Discover millions of ebooks, audiobooks, and so much more with a free trial

Only $11.99/month after trial. Cancel anytime.

Πως να Μεγαλώσετε Σωστά Ένα Καλό Παιδί
Πως να Μεγαλώσετε Σωστά Ένα Καλό Παιδί
Πως να Μεγαλώσετε Σωστά Ένα Καλό Παιδί
Ebook188 pages2 hours

Πως να Μεγαλώσετε Σωστά Ένα Καλό Παιδί

Rating: 0 out of 5 stars

()

Read preview

About this ebook

Το βιβλίο ‘Πως να μεγαλώσετε Σωστά ένα Καλό Παιδί’ δεν είναι από τα κλασικά συμβατικά βιβλία αυτοβοήθειας, αλλά μια συλλογή από 23 χιουμοριστικές, ειλικρινείς και εγκάρδιες ιστορίες για τις προκλήσεις και τις χαρές που αντιμετωπίζει κάποιος όταν μεγαλώνει παιδιά, και για την ευτυχία που νιώθουν και οι γονείς και τα παιδιά σε μια οικογένεια. Εξερευνά θέματα όπως η ειλικρίνεια, η αφοσίωση, το κουράγιο, η σκληρή δουλειά, η αποφασιστικότητα και η αγάπη. Το βιβλίο αυτό θα σας κάνει να γελάσετε μέχρι δακρύων με ιστορίες αυθεντικές, για την σπουδαιότητα του χαρακτήρα και της εντιμότητας. Eίναι διασκεδαστικό αλλά με βαθιά νοήματα, ένα από τα καλύτερα βιβλία για όλους τους γονείς και όσους μεγαλώνουν παιδιά ή και για όσα ‘μεγάλα’ παιδιά θελήσουν να το διαβάσουν.

LanguageΕλληνικά
Release dateFeb 21, 2019
ISBN9781547571000
Πως να Μεγαλώσετε Σωστά Ένα Καλό Παιδί

Related to Πως να Μεγαλώσετε Σωστά Ένα Καλό Παιδί

Related ebooks

Reviews for Πως να Μεγαλώσετε Σωστά Ένα Καλό Παιδί

Rating: 0 out of 5 stars
0 ratings

0 ratings0 reviews

What did you think?

Tap to rate

Review must be at least 10 words

    Book preview

    Πως να Μεγαλώσετε Σωστά Ένα Καλό Παιδί - Starbuck O'Dwyer

    1

    Η ΣΠΟΥΔΑΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΝΘΟΥΣΙΑΣΜΟΥ

    Φύγαμεεεεεε

    Την άνοιξη του 1976, ο πατέρας μου είχε μια ιδέα. Για την επέτειο των διακοσίων χρόνων της χώρας μας, αποφάσισε να την διασχίσουμε οικογενειακώς, κάνοντας ελεύθερο κάμπινγκ ως καλοκαιρινή εξόρμηση. Ήταν τολμηρή σκέψη από μέρους του, αν σκεφτεί κανείς πως όλοι μας, ακόμη και ο ίδιος, μισούσαμε το κάμπινγκ. Αλλά ήταν αποφασισμένος να μας δείξει την ομορφιά της γης μας και φυσικά πάντα αυστηρά μέσα στον επιτρεπόμενο οικονομικό οικογενειακό προϋπολογισμό.  Πιστεύω πως το είδε ως εξής: γιατί να πληρώσω για ένα ασφαλές, άνετο ξενοδοχείο όταν μπορούμε να κοιμηθούμε έξω σε ένα δημόσιο πάρκο δίπλα σε επικίνδυνους πιθανότατα οπλισμένους ξένους, εντελώς δωρεάν.

    Ο πατέρας μου δεν ήταν από τους ανθρώπους που ήθελαν τη συναίνεση των άλλων όταν έπαιρνε μια απόφαση.  Γέννημα θρέμμα της δεκαετίας του 50 σε καθαρά πατριαρχική κοινωνία, πιστεύει πως οι αληθινοί ηγέτες δεν επηρεάζονται από τις ταπεινές γνώμες των άλλων, και ιδιαίτερα των μελών της οικογένειας τους. Έτσι λοιπόν, όπως το συνήθιζε, ανακοίνωσε την απόφαση του για το ταξίδι μας όπως ανακοίνωνε όλες τις σοβαρές αποφάσεις που είχαν άμεση σχέση με την οικογένεια μας: στο βραδινό τραπέζι, όταν οι αντοχές και οι άμυνες της μητέρας μου ήταν στον πάτο. Ήξερε πως εκείνη θα ήταν εντελώς εξουθενωμένη από την δουλειά της ως δασκάλα όλη μέρα και δε θα αντιδρούσε αρνητικά για τις οικογενειακές διακοπές, ακόμη και αν έπρεπε να κουβαλήσει μαζί της όλα τα αντικουνουπικά του κόσμου και ένα βουνό κονσέρβες για να ταΐζει το τσούρμο των παιδιών της γιγάντιες ποσότητες συσκευασμένο μοσχαράκι στρογκανόφ. 

    Έχοντας μάθει μετά από χρόνια εμπειρίας πως ο πατέρας μου ήταν ασυγκράτητη δύναμη όταν επρόκειτο για τις δικές του ιδέες, η μητέρα έκανε ότι μπορούσε για να διορθώσει τις ζημιές που προκαλούσε.

    ‘Θα πάμε για δυο εβδομάδες γλυκέ μου;’ ρώτησε ήρεμα, γνωρίζοντας την τάση του πατέρα μου να το παρακάνει.

    ‘Σκέφτομαι να τις κάνουμε έξι,’ είπε εκείνος.

    ‘Έξι εβδομάδες;’, ρώτησε η μητέρα και το στρογκανόφ κόντεψε να της βγει από τη μύτη.

    Ο πατέρας μου είχε δική του επιχείρηση, οπότε μπορούσε να πάρει όσες μέρες άδεια ήθελε.

    ‘Έξι, μπορεί και επτά,’ απάντησε ο πατέρας μου. ‘Δε μπορεί να δει κανείς τίποτα σε δυο εβδομάδες.’

    ‘Φαντάζομαι όχι σε σκηνή, έτσι δεν είναι;’ ρώτησε η μητέρα μου και ο τρόμος πια ήταν φανερός στον τόνο της φωνής της.

    ‘Όχι, σε μια σκηνή.’ είπε εκείνος.

    ‘Ευτυχώς, Θεέ μου, ‘είπε η μητέρα.

    ‘Σε δυο σκηνές. Μια για εμάς και μια για τα παιδιά.’

    Με ικανότητα και αρκετή τύχη, η μητέρα μου κάποιες φορές κατάφερνε να φέρει τον πατέρα και τις ιδέες του σε καλύτερο δρόμο. Σε αυτήν την περίπτωση, του υπενθύμισε τις 13 εβδομάδες που πέρασαν σε μια σκηνή ως φρεσκοπαντρεμένο ζευγάρι και το γεγονός πως το έντερο της δε μπόρεσε να λειτουργήσει καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της εκδρομής, κατάφερε με αυτόν τον τρόπο να τον πείσει πως ένα όχημα με εσωτερική τουαλέτα θα ήταν καλύτερη λύση. Αμέσως μετά με πήρε και πήγαμε στον έμπορο αυτοκινήτων και φορτηγών για να δούμε τι επιλογές έχουμε, ως προς το να νοικιάσουμε ένα όχημα.

    Εκεί συναντήσαμε τον Έντι, έναν πωλητή με πλαστικό χαμόγελο και καρό σακάκι, ο οποίος μας οδήγησε αμέσως σε ένα όχημα που το περιέγραψε ως θωρηκτό με ρόδες.

    ‘Είναι τεράστιο και απαίσιο,’ είπε ο πατέρας μου. ‘Πόσο καίει ανά χιλιόμετρο;’

    ‘Περίπου ένα γαλόνι τα δέκα χιλιόμετρα αλλά αν θέλετε να εξερευνήσετε τη χώρα με στυλ το καλοκαίρι, το προτείνω ανεπιφύλακτα. Σκαρφαλώστε στον Μαχητή, κύριοι,’ είπε ο Έντι, ανοίγοντας την πόρτα να μπούμε.

    ‘Ευρύχωρο,’ είπε ο πατέρας μόλις μπήκαμε μέσα.

    ‘Πραγματικά, ευρύχωρο και επιπλωμένο, επίσης. Εδώ βλέπετε την κεντρική κρεβατοκάμαρα, την κουζίνα, το σαλονάκι και το στερεοφωνικό. Είναι και αλεξίσφαιρο,’ κοκορεύτηκε ο Έντι.

    ‘Αλήθεια;’ ρώτησε ο πατέρας.

    ‘Έτσι λέει ο διευθυντής,’ απάντησε ο Έντι.

    ‘Πιστεύεις πως θα μας πυροβολήσει κάποιος μπαμπά;’ Ρώτησα ανήσυχος.

    ‘Μάλλον όχι,’ είπε εκείνος. ‘Αλλά είναι καλό να το έχουμε αν υπάρξει τέτοια περίπτωση.’

    Δυστυχώς όμως, μόλις ο Έντι μας είπε την τιμή ενοικίασης, ο πατέρας μου εγκατέλειψε το όνειρο για το συγκεκριμένο όχημα και ζήτησε να δει ένα απλό τροχόσπιτο. Ένα μακρύ ασημί μακρόστενο τροχόσπιτο σα κουκούλι που θα το προσάρμοζε στο αυτοκίνητο μας.

    ‘Αυτά είναι πολύ ωραία,’ είπε ο πατέρας μου περνώντας το χέρι του πάνω από τη γυαλιστερή επιφάνεια του τροχόσπιτου.

    ‘Φυσικά, χωρίς καμία αμφιβολία,’ απάντησε ο Έντι. ‘Δεν έχει φυσικά τα χαρακτηριστικά και τις ανέσεις του άλλου, αλλά θα σας πάει από δω ως εκεί στα σίγουρα.’

    ‘Αυτός είναι ο σκοπός μου,’ είπε ο πατέρας. ‘Πόσο πάει αυτό;’ ρώτησε αφού έριξε μια ματιά στο εσωτερικό του.

    Η απάντηση του Έντι δεν ήταν αρκετά ικανοποιητική και έτσι προχωρήσαμε ακόμη παραπέρα προς το τέλος της αλάνας για να δούμε κάτι που ήταν ‘καλύτερο από σκηνή αλλά όχι τόσο καλό όσο τα τροχόσπιτα,’ όπως το τοποθέτησε ο πατέρας μου. Τώρα είχαμε κατέβει στην κατηγορία με τα πιο απλά τροχόσπιτα.

    Όλα έμοιαζαν ίδια, σαν μεγάλα σάντουιτς όταν ήταν κλειστά και σαν σκηνές με ρόδες και τέντες παντού όταν ήταν ανοιχτά. Ήταν πραγματικά άσχημα σα θέαμα, αλλά η τιμή ήταν σωστή και ο Έντι διαβεβαίωσε τον πατέρα μου πως στήνεται σε ελάχιστο χρόνο και με μεγάλη ευκολία.

    ‘Απλώς ανοίξτε την οροφή και την τέντα μόλις σταματήσετε και αφού κάνετε άλλες 42 κινήσεις είστε έτοιμοι να περάσετε τη νύχτα κάτω από τα άστρα.’

    Μετά από αυτό, έκλεισε η συμφωνία. Ο πατέρας μου αγαπούσε πολύ τα σκληρά παζάρια και ένιωσε πολύ καλύτερα μόλις στερέωσε το καινούριο μας τροχόσπιτο πάνω στο αμάξι.  Οδηγώντας σπίτι όμως, χωρίς να το θέλω, του χάλασα τη καλή διάθεση.

    ‘Πιστεύεις πως θα αρέσει στη Μαμά που δεν έχει εσωτερική τουαλέτα;’ ρώτησα.

    ‘Ας μην της το αναφέρουμε αυτό ακόμη,’ είπε εκείνος. ‘Ας αφήσουμε μερικές εκπλήξεις για το δρόμο.’

    Η ημέρα της αναχώρησης μας έφτασε και ο πατέρας μου δε κρατιόταν από τον ενθουσιασμό.

    ‘Φύγαμεεεεεεεεε!!!’ Φώναξε καθώς βγαίναμε από το πάρκινγκ του σπιτιού μας, με δυνατή φωνή και όλοι έπρεπε να τον ακολουθούμε φωνάζοντας το ίδιο δυνατά κάθε φορά που το αμάξι αναχωρούσε από οπουδήποτε. Ήταν ο πιο κατάλληλος άνθρωπος για να σε κάνει να πιστέψεις ότι περνάς καλά ακόμη και όταν δεν ίσχυε κάτι τέτοιο.

    ‘Δεν είναι τέλεια;’ ρώτησε ενθουσιασμένος καθώς περνούσαμε από το Έρι, της Πενσυλβανίας. ‘Είναι η ίδια διαδρομή που έκαναν ο Λόις και ο Κλάρκ.’

    ‘Όχι δεν είναι μπαμπά,’ είπε η αδερφή μου.

    ‘Είναι παρόμοια, απάντησε εκείνος.

    Είχε επίσης τον τρόπο να σε πείσει πως ότι έβλεπες ήταν σημαντικό, πραγματικό ταλέντο δηλαδή αν σκεφτεί κανείς πως δεν υπήρχε τίποτα να δεις στη διαδρομή από τη Δυτική Νέα Υόρκη και το Κολοράντο εκτός από το Όρος Ράσμορ. Ξεχείλιζε από Αμερικάνικη αισιοδοξία, πίστευε πως κάτι καλύτερο ήταν στην επόμενη στροφή. Και ήταν άσκοπο να αντιδράσει κανείς.

    ‘Παιδιά, αυτά που βλέπετε μπροστά σας είναι οι ιστορικότεροι αμμόλοφοι στη χώρα,’ είπε ο πατέρας μου καθώς στεκόμασταν στη μέση του Εθνικού Δρυμού Ιντιάνα.

    ‘Τι το ιστορικό έχουν;’ ρώτησα.

    ‘Δεν είναι καταπληκτικοί;’ ρώτησε εκείνος αγνοώντας εντελώς την ερώτηση μου. ‘Περιμένετε να δείτε τι υπάρχει παρακάτω.’

    Σε όλη τη διαδρομή, επειδή δεν είχαμε DVD ή οποιαδήποτε άλλη ηλεκτρονική συσκευή μαζί μας, οι γονείς μας προσπαθούσαν να μας απασχολήσουν εμένα και την αδερφή μου με διάφορους τρόπους και ασχολίες. Σταυρόλεξα, παζλ, κουίζ στη Γεωγραφία και τις πρωτεύουσες, κουΐζ στους Προέδρους του κράτους και τραγούδια για όλη την οικογένεια. Επίσης υπήρχαν και οι κλασικοί καυγάδες ανάμεσα στα αδέρφια στο πίσω κάθισμα, προσπαθώντας να σπάσουμε ο ένας τα νεύρα του άλλου, κουνιόμασταν πέρα δώθε σαν τους τρελούς, δεμένοι φυσικά με τις ζώνες.

    Όμως, παρόλαυτα όταν περάσαμε τα σύνορα μια αίσθηση περιπέτειας για πρώτη φορά με συνεπήρε και αυτό ήταν πολύ εντυπωσιακό. Κάθε απόγευμα, βοηθούσα τον πατέρα μου να στήσει το τροχόσπιτο και να ετοιμάσουμε τη φωτιά και έτρωγα φαγητό στα κάρβουνα με την οικογένεια μου σε τσίγκινα πιατάκια. Καθώς με έπαιρνε ο ύπνος άκουγα τον ήχο από τα ζώα στο δάσος και επειδή αγχωνόμουν η μητέρα μου με διαβεβαίωνε πως δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος και πως δε ζούσαν αρκούδες στην περιοχή. Κλειδωμένος πίσω από την ασφάλεια της πόρτας του προσωρινού μας σπιτιού είχα αρχίσει να γίνομαι φανατικός φυσιολάτρης.

    Αναπόφευκτα, καθώς οι μέρες και οι ώρες που περνούσαμε στο αυτοκίνητο συνεχίζονταν και ο ήλιος μας έκαιγε μέσα από τα παράθυρα, έγινα ανήσυχος και άρχισα να αναρωτιέμαι ποιο ήταν το νόημα όλης αυτής της κατάστασης. Ο πατέρας μου είχε εγγυηθεί πως θα δούμε διάφορα αξιοθέατα που θα μας αφήσουν άφωνους και γεμάτους δέος αλλά είχα αρχίσει να πιστεύω πως τα παραέλεγε και τίποτε από αυτά δε θα συνέβαινε. Ταξιδεύοντας στο Ιλινόις, την Άιοβα και τη Νεμπράσκα, περίμενα να μείνω άφωνος από κάτι αλλά το μόνο που βλέπαμε ήταν μίλια ολόκληρα από επίπεδη, καφέ γη.

    Τότε, ξαφνικά, μόλις σκέφτηκα ότι όλα όσα μας υποσχέθηκε ήταν ένα μάτσο μπούρδες εμφανίστηκαν μπροστά μας τα Βραχώδη Όρη, πέρα στον ορίζοντα σαν την Χώρα του Οζ.  Πλησιάζοντας ολοένα και περισσότερο ήμουν καθηλωμένος από την απίστευτη απεραντοσύνη και το μεγαλείο τους. Δεν είχα δει ποτέ ξανά κάτι τέτοιο.

    ‘Ουάου. Θα περάσουμε μέσα από τα βουνά;’ Ρώτησα και ο ενθουσιασμός μου επέστρεψε.

    ‘Κατευθείαν μέσα στην κοιλιά του τέρατος,’ είπε ο πατέρας μου. ‘Θα σκαρφαλώσουμε περίπου 13.000 πόδια πάνω από το επίπεδο της θάλασσας.

    ‘Τέλεια,’ είπα φανερά εντυπωσιασμένος.

    ‘Φυγαμεεεεεεεεεεε!!!’ φώναξε.

    Το Εθνικό πάρκο στα Βραχώδη Όρη δε μας απογοήτευσε.  Ούτε και το Γέλοουστοουν, το Μπράις, το Ζίον και το Γκραντ Κάνυον. Το κάθε ένα από αυτά φανταστικό με τον τρόπο του. Τις επόμενες δυο εβδομάδες, κατασκηνώσαμε σε αυτά τα πέντε μέρη και άρχισα να κατανοώ την ιδέα και το όραμα του πατέρα μου. Ήταν σημαντικό να έχει δει αυτά τα μέρη κάποιος, την ομορφιά της φύσης, και την ιστορική τους σημασία. Είχε δίκιο από την αρχή και όσα παράπονα είχα αρχίσει να κάνω για τις πολλές ώρες μέσα στο αυτοκίνητο και την αφόρητη ζέστη, σταμάτησαν άμεσα. Καθώς φεύγαμε από το Γκραντ Κάνυον ήμουν έτοιμος για ακόμη περισσότερα.

    ‘Λοιπόν τι θα δούμε μετά, μπαμπά; Γιόσεμαητ; Ίσως το Ρέντγουντ;’ Ρώτησα διαβάζοντας τον ταξιδιωτικό οδηγό που χρησιμοποιούσαν οι γονείς μου. ‘Έχω ακούσει πολύ καλά λόγια για το Γκλάσιερ.’

    ‘Δε θα πάμε σε άλλα Εθνικά πάρκα,’ είπε ο πατέρας μου.

    ‘Δε θα πάμε;’ ρώτησα. ‘Που πάμε;’

    ‘Στο Λας Βέγκας, είπε ο πατέρας μου.

    ‘Στο Λας Βέγκας;΄’ ρώτησα.

    Όταν ο πατέρας πάρκαρε το αμάξι μας στο πάρκινγκ του Σέζαρ Πάλας και έδωσε τα κλειδιά στον παρκαδόρο, φαινόταν πανευτυχής, δεν τον είχα ξαναδεί έτσι. Αυτό που δεν είχα αντιληφθεί ακόμη ήταν πως τα ζόρια της κατασκήνωσης είχαν κουράσει τους γονείς μου. Ο πατέρας ήταν πτώμα να στήνει κάθε μέρα το τροχόσπιτο και η μαμά μου δεν είχε πάει κανονικά στην τουαλέτα εδώ και ένα μήνα. Ήταν έτοιμη για αληθινό μπάνιο σε μπανιέρα, για γιγάντιο κρεββάτι και για ζεστό γεύμα σερβιρισμένο σε κανονικά πιάτα και σε κανονικό τραπέζι. Έτσι απλά λοιπόν, κλείσαμε ξενοδοχείο και η περιπέτεια μας με την φύση έλαβε τέλος.

    Φυσικά, η αδερφή μου και εγώ προσαρμοστήκαμε αμέσως στη ζωή του ξενοδοχείου και σύντομα παραγγέλναμε στο δωμάτιο σαν επαγγελματίες βλέπαμε σειρές στην τηλεόραση και παρακαλούσαμε να παίξουμε στα φρουτάκια. Μαζί με τους γονείς μας κάναμε ηλιοθεραπεία στην γιγάντια πισίνα του ξενοδοχείου και συνηθίσαμε εύκολα στην εκπληκτική αλλά σύντομη αυτή εμπειρία της ‘καλής ζωής’.

    Μετα τη στάση μας στο Σέζαρ, δεν ξαναμείναμε στο τροχόσπιτο. Στην διαδρομή

    Enjoying the preview?
    Page 1 of 1