.

    -Πρίγκιπα Συριέλ, ας αφήσουμε τις παραδόσεις και ας μιλήσουμε καθαρά. Ξέρω ότι αισθάνεστε υποχρεωμένος να θυσιάσετε το υπόλοιπο της ζωής σας για το καλό του λαού σας και σας σέβομαι και σας θαυμάζω γι’ αυτό. Αλλά θέλω να ξέρετε ότι η ιδέα του γάμου ξεκίνησε από μένα, εγώ πρότεινα στον πατέρα μου αυτή την ένωση και όχι γιατί ήθελα να παντρευτώ έναν όμορφο πρίγκιπα άνθρωπο με ξανθιά χαίτη και μάτια στο μπλε του ουρανού, αλλά επειδή, αν δεν ενώνονταν οι λαοί μας εναντίον των σκοτεινών, θα καταλήγαμε όλοι νεκροί ή σκλάβοι τους. Ο πατέρας μου σκεφτόταν να συμφωνήσει με τις Εξοχότητές σας ένα είδος υποταγής, που δε θα ήταν σαν παράδοση, αλλά που στην τελική δε θα έπαυε να είναι ακριβώς αυτό. Παρ’ όλα αυτά, για να πολεμήσουμε εναντίον των σκοτεινών με τρόπο αποτελεσματικό, χρειάζονται ακόμη πολλά, ξεκινώντας από κάποιους στοιχειώδεις δεσμούς αλληλοκατανόησης μέχρι και την αληθινή φιλία. Κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί στους λαούς μας μόνο δίνοντας το καλό παράδειγμα κι αυτό μπορούμε να το κάνουμε μόνο εμείς οι δύο.

    Περιμένοντας κάποια δευτερόλεπτα ώστε ο συνομιλητής της να αφομοιώσει τις λέξεις της, η Λιριέθ συνέχισε:

    -Γι’ αυτό σας προτείνω μια συμφωνία απαραβίαστη, εφόσον η ζωή των λαών μας εξαρτάται απεγνωσμένα από αυτό. Ας συμφωνήσουμε επίσημα ότι θα προσποιηθούμε πως η ένωσή μας είναι καρπός αληθινής αγάπης. Μόνο έτσι θα είμαστε ικανοί να σπείρουμε και να διαδώσουμε τον σπόρο της φιλίας και της ομόνοιας ανάμεσα στα ορκ και τους ανθρώπους -πρότεινε η τολμηρή πριγκίπισσα με πάθος και αποφασιστικότητα.

    Αφού χαμογέλασε σχεδόν ανεπαίσθητα, βλέποντας μια έκφραση βαθιάς έκπληξης ζωγραφισμένη στο πρόσωπο του πρίγκιπα, πρόσθεσε:

    -Έχω υπόψη μου την αποστροφή που προκαλούν τα ορκ στους ανθρώπους και καταλαβαίνω τη δυσκολία που μπορεί να έχετε στο να εκπληρώσετε το δικό σας μέρος. Όμως γνωρίζω επίσης ότι είστε ένας γενναίος και καλός πρίγκιπας και αποτελείτε παράδειγμα για τον λαό σας. Είμαι πεπεισμένη ότι θα είστε ικανός να το φέρετε εις πέρας, ακόμα και με έναν τρόπο έστω και ελάχιστα πειστικό. Δεν μπορώ να σας δώσω πολύ χρόνο για να το σκεφτείτε, αυτή η συμφωνία είναι μεταξύ μας, κανείς άλλος δεν πρέπει να το μάθει. Στον πατέρα μου έδωσα μόνο την ιδέα, αλλά δεν ξέρει τίποτα γι’ αυτή τη συμφωνία, ούτε η μητέρα μου. Εκείνους, όπως και όλους, πρέπει να τους πείσουμε ότι η αγάπη μας είναι ειλικρινής και πραγματική, για να είναι σε θέση να μεταδώσουν με μεγαλύτερη ένταση στους λαούς τους όμορφα συναισθήματα ανάμεσα στις δυο φυλές. Πρέπει να ξεκινήσουμε να ερμηνεύουμε τον ρόλο μας το συντομότερο δυνατό, γι’ αυτό πρέπει να αποφασίσετε αυτή τη στιγμή αν δέχεστε τη συμφωνία ή αν θα συνεχίσετε με τις παραδόσεις σας με αυτό το ύφος σφαγμένου κουνελιού. Αν έχετε άλλη καλύτερη ιδέα για το πώς θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τους σκοτεινούς με εγγυημένα αποτελέσματα, θα σας ακούσω με προσοχή. Αν όχι, ή θα δεχτείτε την πρότασή μου ή θα καταλήξουμε αναπόφευκτα να υποκύψουμε στους εχθρούς μας -κατέληξε η πριγκίπισσα, με ειλικρινή λύπη.

    Ο Συριέλ άργησε λίγα δευτερόλεπτα να συνέλθει από τις απανωτές εκπλήξεις. Ωστόσο, αφού αναλογίστηκε και ζύγισε την ιδιαίτερη πρόταση της παρορμητικής πριγκίπισσας, τελικά κατάφερε να απαντήσει:

    -Σήμερα το πρωί σχεδόν ευχόμουν να πεθάνω πριν δω τον λαό μου υποταγμένο στα ορκ και ταυτόχρονα να βρεθώ συνδεδεμένος με το ζόρι με μια γυναίκα ορκ. Αλλά τα ευγενή και ειλικρινή σας λόγια -ενώ σκέφτηκε και αυτό που είχε διαβάσει στα όμορφα μάτια της- κάνουν να γεννηθεί μέσα μου μια καινούργια ελπίδα. Δέχομαι τη συμφωνία σας, Λιριέθ, και ορκίζομαι να δώσω τη ζωή μου πριν την προδώσω. Και μην ανησυχείτε, γιατί μπορώ να ερμηνεύσω τον ρόλο μου με απόλυτη πειστικότητα για όλους αυτούς που θα παρακολουθούν.

    Και αφού θαύμασε το όμορφο χαμόγελο που ζωγραφίστηκε στο ευχαριστημένο πρόσωπο της πριγκίπισσας, πρόσθεσε:

    -Υποθέτω, λοιπόν, ότι δέχεστε αυτό το άλογο…

    -Είναι η πιο όμορφη φοράδα που έχω δει ποτέ. Τη δέχομαι ευχαρίστως, πρίγκιπα Συριέλ -απάντησε η Λιριέθ, ενώ χάριζε ένα τρυφερό χάδι στο ζώο κι ένα φωτεινό χαμόγελο στον αρραβωνιαστικό της-. Κι εγώ έχω ένα δώρο για σας… -είπε η Λιριέθ στον πρίγκιπα.

    Και του έτεινε το χέρι της όπου ξαφνικά εμφανίστηκε μια χρυσή αλυσίδα με ένα κρεμαστό στο μέγεθος ανθρώπινης γροθιάς, που έφερε ένα πανέμορφο και τέλειο επίπεδο ρουμπίνι.

    -Είναι ένα πολύτιμο φυλαχτό που θα σας προστατεύει από τη μαύρη μαγεία των σκοτεινών -του είπε- και θα σας δίνει εκ νέου δύναμη όταν πιστεύετε ότι όλα έχουν χαθεί. Είναι ένα πανάρχαιο περιδέραιο, αλλά το μάγεψα εγώ η ίδια. Είμαι μια ισχυρή μάγισσα, καλύτερα να το μάθετε όσο το δυνατόν νωρίτερα αν πρόκειται να μοιραστούμε τις ζωές μας -εξομολογήθηκε η πριγκίπισσα, χωρίς να καταφέρει να κρύψει έναν τόνο περηφάνιας.

    -Είστε και μάγισσα; Θα σταματήσετε κάποια στιγμή να με εκπλήσσετε; -ρώτησε ο Συριέλ, με κάπως πιο ανεβασμένη τη διάθεσή του.

    -Πιθανότατα, όχι. Πάντα θα κρατάω κάτι κρυμμένο για να συνεχίσω να σας εκπλήσσω -αστειεύτηκε η Λιριέθ.

    Ο Συριέλ πήρε το φυλαχτό και το κρέμασε στον λαιμό του. Του φάνηκε ότι το ρουμπίνι και το πετράδι από το σπαθί του έλαμψαν ταυτόχρονα για μια ανεπαίσθητη στιγμή. Και σχεδόν χωρίς να το καταλάβει, πήρε το χέρι της πριγκίπισσας και της φίλησε απαλά την παλάμη, ευχαριστώντας την για το πολύτιμο δώρο.

    -Κι αυτή η ουλή; -θέλησε να μάθει ο πρίγκιπας, δείχνοντας την παλάμη της αρραβωνιαστικιάς του.

    -Την απέκτησα πριν από πολύ καιρό, ακονίζοντας το σπαθί μου -είπε ψέματα η Λυριέθ.

    Το ψέμα δεν έγινε αντιληπτό από την έκτη αίσθηση του πρίγκιπα, καθώς η πριγκίπισσα πρόσεξε τα μάτια της να μη βρίσκονται στο οπτικό πεδίο των δικών του ενώ το έλεγε.

    Ο Συριέλ ξανακοίταξε την πριγκίπισσα στα μάτια.

    -Σε αυτό το σημείο δε θα με παραξένευε πια ακόμα κι αν χειριζόσασταν ένα σπαθί καλύτερα από μένα -είπε ο Συριέλ με τόνο ξεκάθαρης πρόκλησης.

    -Να μην έχετε την παραμικρή αμφιβολία, όποτε θέλετε μπορούμε να το επιβεβαιώσουμε -γέλασε η πριγκίπισσα.

    Ο Συριέλ έπιασε τη Λυριέθ από τη μέση και είπε:

    -Είναι επίσης παράδοσή μας, μετά από την ανταλλαγή των δώρων μεταξύ των νέων αρραβωνιασμένων, να φιληθούν.

    Κι αμέσως μετά ένωσε τα χείλη του με τα χείλη της πριγκίπισσας και αυτή τη φορά ήταν η σειρά της να εκπλαγεί, ενώ σκεφτόταν ότι ο πρίγκιπας άρχισε να ερμηνεύει τον ρόλο του πολύ καλύτερα απ’ ό,τι εκείνη περίμενε.

    Η μεγάλη συμμαχία

    Φριένια, έτος 1815 της δεύτερης εποχής

    Οι δύο βασιλικές ακολουθίες βρίσκονταν καθισμένες στο μεγαλόπρεπο τραπέζι της αίθουσας συνεδριάσεων του βασιλιά Χόριον.

    Η αποστολή των ανθρώπων ήταν αποκαρδιωμένη και θλιμμένη και κανείς δεν αποφάσιζε να ξεκινήσει τη συζήτηση, ούτε καν ο βασιλιάς Χόριον.

    Τελικά, αυτός που έσπασε τη σιωπή ήταν ο βασιλιάς Γκουλράθ:

    -Βασιλιά Χόριον, κύριοι, δε βρίσκομαι εδώ για να απαιτήσω μια άνευ όρων υποταγή από την πλευρά των ανθρώπων, παρ’ όλο που θα ήμουν σε θέση να το κάνω δεδομένης της έκβασης της τελευταίας μάχης. Έχουμε ήδη χύσει πολύ αίμα, μάταια χωρίς αμφιβολία, σε μια διαμάχη αιώνων, που ίσως κανείς δε θυμάται πια γιατί ξεκίνησε. Ίσως ήμασταν εμείς, τα ορκ, που την ξεκινήσαμε, ωστόσο τώρα ήταν ο άνθρωπος εκείνος που δεν ήθελε να τη λήξει και μας ανάγκαζε να τη συνεχίζουμε, αγνοώντας τις αναρίθμητες προτάσεις μας για σύναψη ειρήνης. Χρειάστηκε μια νέα, υπερβολική και περιττή αιματοχυσία στο χείλος αυτής της πόλης για να σας κάνει να καταλάβετε τη ματαιότητα αυτού του πολέμου.

    Έπειτα από μια σύντομη παύση για να ενισχύσει την προσοχή των παρευρισκομένων, ο βασιλιάς των ορκ συνέχισε:

    -Μια ταπεινωτική υποταγή του ανθρώπινου βασιλείου δε θα έκανε τίποτα παραπάνω από το να αναβιώσει τα μίση και να μετατρέψει την ανοιχτή μάχη σε μια σύγκρουση με αντάρτες και αντιστασιακούς. Κι εγώ, ως βασιλιάς των ορκ, δεν το θέλω αυτό, ούτε επιθυμώ να εξαλείψω από προσώπου γης κάθε ίχνος ανθρώπινης ζωής, όπως υποστηρίζουν πολλοί εκ των παρευρισκομένων. Αυτό που λαχταρώ είναι μια ειρήνη σταθερή και με διάρκεια, να ξεκινήσουμε μια συμβίωση με τους ανθρώπους, όπως συμβίωναν κάποτε τα ξωτικά και οι άνθρωποι. Αυτό που επιδιώκω είναι να ξεκινήσουμε μια συμμαχία ανάμεσα στα βασίλειά μας, ικανή να κάνει τους σκοτεινούς να καταλάβουν ότι είτε θα παραμείνουν μέσα στα όρια του βασιλείου τους είτε θα συντριβούν από έναν στρατό ενωμένο με εμπιστοσύνη, ακόμα και φιλία, μεταξύ ανθρώπων και ορκ, ορκ και ανθρώπων. Για αυτό τον λόγο προσφέρω το χέρι της λατρεμένης μου κόρης στον γενναίο πρίγκιπα της Ντέλφια ως σύμβολο και παράδειγμα μιας επιτυχημένης συμμαχίας από ίσο προς ίσο μεταξύ των λαών μας. Αυτή η ένωση θα είναι η επισφράγιση της συμμαχίας που πρέπει να συνάψουμε, χωρίς καβγάδες, χωρίς νικητές και ηττημένους και χωρίς να κοιτάμε το φοβερό παρελθόν, αλλά μόνο το ελπιδοφόρο μέλλον.

    Μετά από αυτά τα λόγια και αφού συλλογίστηκε για λίγο, ο βασιλιάς Χόριον σηκώθηκε λέγοντας:

    -Βασιλιά Γκουλράθ, βασίλισσα Μπάλδια,

    Enjoying the preview?
    Page 1 of 1