Discover millions of ebooks, audiobooks, and so much more with a free trial

Only $11.99/month after trial. Cancel anytime.

Παιδιά της Μεσογείου: Η οδύσσεια των Ασυνόδευτων Προσφυγόπουλων
Παιδιά της Μεσογείου: Η οδύσσεια των Ασυνόδευτων Προσφυγόπουλων
Παιδιά της Μεσογείου: Η οδύσσεια των Ασυνόδευτων Προσφυγόπουλων
Ebook313 pages5 hours

Παιδιά της Μεσογείου: Η οδύσσεια των Ασυνόδευτων Προσφυγόπουλων

Rating: 0 out of 5 stars

()

Read preview

About this ebook

Νέο-ιστορικό, ρεαλιστικό, κοινωνικό-πολιτικό μυθιστόρημα, ιδιαίτερα επίκαιρο, μια δυνατή αναφορά στην προσφυγική κρίση, που χτυπά κυρίως τα παιδιά, τα ασυνόδευτα προσφυγόπουλα.
Το φθινόπωρο του 2014, η Λητώ, φιλόλογος, τοποθετείται ως αναπληρώτρια καθηγήτρια σε Γυμνάσιο του νησιού της Κω. Εκεί, συναντά πρόσφυγες που καταφθάνουν με σαπιοκάραβα από τις τουρκικές ακτές. Αποφασίζει συνειδητά να βοηθήσει τους πρόσφυγες, ως εθελόντρια, στο «Ιπποκράτειο» νοσοκομείο της Κω. Στο θάλαμο του νοσοκομείου συναντά τρεις Σύριους πρόσφυγες, βαριά τραυματισμένους, τον Ασλάν, παλιό γνώριμο, από τις κοινές τους μεταπτυχιακές σπουδές στη Σκωτία, μαζί με άλλους δυο Σύριους φίλους του, τον Τζαμάλ και τον Οσάμα, που συνοδεύουν εννέα μικρά παιδιά, προσφυγόπουλα, ορφανά πολέμου. Η Λητώ εμπλέκεται στη ζωή των τριών ανδρών και των εννέα παιδιών. Το προσφυγικό ζήτημα γίνεται δικό της θέμα, κομμάτι του ψυχισμού της, πράγμα που εκφράζεται έντονα στα τραγούδια που παίζει στην κιθάρα της, στους μαθητές της στο σχολείο της Κω, στη ζωή της, στον τρόπο που αναζητά τις θέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ, των εμπλεκόμενων κρατών. Στηρίζει με ιδιαίτερη ευαισθησία τα ασυνόδευτα παιδιά - προσφυγόπουλα, που πέφτουν θύματα επικίνδυνων εγκληματιών και χάνονται κατά τη διάρκεια της πορείας τους προς την κεντρική και βόρεια Ευρώπη, σε βρώμικα κυκλώματα εκμετάλλευσης, πορνείας, παιδεραστών, εμπορίου ανθρωπίνων οργάνων, ναρκωτικών, κ.ά. Ο δυνατός έρωτάς της για τον Ασλάν και η αγάπη της για τα παιδιά την οδηγεί μαζί τους, στην κεντρική Ευρώπη και στην ενεργή συμμετοχή της στο προσφυγικό ζήτημα καθώς και στην τοποθέτησή της με πρακτικό τρόπο, σε ένα θέμα που αφορά όλη την Ευρώπη, την παγκόσμια κοινότητα, τον ΟΗΕ, καθώς χτυπάει βάναυσα, εδώ και χρόνια, τους λαούς της Μεσογείου και υποθάλπει κρυφά, άνομα, αλλά και φανερά συμφέροντα.
Είναι ένα βιβλίο που χτυπά τον ρατσισμό, την ξενοφοβία, τις θρησκευτικές προκαταλήψεις, στηρίζει τον άνθρωπο και τις πανανθρώπινες αξίες, που κουρελιάζονται από πολέμους, εμφυλίους, μίση, φανατισμούς και ζητά αλληλεγγύη και πιστή εφαρμογή των νόμων και κανόνων του ΟΗΕ, που έχουν να κάνουν με τα ανθρώπινα δικαιώματα.

LanguageΕλληνικά
PublisherPublishdrive
Release dateOct 19, 2016
ISBN9781911352464
Παιδιά της Μεσογείου: Η οδύσσεια των Ασυνόδευτων Προσφυγόπουλων

Related to Παιδιά της Μεσογείου

Related ebooks

Reviews for Παιδιά της Μεσογείου

Rating: 0 out of 5 stars
0 ratings

0 ratings0 reviews

What did you think?

Tap to rate

Review must be at least 10 words

    Book preview

    Παιδιά της Μεσογείου - Γιώτα Τσαρμποπούλου

    συγγραφέα

    Η απόφαση

    Μετά την απόκτηση του πτυχίου μου, από το Καποδιστριακό πανεπιστήμιο των Αθηνών, εργαζόμουν σε ένα σχολείο μέσης εκπαίδευσης, στο Μετς, πίσω από το παναθηναϊκό στάδιο, ως ωρομίσθια καθηγήτρια. Το σχολείο, λιτό και ήσυχο ακουμπούσε σχεδόν στο τοίχο του Α΄ νεκροταφείου Αθηνών. Τα χρήματα λίγα, μα η δουλειά πολλή και υπεύθυνη. Ο δικός μου τομέας ήταν να διδάσκω «Έκθεση» και «Νεοελληνική γλώσσα», που σημαίνει να περνάω με τη διδασκαλία μου τη Νεοελληνική γλώσσα στους μαθητές του σχολείου, πασχίζοντας να βελτιώσω την έκφρασή τους, τόσο τη γραπτή, όσο και την προφορική. Δεν τα κατάφερνα πάντα. Η γλώσσα δε διδάσκεται σε ένα χειμώνα, σε λίγους μήνες, σε ένα χρόνο… Η γλώσσα είναι πέλαγος! Όποιος δεν έχει κολυμπήσει από μικρός, μέσα σε κείμενα παραμυθιών, μικρών ιστοριών, σχολικών βιβλίων, λογοτεχνικών εντύπων, όντας παθητικός και αδιάφορος στο σχολείο του, πώς να μάθει, ο καημένος, να εκφράζεται, με το γραπτό του λόγο, μέσα σε ένα τρίμηνο, με τη σχολική διδασκαλία;

    Πώς να το καταλάβει και ο γονιός που με κοιτάζει στα μάτια και επιμένει;

    «Πρέπει να το θέλει αλλά και να… μπορεί και το παιδί!», τόνιζα πάντα.

    Έπρεπε λοιπόν να πασχίζω πιο πολύ για όλα αυτά τα παιδιά, που είχαν δυσανάλογα κενά, με αμφίβολα αποτελέσματα. Κι όλα αυτά χωρίς ιδιαίτερο κέρδος, μιας και το ελληνικό κράτος της δυσβάσταχτης οικονομικής κρίσης, δεν άφηνε περιθώρια για κανένα κέρδος, με τους απίστευτους φόρους που είχε επιβάλλει στους Έλληνες, παρά μόνο για μια στριμωγμένη, απλή επιβίωση.

    Ήταν τέλος Αυγούστου, όταν με κάλεσε η Ελένη, φίλη αγαπημένη και παλιά συμφοιτήτρια, στο τηλέφωνο.

    «Λητώ μου, θηρίο μου, τάξε μου να σου πω! Ανακοινώθηκαν οι πρώτες τοποθετήσεις αναπληρωτών, ελάχιστες βέβαια, από το Υπουργείο Παιδείας…! Εσύ τοποθετήθηκες στα Δωδεκάνησα κι εγώ στις Κυκλάδες! Ανακοινώθηκαν βέβαια και στις εφημερίδες πριν λίγο!», είπε έντονα η φίλη μου με έναν ακράτητο ενθουσιασμό. «Ελένη, τι λες; Είσαι σίγουρη;», ρώτησα.

    «Και βέβαια είμαι, έχω την εφημερίδα μπροστά μου!» «Περίεργο, το περίμενα του χρόνου, όχι φέτος…!», απάντησα σκεφτική.

    «Έλα, θα περάσω το βράδυ, να σε πάρω από το σπίτι, θα πάμε για ένα κρασάκι, εκεί κοντά, στην πλατεία Βαρνάβα.», είπε αποφασισμένα.

    «Καλά, σε περιμένω στις οκτώ.», απάντησα μουδιασμένα.

    Στις οκτώ κατέφθασε η Ελένη καλοντυμένη, αρωματισμένη, με το πρόσωπο γεμάτο φως! Το γνωστό ταβερνάκι που καθίσαμε, μας γαργάλισε τη μύτη με τους μεζέδες και το υπέροχο κρασί του. Η Ελένη γέμισε τα ποτήρια μας και τσουγκρίσαμε, με ευχές, που ξορκίζουν την οικονομική κρίση που μας έδενε τα χέρια, τη ζωή μας στην πράξη και τις ελπίδες μας.

    «Σε ένα καλύτερο μέλλον, από αυτό το άσχημο παρόν…!», είπαμε ταυτόχρονα και το εννοούσαμε απόλυτα, πίνοντας γουλιά-γουλιά, εκείνο το μοσχοβολιστό κρασί της Νεμέας, που γέμιζε τον ουρανίσκο με αρώματα.

    «Επί τέλους, να γλυτώσουμε από τη μιζέρια του αβέβαιου, την εκμετάλλευση, την εξάρτηση από άλλους! Δημόσιο σχολείο, λίγα χρήματα, μα… σίγουρη δουλειά, αξιοπρεπής, έχει να κάνει με τον έφηβο και τη γνώση, γλυκιά μου, τι όμορφο που ακούγεται…!», έλεγε και ξανάλεγε η Ελένη με ενθουσιασμό.

    «Τώρα τι κάνουμε; Σε λίγο πρέπει να φύγουμε. Άλλος για Χίο τράβηξε, πήγε, κι άλλος για Μυτιλήνη…, όπως λέει και το τραγούδι…», απάντησα κουρασμένα.

    «Δε σε βλέπω ενθουσιασμένη, εσύ δεν είσαι που μου τόνιζες, κάθε τρεις και λίγο, ότι θέλεις να τοποθετηθείς ως αναπληρώτρια, σε δημόσιο σχολείο, πως εκεί, μπορείς να αποδώσεις καλύτερα, να δημιουργήσεις σε άλλη βάση, να δώσεις περισσότερο τον εαυτό σου στη δουλειά σου; Εσύ δεν έλεγες ότι ο θεσμός του ωρομίσθιου είναι σκλαβιά; Τώρα, τι… μούτρα είναι αυτά;», ρώτησε, αναζητώντας μέσα στο βλέμμα μου την αληθινή απάντηση.

    «Ελένη, δεν είμαι εγώ το εμπόδιο, αυτό το περίμενα, όσο κανένας άλλος, όμως… να, άργησε πολύ να έρθει. Χρόνια το περίμενα, μα…, αντί γι΄ αυτό, ήρθε η ζωή και τα σκόρπισε όλα, φύσηξαν άνεμοι δυνατοί, η αλήθεια με τρόμαξε, η πραγματικότητα με καθήλωσε, άλλαξαν τόσο οι δικές μου παράμετροι…Μετά από τον θάνατο του Φίλιππου, δεν ξέρω πια, τι νόημα έχει να αλλάξω τόπο διαμονής, να φύγω μακριά, να διεκδικήσω μια νέα ζωή…, τι θα μου προσφέρει άλλωστε;», απάντησα λυπημένη.

    «Ναι, Λητώ, έχεις δίκιο, ήταν δύσκολο, απρόσμενο, ένας… θάνατος στη ζωή σου, κυριολεκτικά και μεταφορικά, αλλά πρέπει κάποτε να κάνεις μόνη σου την ανατροπή. Τώρα σου δίνεται η ευκαιρία…», είπε η Ελένη, αναζητώντας πάλι προσεκτικά τα μάτια μου, με τα δικά της.

    «Όχι, τώρα πια δεν… γίνεται, δεν έχω διάθεση. Αν είχα ένα παιδί ίσως… Όλα θα ήταν διαφορετικά. Θα είχα σοβαρό λόγο να φύγω από αυτή την πόλη-τέρας, για μια μικρή κωμόπολη, με θάλασσα και απέραντο ορίζοντα στο Αιγαίο πέλαγος…! Τώρα ούτε παιδί, ούτε σύντροφο έχω.»

    «Μα, τι σου συμβαίνει; Μοιάζει με άρνηση…, με οριστική τάση απομόνωσης. Αδικείς τον εαυτό σου τόσο… Θέλεις να το συζητήσουμε;», ρώτησε η φίλη μου απαλά.

    «Υπάρχει πρόβλημα, Ελένη…»

    «Έλα βρε Λητώ, εσύ πάντα διογκώνεις όλα τα μικρά προβλήματα. Φοβίες, στρες, ανασφάλειες, τα λέω εγώ όλα αυτά, γλυκιά μου.», απάντησε, με μια ήρεμη διάθεση, η Ελένη κάνοντας ένα λεκτικό παιχνίδι αναστροφής της άμυνάς μου.

    «Όχι, υπάρχει αντικειμενικό πρόβλημα. Έφτασα και ξεπέρασα τα σαράντα δύο, είμαι ακόμα χωρίς ένα παιδί, που τόσο ονειρευόμουν. Λίγο είναι αυτό; Δεν έχω συνέχεια ζωής μέσα από το πρόσωπο ενός παιδιού, μέσα από το γέλιο και το κλάμα του. Όπως πάει η ζωή μου, μάλλον θα μείνω άτεκνη για πάντα… Γι΄ αυτό το λόγο σκέφτομαι σοβαρά πως δεν με συμφέρει μια μετακόμιση τώρα, θα χαθώ σε… ξένους ορίζοντες. Θέλω να επικεντρωθώ σε μένα. Πρέπει να μείνω στην Αθήνα, για να… συνεχίσω με τη ζωή μου, ίσως εδώ να βρω κάποιο σύντροφο, να κάνω ένα παιδί, ή να καταφύγω στην εξωσωματική γονιμοποίηση. Ο πρώτος στόχος μου είναι να αποκτήσω ένα παιδί… Το θέλω τόσο! Το μεγάλωμα ενός παιδιού είναι η μεγαλύτερη μορφή δημιουργίας για μένα, Ελένη, το… αντιλαμβάνεσαι;», είπα κάθετα.

    «Ένα παιδί με άνεργη μάνα, εννοείς, ή με ανύπαρκτο πατέρα;», τόνισε.

    «Ναι, με άνεργη μάνα, γαμώ το! Με άνεργη μάνα! Μας τα πήραν όλα, τη ζωή, την ανάσα μας, κάθε μέρα φτωχαίνουμε όλο και πιο πολύ, θα μας στερήσουν και το δικαίωμα στη… μητρότητα; », απάντησα με ένταση.

    «Σκέφτηκες μήπως ο σύντροφος που αναζητάς, βρεθεί ξαφνικά μπροστά σου στα Δωδεκάνησα και όχι στην Αθήνα; Η ζωή είναι τόσο απρόβλεπτη…!», απάντησε ενθαρρύνοντάς με.

    «Έχω ανάγκη από μια σταθερότητα, από γαλήνη, δεν είμαι πια εικοσιπέντε, έχω απαιτήσεις ποιότητας.», απάντησα κοιτάζοντάς την κατάματα.

    «Αααα…! Η άνεργη Λητώ μας θα γίνεται όλο και πιο ανασφαλής στο πέρασμα του χρόνου, όλο και πιο αδύναμη…!Μα, καλά, δεν το… καταλαβαίνεις; Η ανεργία, Λητώ, κόμπος θα στέκεται στο λαιμό σου, αν μείνεις στην Αθήνα και αρνηθείς τη θέση που σου προσφέρεται. Όχι, δε συμφωνώ! Σήκω και ετοιμάσου! Πάρε τη ζωή σου στα χέρια σου. Φεύγεις με το πλοίο, για Δωδεκάνησα, απόψε…!Ο πρώτος στόχος σου είναι να πατήσεις στα δικά σου πόδια, εργασιακά, να ζεις χωρίς τη μιζέρια της ανεργίας και… θα δεις, θα έρθει και το παιδί, θα έρθει και ο σύντροφος, χωρίς να είσαι επικεντρωμένη μόνο σ’ αυτό. Άστο στην… τύχη και στη… ζωή, άστο στο σύμπαν, άστο στην ίδια τη φύση, θα έρθει μόνο του, Λητώ, μόνο του…!», είπε με ύφος προστατευτικό.

    Η ζέστη ήταν βαριά, αποπνικτική, τα air conditions πάσχιζαν να κάνουν πιο δροσερή την ατμόσφαιρα, η Ελένη αγωνιούσε, το έβλεπα. Αναζητούσε σιωπηλά μιαν απάντηση στο πρόσωπό μου, δεν με ήθελε άλλο να σκέφτομαι τη ζωή σαν μια χαμένη ευκαιρία, ήθελε να με βγάλει από το βάλτωμα της σκέψης μου, ήθελε να με πείσει να αλλάξω, επί τέλους, περιβάλλον! Τρώγαμε σιωπηλά, αμήχανα, πίνοντας γουλιά-γουλιά το κρασί μας. Ξαφνικά, τα αυτιά μου συνειδητοποίησαν το τραγούδι που έβγαινε απαλά από τα ηχεία της ταβέρνας κι άρχισα άθελά μου να σιγοψιθυρίζω: «Μες στη ζωή δρόμοι ανοίγονται σωρό κι όποιον γουστάρεις τον τραβάς κι όπου σε βγάλει…»

    Σταμάτησα. Κοίταξα την Ελένη αργά, εξεταστικά, σαν να την ερευνούσα για πρώτη φορά.

    «Κι όπου σε βγάλει… Πρέπει να τραβήξω κι εγώ άλλο δρόμο, Ελένη; Κι όπου… με βγάλει; Να ανοίξω άλλες προοπτικές… ίσως;», τη ρώτησα.

    «Ναι, κι όπου σε… βγάλει, Λητώ, όπου σε βγάλει, άπλωσε τα φτερά σου, πέταξε, η ζωή είναι μια απίστευτη περιπέτεια, προχώρα…!», απάντησε.

    «Δεν έχεις άδικο, κάποτε πρέπει να ξεφύγω από το θάνατο του Φίλιππου, μου το τονίζουν όλοι. Το μυαλό μου πρέπει να ταξιδέψει κι αλλού, μαζί και η ψυχή και το κορμί μου. Αποστασιοποίηση από το πρόβλημα και… θετική σκέψη; Μάλλον έχεις δίκιο!», απάντησα, με μια απρόσμενη αχτίδα αισιοδοξίας στο βλέμμα.

    «Το αξίζεις…!», μου απάντησε σοβαρά.

    Το πλατύ χαμόγελο της Ελένης και μια υποψία υγρασίας στα μάτια της, ήταν η επιβεβαίωσή της στα λόγια μου. Το ήξερα πως μ’ αγαπούσε πολύ! Ήθελε να με κινητοποιήσει, να ξεφύγω από την απραξία της ζωής μου, στην Αθήνα.

    Τηλεφώνησα πολλές φορές στη μητέρα μου, για να την ενημερώσω, μα δεν απάντησε. Ήξερα καλά πως ήταν πολύ φορτωμένη με τη δική της επιχείρηση. Έπρεπε να παλέψει με θεριά και δράκους στην ελεύθερη αγορά και μάλιστα σε περίοδο σοβαρής οικονομικής κρίσης για την Ελλάδα, αν και ήταν μεγάλη πια, σε ηλικία. Όμως, ο ανταγωνισμός δεν αστειεύεται, οι απαιτήσεις είναι απίστευτα πολλές και η ίδια αποφασισμένη, μα… μόνη! Έβλεπε τις επιχειρήσεις στην Ελλάδα να κλείνουν μια-μια και τα θλιβερά λουκέτα στην αγορά να αυξάνονται. Η Ελλάδα έσβηνε μέρα με τη μέρα οικονομικά, βούλιαζε όλο και πιο πολύ, σ’ ένα απίστευτο χάος! Εγώ δεν θέλησα ποτέ να ακολουθήσω τα δικά της επαγγελματικά χνάρια. Στο σπίτι ετοίμασα απρόθυμα τη βαλίτσα μου, παίρνοντας μόνο καλοκαιρινά ρούχα μαζί μου. Το σκέφτηκα, ώρες πολλές, ακίνητη. Πρέπει να φύγω, να αλλάξω ζωή! Έπρεπε να δεχθώ την τοποθέτησή μου σε σχολείο της Δωδεκανήσου, είχε δίκιο η Ελένη και το ήξερα καλά…

    Έγραψα αργά ένα μήνυμα στο κινητό μου, κάνοντας μια ευχή να μου βγει σε καλό αυτή η αναπάντεχη ανατροπή της ζωής μου: «Φεύγω, μαμά, ήρθε απρόσμενα η τοποθέτησή μου, σε σχολείο της Δωδεκανήσου. Σε κάλεσα πολλές φορές, μα… δεν απάντησες. Δεν έχω χρόνο, φεύγω με το πλοίο για Ρόδο. Πρέπει να παρουσιαστώ στη Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Θα ‘θελα να το συζητήσουμε οι δυο μας, αγκαλιά στο κρεβάτι, όπως κάναμε παλιά, όταν είχαμε χρόνο, αλλά αναγνωρίζω τον αγώνα σου να κρατήσεις την επιχείρηση. Να θυμάσαι πάντα πως σ’ αγαπώ πολύ. Θα μιλήσουμε. Περιμένω τηλέφωνό σου. Φιλάκια.»

    Ύστερα πήγα με ασταθές βήμα κι ένα μπουκέτο άσπρα τριαντάφυλλα στον τάφο του Φίλιππου, στο νεκροταφείο, για να του πω το μαντάτο: «Φεύγω καλέ μου, αλλάζω πόλη, ζωή, ίσως και… μοίρα, μα… εσύ θα μένεις πάντα στην ψυχή μου, εσύ έχεις τη θέση σου πάντα μέσα μου, με σένα θα μοιράζομαι τα μυστικά μου, τα προβλήματα και τις σκέψεις μου, γιατί εσύ δεν έφυγες ποτέ από το μυαλό μου! Φεύγω.»

    Μπήκα στο πλοίο, άφησα τη βαλίτσα μου στην καμπίνα μου και ανέβηκα στο κατάστρωμα. Ένιωσα την ανάγκη να πιώ ένα ποτό και να αγναντέψω τη θάλασσα. Έμεινα επί ώρες ακουμπισμένη στην κουπαστή του πλοίου, αγναντεύοντας, με μια φιλοσοφική διάθεση, την απεραντοσύνη του Αιγαίου, με την κουκούλα του μπουφάν μου ανεβασμένη… Χωρίς να το καταλάβω, άφησα την αρμύρα να εισχωρήσει βαθιά στο δέρμα μου και οι αισθήσεις μου ρούφηξαν αργά, απαλά, ήρεμα την ομορφιά αυτού του πανέμορφου πελάγους της Μεσογείου! Αργότερα, μέσα στην καμπίνα μου, με πήρε ένας βαθύς ύπνος, που ήρθε για να λυτρώσει την αγωνία μου για τον άγνωστο τόπο, τις άγνωστες συνθήκες που θα συναντούσα σε λίγο, στην καινούρια μου ζωή. Ξύπνησα, όταν από τα μεγάφωνα του πλοίου ακούστηκε η ανακοίνωση της άφιξής μας στο λιμάνι της Ρόδου. Φτάσαμε!

    Η Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Δωδεκανήσων απεφάνθη ρητά: «Κυρία Λητώ Αλεξάνδρου, τοποθετείστε στο 2ο Γυμνάσιο της Κω. Παρακαλούμε αύριο το πρωί να παρουσιαστείτε στη Διεύθυνση του σχολείου σας.»

    «Πότε έχει πλοίο για Κω, παρακαλώ;», ρώτησα στο λιμάνι.

    «Σε τρεις ώρες, κυρία μου.», μου απάντησε ο λιμενικός.

    Έβγαλα εισιτήριο και έπειτα έκανα μια μεγάλη βόλτα στην πόλη της Ρόδου, περπατώντας κατά μήκος των «κάστρων των Ιπποτών». Αυτή η πόλη ήταν η λατρεμένη μου…! Το νησί της Ρόδου μιλούσε πάντα στην ψυχή μου. Θα ήθελα πολύ να μείνω σε κάποιο σχολείο εδώ, αλλά φαίνεται πως η ζωή με ήθελε στην Κω. Αργότερα πήρα το πλοίο της γραμμής για την Κω.

    Την άλλη μέρα το πρωί ξύπνησα απότομα σ’ ένα ξενοδοχείο, μπροστά στο λιμάνι της Κω, από το δυνατό σφύριγμα του πλοίου που έμπαινε περήφανα στο λιμάνι, για να αποβιβάσει αλλά και να επιβιβάσει εκατοντάδες κόσμο. Ήταν 1η του Σεπτέμβρη. Ο τουρισμός στο νησί ανθούσε, τα ξενοδοχεία ήσαν ασφυκτικά γεμάτα, το ενδιαφέρον της παγκόσμιας κοινότητας για «το νησί του Ιπποκράτη» ήταν τεράστιο…! Κι η Κως, με μιας, κέρδισε το βλέμμα μου, τις αισθήσεις μου, το αληθινό ενδιαφέρον μου, μοναδική, πεντακάθαρη, καταπράσινη, με τα υπέροχα ακρογιάλια της, με φόντο εκείνο το αξεπέραστο γαλάζιο του Αιγαίου πελάγους. Βρέθηκα πολύ σύντομα να αναρωτιέμαι πόσο τυχερή ήμουν, που τόσο απρόσμενα, μέσα σε λίγες μέρες, βρέθηκα εδώ…! Έμοιαζε με ανατροπή και ήταν. Έμοιαζε με όμορφο αστείο, μα… δεν ήταν! Ήταν η νέα, δική μου πραγματικότητα. Η δική μου ζωή!

    Η παραχώρηση ασυλίας

    από το θεό Ασκληπιό

    Στο σχολείο ένιωσα βαθιά ότι με καλοδέχθηκαν και μου ευχήθηκαν από καρδιάς:

    «Καλή δύναμη!» «Καλό κουράγιο στο νέο σου έργο!».

    Κι εγώ, που πιστεύω πολύ στις ευχές και στο περιεχόμενό τους, γιατί αισθάνομαι τη θετική ενέργεια που εκπέμπουν, τους ήμουν ιδιαίτερα ευγνώμων. Το σχολείο της Κω με κέρδισε! Οι μαθητές μου με αποδέχτηκαν από τα πρώτα κιόλας μαθήματα. Μια αμοιβαία χημεία προσδιόρισε τη σχέση μας, απ’ αρχής, κι εγώ, θαρρείς και μαγεύτηκα από τη ματιά τους, αφιερώθηκα σ’ αυτούς, στη διδασκαλία και στην επικοινωνία μαζί τους, με όλη την ψυχή μου. Δημιουργούσαμε μαζί, χτίζαμε τη γνώση και τη ζωή! Έτσι το εισέπραττα! Ένα άρωμα ευτυχίας, γι΄ αυτή την όμορφη συνεργασία μου μαζί τους, με τα δεκαπεντάχρονα παιδιά του μαγικού αυτού νησιού του Αιγαίου πελάγους, πλημμύριζε την ψυχή μου, κίνητρο σοβαρό για να λατρέψω πιο πολύ τη δουλειά μου, μα και το νησί της Κω.

    «Ελένη, είχες δίκιο, είχα ανάγκη από αλλαγή ζωής. Θαρρείς κι είναι όλα όμορφα σε τούτο το νησί. Δε βρίσκω κανένα ψεγάδι…! Φαίνεται πως, για μια φορά, συνεργάστηκαν όλοι μαζί οι Θεοί της αρχαίας Ελλάδας, χωρίς να μαλώσουν, για να πλάσουν το μοναδικό τούτο διαμάντι, που το ονόμασαν Κω!», της είπα χαρούμενη, μιλώντας στο κινητό τηλέφωνο, ένα μήνα αργότερα.

    «Είδες καλή μου; Σου το είπα! Μια ανατροπή ζωής, μια σοβαρή αλλαγή περιβάλλοντος, κι όλα παίρνουν άλλη διάσταση, η ασπρόμαυρη ζωή γίνεται έγχρωμη, κερδίζει τα μάτια και το νου σου, για το καλό σου!»

    «Ναι, Ελένη, το είπες κι επέμενες, σ’ ευχαριστώ γι΄ αυτό. Πες μου για σένα, πώς είσαι εσύ, στη Σύρο;», ρώτησα.

    «Ήρθα με θετική διάθεση, το ξέρεις, γι΄ αυτό ίσως, όλα κυλούν θετικά. Η Σύρος μοιάζει μαγική, μπρος στην ασχήμια της Αθήνας, μα… κι οι μαθητές μου, πιο ώριμοι, πιο κοινωνικοποιημένοι, πιο ρεαλιστές! Έτσι τους βρίσκω. Είμαι πολύ καλά!», απάντησε με τη γνωστή αισιοδοξία της.

    «Σε προσκαλώ, σε περιμένω, έλα με το πλοίο ένα Σαββατοκύριακο, κάποια αργία ίσως, βόλεψέ το κάπως κι έλα, νοίκιασα ένα όμορφο, μεγάλο σπίτι, που βλέπει το λιμάνι, θα περάσουμε όμορφα!», της απάντησα, με την ελπίδα να ανταμώσουμε.

    «Χαίρομαι τόσο πολύ, που η χροιά της φωνής σου δεν θυμίζει καθόλου το θλιμμένο ύφος που είχες παλιά! Έχεις μια νότα αισιοδοξίας στο λόγο σου, μου αρέσεις…!Καλώς ήρθες στον κόσμο Λητώ!», μου απάντησε χαρούμενη.

    «Θα το σκεφτείς; Επιβεβαίωσε ότι θα έρθεις…!», επέμεινα.

    «Και βέβαια θα έρθω…!», μου απάντησε με σιγουριά.

    Η Ελένη ήρθε στο τέλος Οκτώβρη, με την αργία της εθνικής γιορτής της 28ης Οκτωβρίου, κι έμεινε τρεις μέρες στο νησί της Κω. Ο καιρός ήταν θαυμάσιος! Επισκεφθήκαμε όλο το νησί. Στο Ασκληπιείο, αφιερωμένο στον θεό Ασκληπιό της Κω, χώρος λατρείας του θεού, μείναμε για ώρες πολλές, μελετώντας το και οι δυο, αργά και μεγαλόφωνα:

    «Δες πώς το έχτισαν, στις πλαγιές του λόφου με τόση πλούσια βλάστηση και θέα προς τη θάλασσα και τις Μικρασιάτικες ακτές. Αποτελεί το σπουδαιότερο αρχαιολογικό μνημείο του νησιού, αλλά και ένα από τα πιο φημισμένα Ασκληπιεία της αρχαιότητας. Στους αρχαίους χρόνους αποτελούσε χώρο λατρείας του θεού Ασκληπιού, θεού και προστάτη της ιατρικής, αλλά και χώρο θεραπείας και διδασκαλίας της ιατρικής.», μουρμούρισε με δέος η Ελένη.

    «Εδώ δίδαξε ο Ιπποκράτης, Ελένη, ο «πατέρας της ιατρικής» κατά την αρχαιότητα, στη σχολή που είχε ιδρύσει ο ίδιος στο χώρο του Ασκληπιείου, το… φαντάζεσαι; Ανατριχιάζω στην ιδέα…!Στην Κω αναπτύχθηκε ιδιαίτερα η επιστημονική ιατρική, σε αντίθεση με το ιερό του Ασκληπιού στην Επίδαυρο.», ψιθύρισα εκστασιασμένη.

    Σκύβω στο μικρό βιβλίο που κρατούσα και διαβάζω δυνατά:

    «Το Ασκληπιείο της Κω, του οποίου τα σωζόμενα ερείπια χρονολογούνται μετά τον 4ο αιώνα π. Χ, βρίσκεται νοτιοδυτικά της σημερινής πόλης της Κω σε απόσταση περίπου 3,4 χιλιομέτρων. Χρονολογείται στην Ελληνιστική εποχή, άποψη που ενισχύεται από την εκμετάλλευση του χώρου που παρουσιάζουν τα τρία αλλεπάλληλα επίπεδα - στοιχείο ανατολίτικης αρχιτεκτονικής που εισχώρησε στην ελληνική αρχιτεκτονική με τις κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

    Ένα καθοριστικό γεγονός που συνέβη στην Κω κατά την περίοδο της βασιλείας των Πτολεμαίων, το 260 π. Χ., ήταν η πανελλήνια αναγνώριση του δικαιώματος της ασυλίας του ιερού χώρου του Ασκληπιού, για την καθιέρωση του πανηγυρικού εορτασμού την Μεγάλων Ασκληπιείων. Η επιδίωξη, από τους κατοίκους της Κω, ήταν η παραχώρηση ασύλου σε κάθε καταδιωγμένο που ζητούσε προστασία στο Ασκληπιείο και φανερώνει πόσο περήφανοι ένοιωθαν οι κάτοικοι της Κω για την ύπαρξή του, θεωρώντας συνάμα τον ναό ως κέντρο της πόλης τους.»

    Μείναμε πάνω από τρεις ώρες στο Ασκληπιείο, θαυμάζοντας και συζητώντας για το μνημείο του θεού της ιατρικής των αρχαίων Ελλήνων, στο μοναδικό αυτό νησί. Έπειτα κατεβήκαμε στην πόλη, με το κόκκινο Peugeot, το σαραβαλάκι που μόλις είχα αγοράσει για να εξυπηρετούμαι στις μετακινήσεις μου, μέσα στο νησί. Θαρρείς και μια εθνική υπερηφάνεια για τους προγόνους μας, μια ευλάβεια που αισθανόμασταν, μας οδήγησε απευθείας στον περίφημο πλάτανο του Ιπποκράτη!

    Ο πλάτανος του Ιπποκράτη είναι ένας ανατολικός πλάτανος που βρίσκεται στην πόλη της Κω και κάτω από τον οποίο, σύμφωνα με την παράδοση, ο Ιπποκράτης, που θεωρείται πατέρας της ιατρικής, δίδασκε τους δεκάδες μαθητές του. Επίσης θεωρείται ότι ο απόστολος Παύλος δίδαξε κάτω από αυτό το δέντρο. Από το 1985 το δέντρο ορίστηκε επίσημα ως «διατηρητέο μνημείο της φύσης».

    Ο πλάτανος βρίσκεται στην «Πλατεία Πλατάνου», μπροστά από το κάστρο των Ιπποτών και το Διοικητήριο, στο κέντρο της πόλης της Κω. Το σημερινό δέντρο έχει ηλικία περίπου 500 ετών και είναι πιθανό να είναι απόγονος του αρχικού δέντρου το οποίο έστεκε εκεί, την εποχή του Ιπποκράτη. Η διάμετρος του κορμού του είναι 10 μέτρα. Ο κορμός είναι κούφιος, καθώς το δέντρο έχει προσβληθεί πολλές φορές από έντομα και μύκητες, και ο περιφερικός δακτύλιος έχει πάχος μέχρι 15 εκατοστά. Μερικά από τα κλαδιά του στηρίζονται με μεταλλικές σκαλωσιές για να μη σπάσουν λόγω του βάρους τους και των δυνάμεων του αέρα. Δίπλα στο δέντρο βρίσκονται δύο οθωμανικές κρήνες, το νερό των οποίων, σύμφωνα με την επιγραφή τους, προέρχεται από την πηγή του Ιπποκράτη.

    Ο Ιατρικός Σύλλογος Κω παρουσίασε μία σφύρα φτιαγμένη από ξύλο από τον πλάτανο, στον πρόεδρο της Καναδικής Ένωσης Ιατρών το 1954. Πολλές ιατρικές σχολές, ιατρικές βιβλιοθήκες και ινστιτούτα έχουν, ή υποστηρίζουν ότι έχουν, δέντρα τα οποία προέρχονται από το αρχικό δέντρο-πλάτανο στην Κω. Σπόροι και μοσχεύματα από το δέντρο έχουν δοθεί σε όλο τον κόσμο.

    «Συγκινούμαι, είναι συγκλονιστικό, αυτός ο τόπος μου προκαλεί ρίγος.», ψιθύρισε η Ελένη, κάτω από τον πλάτανο, βγάζοντας άπειρες φωτογραφίες.

    «Ναι, είναι απίστευτο!», συμφώνησα.

    «Έλα πάμε

    Enjoying the preview?
    Page 1 of 1