Discover millions of ebooks, audiobooks, and so much more with a free trial

Only $11.99/month after trial. Cancel anytime.

Το Μυστήριο του Λόγου στον Γέροντα Σωφρόνιο: Η Θεολογία ως πνευματική κατάσταση
Το Μυστήριο του Λόγου στον Γέροντα Σωφρόνιο: Η Θεολογία ως πνευματική κατάσταση
Το Μυστήριο του Λόγου στον Γέροντα Σωφρόνιο: Η Θεολογία ως πνευματική κατάσταση
Ebook589 pages6 hours

Το Μυστήριο του Λόγου στον Γέροντα Σωφρόνιο: Η Θεολογία ως πνευματική κατάσταση

Rating: 2.5 out of 5 stars

2.5/5

()

Read preview

About this ebook

Τὸ βιβλίο αὐτὸ τοῦ Ἡγουμένου τῆς Μονῆς μας Ἀρχιμανδρίτου Πέτρου ἀποτελεῖ ἐπαυξημένη ἔκδοση τῆς διδακτορικῆς διατριβῆς ποὺ συνέγραψε γιὰ τὸ μυστήριο τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ στὸν Γέροντα Σωφρόνιο. Ὄντως ὁ Γέροντας ἦταν κατ᾽ ἐξοχὴν ἄνθρωπος στὸν ὁποῖον ἐνοικοῦσε πλούσια ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Μὲ τὴ χάρη τοῦ λόγου ποὺ συνελάμβανε καὶ κυοφοροῦσε στὴν καρδιά του ἐπιτελοῦσε τὴ δημιουργικὴ διακονία του ὡς Γέροντας καὶ καθοδηγητὴς πολλῶν ψυχῶν. Ἔχοντας τὴν ἐμπειρία τῆς θεωρίας τοῦ ἀκτίστου Φωτός, κατανοοῦσε τὴ θεολογία ὡς τὴν κατάσταση τῆς ἐν τῷ Θεῷ διαμονῆς. Ἡ θεολογία ἦταν γι᾽ αὐτὸν ἡ διήγηση τοῦ γεγονότος τῆς συναντήσεώς του μὲ τὸν Χριστὸ κατὰ τὴν ἁρπαγὴ καὶ τὴν ὅραση τοῦ Θείου Φωτός. Ὅπως γράφει ὁ ἴδιος: «ἡ πραγματικὴ θεολογία δὲν εἶναι ἐπινόηση τοῦ ἀνθρωπίνου λογικοῦ ἢ ἀποτέλεσμα κριτικῶν μελετῶν, ἀλλὰ ἐκμυστήρευση γιὰ τὴν ἀνώτερη ἐκείνη ὕπαρξη, στὴν ὁποία εἰσῆλθε ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴν ἐπενέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Ἡ θεολογία τότε εἶναι χάρισμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ ἀναζωπυρώνει τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου. Ὅποιος τὸ ἀπέκτησε, γίνεται «φωστὴρ ἐν κόσμῳ» καὶ κατέχει «λόγον ζωῆς».
LanguageΕλληνικά
Release dateNov 16, 2020
ISBN9791220221856
Το Μυστήριο του Λόγου στον Γέροντα Σωφρόνιο: Η Θεολογία ως πνευματική κατάσταση

Related to Το Μυστήριο του Λόγου στον Γέροντα Σωφρόνιο

Related ebooks

Reviews for Το Μυστήριο του Λόγου στον Γέροντα Σωφρόνιο

Rating: 2.3333333333333335 out of 5 stars
2.5/5

3 ratings1 review

What did you think?

Tap to rate

Review must be at least 10 words

  • Rating: 1 out of 5 stars
    1/5
    Γέροντα Σωφρόνιο. . . . . . . . . . . . ..

Book preview

Το Μυστήριο του Λόγου στον Γέροντα Σωφρόνιο - Αρχιμανδρίτης Πέτρος Βρύζας

Ποιμένα)

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι μυστήριο, βαθὺ καὶ πλούσιο, ἀποκάλυψη τῆς ἀγαθότητός Του καὶ τῆς δυνάμεώς Του. Μὲ τὸν λόγο Του ὁ Θεὸς ἔφερε στὸ εἶναι τὰ σύμπαντα καὶ μὲ τὸν λόγο Του συντηρεῖ καὶ κρατύνει ὅλη τὴν κτίση.

Ὁ θεῖος λόγος εἶναι ἀστραπὴ ποὺ ἐξέλαμψε ἀπὸ τοὺς κόλπους τῆς Τριαδικῆς Θεότητος ὡς ἀληθινὴ θεογνωσία πάνω στὴ γῆ καὶ δόθηκε ὡς ἀσφαλὴς ἄγκυρα γιὰ τὴν αἰώνια σωτηρία. Ὅταν μεταδίδεται, διὰ μέσου τῶν Προφητῶν καὶ ὅλων τῶν Ἁγίων, φαίνεται μειωμένος στὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων γιατὶ δὲν ὑπάρχει σὲ αὐτοὺς ἐκείνη ἡ ἐμπειρία τῆς αἰωνιότητος ποὺ περιέχεται στὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ ἀποκαλύπτεται στοὺς ἐκλεκτοὺς κάθε γενιᾶς. Ἀκόμα καὶ ὁ Κύριος Ἰησοῦς στὴν ἐπὶ γῆς Παρουσία Του συνάντησε τὴν ἴδια δυσκολία. Ἀναγκάστηκε νὰ πεῖ στοὺς Ἰουδαίους τοῦ καιροῦ Του ὅτι «ὁ Πατήρ Μου μείζων Μου ἐστι»¹, κάτι ποὺ μποροῦσαν νὰ ἐννοήσουν, μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι, δεχόμενοι τὰ ζωηρά Του λόγια, θὰ ἔκαναν οἱ ἴδιοι τὴ θαυμαστὴ καὶ σωτήρια διαπίστωση τῆς ἀληθινῆς σημασίας τοῦ λόγου Του: «Ἐγὼ καὶ ὁ Πατὴρ Ἕν ἐσμεν»².

Ὡς ἐκ τούτου, ὅταν ὁ Κύριος ἀναστρεφόταν μὲ τοὺς ἀνθρώπους, μιλοῦσε σὲ αὐτοὺς μὲ παραβολές. Ἔτσι, φαινόταν καθαρὰ ποιοὶ εἶχαν πόθο νὰ μάθουν τὴν ἀλήθεια ποὺ σώζει, προσφέροντας τὴν προσοχὴ τοῦ νοῦ καὶ τὴν ἀγάπη τῆς καρδιᾶς τους, καὶ ποιοὶ ἀδιαφοροῦσαν καὶ ἔμεναν ἀδιαπέραστοι στὸ θεῖο κάλεσμά Του. Ὁ Κύριος ζητοῦσε τὴ συνέργεια τῶν πρώτων γιὰ νὰ τοὺς μεταδώσει τὸ χάρισμα τῆς ἀγαθότητός Του καὶ ἔδειχνε τὴν ἄκρα ἐπιείκειά Του στοὺς δεύτερους, ὥστε νὰ μὴν ἔχουν μεῖζον κατάκριμα γιὰ τὴν ἀμέλειά τους. Στὴν πρώτη κατηγορία ἀνῆκαν οἱ Ἀπόστολοι ποὺ μὲ ζῆλο καὶ ἀγάπη ἄκουγαν τὸν λόγο τοῦ Κυρίου καὶ ἀμέσως ρωτοῦσαν νὰ μάθουν καὶ τὸ βαθύτερο περιεχόμενό του.

Ὁ Θεός, ὅταν δημιούργησε κατ’ ἀρχὰς τὸν ἄνθρωπο, τὸν προίκισε μὲ τὴν ἱκανότητα νὰ δέχεται λόγο Θεοῦ καὶ προπαντὸς μὲ τὴν τιμὴ νὰ δεχθεῖ ἔνοικο μέσα του τὸν Εὐαγγελικὸ λόγο ποὺ ἔμελλε νὰ δοθεῖ μὲ τὴν παρουσία τοῦ Κυρίου ἐπὶ τῆς γῆς.

Στὴν παροῦσα κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου μετὰ τὴν πτώση, ὅταν ἠχήσει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ στὴν καρδιά του, προκαλεῖ προφητικὸ συσσεισμὸ μετανοίας. Σὰν πρόδρομος ἑτοιμάζει τὴν ἐπιδημία τοῦ Παρακλήτου Πνεύματος, ποὺ ἔρχεται νὰ φωτίσει καὶ νὰ ἁγιάσει αὐτοὺς ποὺ πιστεύουν ὀρθὰ στὴ Θεότητα τοῦ Χριστοῦ.

Ὁ ζῶν λόγος τοῦ Θεοῦ ὅταν γίνει δεκτὸς κτίζει μέσα στὸν ἄνθρωπο καρδιὰ μὲ ἀποστολικὸ πλατυσμό, ἱκανὴ νὰ συλλάβει τὸ ὕψος καὶ τὸ βάθος, τὸ μῆκος καὶ τὸ πλάτος τῆς ἄμωμης ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ³. Ἀρχικὰ αἰχμαλωτίζει τὸν νοῦ μὲ τὸ φῶς του καὶ ἔπειτα παραδίδει τὴν καρδιὰ στὴ χαρισματικὴ ἕλξη τοῦ Σταυροῦ, καὶ δὲν δίνει ἀνάπαυση στὸν ἐκλεκτό του, ὡσότου ἀναγεννήσει καὶ ἀνακαινίσει ὁλόκληρη τὴν ὕπαρξή του⁴. Ὁ εὐαγγελικὸς λόγος, μὲ τὴν ταπείνωση καὶ τὸ κάλλος του, σταυρώνει τὸν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ κάνει τὴν κατάβαση στὴ βαθειὰ καρδιά του. Ἐκεῖ ἀκριβῶς, τὸ φῶς τοῦ θείου λόγου καὶ ἡ σωτήρια ἐνέργεια τοῦ Ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ γίνονται ἕνα πνεῦμα καὶ μιὰ ζωή, ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ «ἐληλυθυῖα (ἐντός του) ἐν δυνάμει»⁵.

Ὁ Κύριος πολλὲς φορὲς εἶναι μαζί μας, ὅπως ἦταν μὲ τὸν Λουκὰ καὶ τὸν Κλεόπα στὴν ὁδὸ πρὸς Ἐμμαούς, ἀλλὰ ἐμεῖς δὲν τὸν αἰσθανόμαστε⁶. Εἶναι κρυμμένος μὲ ταπείνωση καὶ σεβασμὸ πρὸς τὸ κτίσμα Του. Ὅταν ὅμως σὲ μιὰ στιγμὴ μιλήσει στὴν καρδιά μας, τότε ἀμέσως Τὸν ἀναγνωρίζουμε. Ἡ ψυχή μας Τὸν ἀγαπᾶ καὶ ἡ ἔμπνευση ἀπὸ τὴ γνώση αὐτὴ μᾶς γεμίζει μὲ μακαριότητα. Κάτι ἀνάλογο συμβαίνει καὶ μὲ τὸν λόγο Του. Τὸν διαβάζουμε καὶ τὸν μελετοῦμε συνεχῶς, «ἐγγὺς τὸ ῥῆμα»⁷. Ἔρχεται ὅμως ὥρα κατὰ τὴν ὁποία οἱ ἄνθρακες τοῦ λόγου Του πυρακτώνονται καὶ γίνονται μέσα στὴν καρδιὰ πνεῦμα καὶ φῶς καὶ τὴν μεταφέρουν στὸν οὐρανό, ἐκεῖ ὅπου εἶναι κρυμμένη καὶ ἡ ζωή της, ὁ Χριστός⁸.

Ὁ Κύριος ὅταν ὁμιλεῖ στὸν ἄνθρωπο χρησιμοποιεῖ σύντομες φράσεις, στὶς ὁποίες περικλείεται ὅλη ἡ αἰώνια σοφία καὶ δύναμή Του. Ἀναμένει ὅμως καὶ ὁ ἄνθρωπος νὰ Τοῦ μιλήσει μὲ μιὰ μόνο σκέψη ποὺ νὰ βγαίνει ἀπὸ τὴ βαθειὰ καρδιά του καὶ νὰ κατέχει ὅλο τὸ εἶναι του. Ὅλες οἱ Ἅγιες Γραφὲς καὶ ὅλες οἱ ἄμεσες παρεμβάσεις τοῦ Θεοῦ στὴ ζωὴ τῶν Ἁγίων Του ἔχουν σκοπὸ νὰ μᾶς διδάξουν τὴ γλώσσα τοῦ Θεοῦ, ὥστε καὶ ἐμεῖς νὰ ὁμιλοῦμε στὸν Θεὸ μὲ τὴν ἴδια γλώσσα ποὺ διδάσκει τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο. Τότε μποροῦμε ἀληθινὰ νὰ προσευχόμαστε στὸν Θεὸ μὲ τὴ συναντίληψη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δὲν δόθηκε μόνο γιὰ ἀνάγνωση ἢ καὶ μελέτη. Πάνω ἀπὸ ὅλα στοχεύει νὰ μᾶς μυήσει στὴ γλώσσα τοῦ Θεοῦ, μὲ τὴν ὁποία ὁ πιστὸς θὰ ἐμπνέεται καὶ θὰ Τοῦ προσομιλεῖ στὴν προσευχή. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ἐνεργεῖται τὸ μυστήριο τῆς Πεντηκοστῆς καὶ ὁ ἄνθρωπος καταρτίζεται καὶ οἰκοδομεῖται ὡς ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τότε ἀληθινὰ πραγματοποιεῖται ὁ προορισμός του, γιὰ τὸν ὁποῖο τὸν συνέλαβε ὁ Θεὸς «πρὸ χρόνων αἰωνίων»⁹.

Τὸ βιβλίο αὐτὸ τοῦ Ἡγουμένου τῆς Μονῆς μας Ἀρχιμανδρίτου Πέτρου ἀποτελεῖ ἐπαυξημένη ἔκδοση τῆς διδακτορικῆς διατριβῆς ποὺ συνέγραψε γιὰ τὸ μυστήριο τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ στὸν Γέροντα Σωφρόνιο. Ὄντως ὁ Γέροντας ἦταν κατ᾽ ἐξοχὴν ἄνθρωπος στὸν ὁποῖον ἐνοικοῦσε πλούσια ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ¹⁰. Μὲ τὴ χάρη τοῦ λόγου ποὺ συνελάμβανε καὶ κυοφοροῦσε στὴν καρδιά του ἐπιτελοῦσε τὴ δημιουργικὴ διακονία του ὡς Γέροντας καὶ καθοδηγητὴς πολλῶν ψυχῶν. Ἔχοντας τὴν ἐμπειρία τῆς θεωρίας τοῦ ἀκτίστου Φωτός, κατανοοῦσε τὴ θεολογία ὡς τὴν κατάσταση τῆς ἐν τῷ Θεῷ διαμονῆς. Ἡ θεολογία ἦταν γι᾽ αὐτὸν ἡ διήγηση τοῦ γεγονότος τῆς συναντήσεώς του μὲ τὸν Χριστὸ κατὰ τὴν ἁρπαγὴ καὶ τὴν ὅραση τοῦ Θείου Φωτός. Ὅπως γράφει ὁ ἴδιος: «ἡ πραγματικὴ θεολογία δὲν εἶναι ἐπινόηση τοῦ ἀνθρωπίνου λογικοῦ ἢ ἀποτέλεσμα κριτικῶν μελετῶν, ἀλλὰ ἐκμυστήρευση γιὰ τὴν ἀνώτερη ἐκείνη ὕπαρξη, στὴν ὁποία εἰσῆλθε ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴν ἐπενέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»¹¹. Ἡ θεολογία τότε εἶναι χάρισμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ ἀναζωπυρώνει τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου. Ὅποιος τὸ ἀπέκτησε, γίνεται «φωστὴρ ἐν κόσμῳ» καὶ κατέχει «λόγον ζωῆς»¹².

Ἀρχιμανδρίτης Ζαχαρίας

Ἱερὰ Μονὴ Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ


1 Ἰωάν. 14,28.

2 Ἰωάν. 10,30.

3 Βλ. Ἐφεσ. 3,18-19.

4 Πρβλ. Ἡσ. 55,10-11.

5 Πρβλ. Μάρκ. 9,1.

6 Βλ. Λουκ. 24,13-35.

7 Βλ. Ρωμ. 10,8.

8 Βλ. Κολ. 3,3-4.

9 Πρβλ. Β´ Τίμ. 1,9 καὶ Τίτ. 1,2.

10 Βλ. Κολ. 3,16.

11 Ἀρχιμ. Σωφρονίου, Ὁ Ἅγιος Σιλουανὸς ὁ Ἀθωνίτης, Ἱερὰ Μονὴ Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ Ἀγγλίας ¹⁶2015, σ. 212.

12 Πρβλ. Φιλιπ. 2, 15 καὶ 16.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

«Ὡς γὰρ ἐὰν καταβῇ ὑετὸς ἢ χιὼν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καὶ οὐ μὴ ἀποστραφῇ ἕως ἂν μεθύσῃ τὴν γῆν καὶ ἐκτέκῃ καὶ ἐκβλαστήσῃ καὶ δῷ σπέρμα τῷ σπείροντι καὶ ἄρτον εἰς βρῶσιν, οὕτως ἔσται τὸ ῥῆμά μου ὃ ἐὰν ἐξέλθῃ ἐκ τοῦ στόματός μου οὐ μὴ ἀποστραφῇ ἕως ἂν συντελεσθῇ ὅσα ἠθέλησα καὶ εὐοδώσω τὰς ὁδούς μου καὶ τὰ ἐντάλματά μου»¹.

Ἡ ἔννοια τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ εἶναι πολυσήμαντη καὶ συνήθως χρησιμοποιεῖται γιὰ νὰ δηλώσει τὴν «πολύτροπη» ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο². Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ κατανοεῖται σὲ τέσσερα ἐπίπεδα. Πρῶτον, στὸ ἐπίπεδο τῆς θεολογίας ἢ τοῦ ἀκτίστου Θείου Εἶναι, ὅπου ὁ Λόγος εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, τὸ δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος. Δεύτερον, καὶ πάλι στὸ ἐπίπεδο τῆς θεολογίας, ὁ λόγος ταυτίζεται μὲ τὴν ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, τὴν ἀσύλληπτη καὶ ἄπειρη ἐκείνη δύναμη, ποὺ κάλεσε ἀπὸ τὸ σκότος τῆς ἀνυπαρξίας στὸ φῶς τῆς ζωῆς ὅλα τὰ ὄντα, ὅλους τοὺς ἀναρίθμητους κόσμους, ὅλα τὰ ἀναρίθμητα στὴν ποικιλομορφία τους λογικὰ καὶ ἄλογα κτίσματα³. Τρίτον, στὸ ἐπίπεδο τῆς Θείας Οἰκονομίας, ὅπου ὡς λόγος τοῦ Θεοῦ χαρακτηρίζεται ὁ λόγος τῶν Γραφῶν.

«Λόγος Θεοῦ» εἶναι ἡ κάθε κίνηση τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο· ἀπὸ τὴ δημιουργία, ὅταν «αὐτὸς εἶπε καὶ ἐγενήθησαν, αὐτὸς ἐνετείλατο καὶ ἐκτίσθησαν»⁴, ὣς τὴν ἡμέρα ποὺ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ θὰ σαλευθοῦν «ἔτι ἅπαξ»⁵ ἀπὸ τὴ φωνή Του. Αὐτουργὸς αὐτῆς τῆς ἀποκάλυψης εἶναι ὁ Μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Πατρός, ποὺ φανερώθηκε ὡς Ἄσαρκος Λόγος στὴν Παλαιὰ Διαθήκη καὶ Σεσαρκωμένος στὴν Καινή. Σύμφωνα μὲ τοὺς λόγους τῆς Ἀποκαλύψεως, θὰ ὑπάρξει στιγμὴ μέσα στὴν ἱστορία, ὅταν ὁ Ἄγγελος Αὐτοῦ θὰ ἀκουστεῖ νὰ ὀμνύῃ «ἐν τῷ Ζῶντι εἰς τοὺς αἰῶνας... ὅτι χρόνος οὐκέτι ἔσται»⁶ καὶ τότε θὰ ἐκπληρωθοῦν «πάντες οἱ λόγοι τοῦ Θεοῦ»⁷.

Ὡστόσο, στὸν παρόντα αἰώνα ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ κατανοεῖται καὶ σὲ ἕνα τέταρτο ἐπίπεδο ποὺ συνοψίζεται ὡς ἑξῆς: Ὅταν ὁ ἀνθρώπινος λόγος ἐντάσσεται στὴν προοπτικὴ τοῦ Θείου λόγου, τότε γίνεται μέσο γιὰ τὴν ἀποκάλυψη τοῦ Θείου θελήματος καὶ συνεργεῖ στὴν ἀναγέννηση καὶ στὴ θεραπεία τῶν ἀνθρώπων.

Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, κάθε φορὰ ποὺ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἠχοῦσε στὶς καρδιὲς τῶν Προφητῶν, ἀποκάλυπτε τὶς ὁδοὺς τοῦ Ὑψίστου καὶ προετοίμαζε τὴν ἐνανθρώπησή Του. Ἀκόμη καὶ μὲ ἕνα «βραχὺ ῥῆμα» ὁ Κύριος φανέρωνε ὅλα ὅσα ἦταν ἅγια καὶ σωτήρια γιὰ τὸν ἄνθρωπο⁸. Ποιὰ εἶναι ὅμως ἄραγε στὴν Καινὴ Διαθήκη ἐκεῖνα τὰ στοιχεῖα ποὺ χαρακτηρίζουν τὴν καρδιὰ ἑνὸς θεόπνευστου ἀνθρώπου καὶ καθιστοῦν τὸν λόγο του προφητικό;

Ὁ ἀληθινὰ προφητικὸς λόγος δὲν εἶναι ποτὲ ἀποκύημα ἀνθρωπίνου θελήματος. Ἐκφέρεται διὰ μέσου τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Ἁγίων Πατέρων, οἱ ὁποῖοι ὁμιλοῦν «φερόμενοι ὑπὸ Πνεύματος Ἁγίου»⁹. Οἱ Ἀπόστολοι ἔγιναν πρῶτα ἐπόπτες τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ καὶ ἔπειτα κήρυξαν τὴν ἀλήθεια τοῦ μυστηρίου τοῦ Χριστοῦ. Ἔχοντας οἱ ἴδιοι ζήσει τὴν παρουσία τοῦ Κυρίου, ἔφεραν στὴν καρδιά τους τὴ ζωντανὴ μνήμη «Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐγηγερμένου ἐκ νεκρῶν»¹⁰. Γι’ αὐτὸ ἄλλωστε κατεῖχαν «βεβαιότερον τὸν προφητικὸν λόγον» καὶ τὰ ῥήματά τους καταυγάζουν τὶς καρδιὲς τῶν πιστῶν ὡς «λύχνος ἐν αὐχμηρῷ τόπῳ»¹¹. Μὲ τὸν Σταυρὸ καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου διατίθεται στὸν κόσμο Διαθήκη Καινή: ὁ Θεὸς Πατέρας διὰ τοῦ Υἱοῦ καὶ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ καθιστᾶ τὸν ἄνθρωπο διδακτὸν Θεοῦ, ἀφοῦ ἐγχαράττει πλέον μέσα στὴν καρδιά του τοὺς νόμους τῆς χάριτός Του.

Ὁ Γέροντας Σωφρόνιος ἦταν ἕνας ἄνθρωπος μὲ «ἄσβεστη πνευματικὴ δίψα»¹², ποὺ κατακοσμήθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ πολλὰ καὶ μεγάλα χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος¹³. Ἡ ζωὴ καὶ ἡ διδασκαλία του τὸν καθιστοῦν μάρτυρα τῆς Θείας ἀγάπης γιὰ τὸν σύγχρονο κόσμο. Ὡστόσο, γιὰ ὅσους ζοῦσαν κοντά του, ἐκεῖνο ποὺ ἐντυπωσίαζε περισσότερο ἀπὸ ὅλα τὰ ἄλλα, ἦταν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ποὺ ἅρπαζε μὲ τὴν προσευχή του καὶ κυοφοροῦσε ἐνεργὰ στὴν καρδιά του¹⁴. Ἦταν πάνω ἀπὸ ὅλα «θεράπων» τοῦ Θείου λόγου, δηλαδή, τοῦ λόγου ποὺ γεννιέται στὴν καρδιὰ ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ ἀναγεννᾶ τοὺς ἀνθρώπους.

Στὴν παροῦσα μελέτη γίνεται μιὰ προσπάθεια νὰ ἐπισημανθεῖ ἡ ἐμπειρία τῆς χάριτος καὶ ἡ γνώση τοῦ μυστηρίου τοῦ Χριστοῦ, ποὺ κατέστησαν τὸν Γέροντα Σωφρόνιο φορέα τοῦ ζωντανοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Ἡ ὁδὸς τῶν δακρύων καὶ τοῦ ἀπαράκλητου πένθους μὲ τὸ ὁποῖο ἔζησε τὴ μετάνοιά του ἔγιναν γι’ αὐτὸν πηγὴ «ὁλοτελοῦς ἁγιασμοῦ»¹⁵ καὶ ἀναγέννησης «οὐκ ἐκ σπορᾶς φθαρτῆς ἀλλὰ ἀφθάρτου διὰ λόγου ζῶντος Θεοῦ καὶ μένοντος εἰς τὸν αἰῶνα»¹⁶. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἐνοικοῦσε «πλουσίως» μέσα του. Βασιζόμενοι καὶ σὲ προφορικὲς μαρτυρίες ἀνθρώπων ποὺ εἶχαν προσωπικὴ ἐπαφὴ μαζί του, δὲν θὰ ἦταν ὑπερβολικὸ ἴσως ἂν χαρακτηρίζαμε τὴ διακονία τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὸν Γέροντα ὡς «μυσταγωγία». Ὁ λόγος του ἔβγαινε ἀπὸ τὴν κάμινο τῆς πύρινης μετανοίας ποὺ ἐνεργοῦσε στὴν καρδιά του, πληροφοροῦσε μὲ χάρη τὶς καρδιὲς τῶν «ἀκουόντων» καὶ τοὺς μυσταγωγοῦσε σὲ μιὰ «κρείττονα»¹⁷ μορφὴ ὑπάρξεως. Κάθε φορὰ ποὺ μετέδιδε ῥῆμα «παντὶ τῷ αἰτοῦντι», μετέφερε τὸν νοῦ τους «πέραν τοῦ καταπετάσματος τῆς ὀγδόης ἡμέρας»¹⁸, «εἰς τὰ ἄνω», ἐκεῖ ποὺ εἶναι ὁ Χριστός¹⁹.

Ἕνα πολὺ ἰδιαίτερο χαρακτηριστικὸ στὴ ζωὴ τοῦ Γέροντος Σωφρονίου εἶναι καὶ ἡ δύναμη μὲ τὴν ὁποία ἐνεργοῦσαν οἱ προσευχητικοὶ λόγοι του. Πλήθη «κοπιώντων καὶ πεφορτισμένων» πιστῶν κατέφευγαν σὲ αὐτὸν ἐκζητοῦντες τὴ θαυμαστὴ ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ θεραπεία τους, ἀκόμη καὶ ἀπὸ βαρύτατες καὶ σπάνιες ἀσθένειες. Μερικοὶ ἀπὸ τοὺς κοντινότερους μαθητές του μαρτυροῦν ὅτι εἶδαν πολλὰ θαύματα ἐν ὅσῳ ζοῦσε, τὴν ἡμέρα τοῦ θανάτου του ἀλλὰ καὶ μετὰ τὸν θάνατό του. Ἐξίσου πολλὲς εἶναι οἱ μαρτυρίες πιστῶν ποὺ ἀναφέρουν πῶς ὁ Γέροντας περιέγραφε καὶ ἔδινε λύσεις στὰ πνευματικά τους ἀδιέξοδα, πρὶν οἱ ἴδιοι νὰ τοῦ μιλήσουν γι᾽ αὐτά. Ἐν τούτοις, στὴν ἔρευνά μας προτιμήσαμε νὰ μὴν ἀναφερθοῦμε σὲ τέτοια θαυμαστὰ περιστατικά, ἀφ᾽ ἑνὸς μὲν ἐπειδὴ πολλοὶ ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους ζοῦν ἀκόμη, ἀφ᾽ ἑτέρου δὲ ἐπειδὴ καὶ ὁ ἴδιος ὁ Γέροντας δὲν ἔδινε μεγάλη σημασία σὲ αὐτά. Τὸ θαῦμα γιὰ τὸ ὁποῖο ἐκδαπανήθηκε μέχρι τέλους ὁ Γέροντας ἦταν ἡ ἕνωση τοῦ ἀνθρωπίνου εἶναι μὲ τὸ Πνεῦμα τοῦ Ζῶντος καὶ αἰωνίου Θεοῦ. Ὅπως ὁμολογοῦν πολλοὶ ποὺ τὸν ἔζησαν «ἐκ τοῦ σύνεγγυς», κάθε ἐπαφὴ μαζί του, ἀκόμα καὶ ἡ πιὸ ἁπλή, γέμιζε μὲ ἔμπνευση ὅσους τὸν πλησίαζαν διανοίγοντάς τους νέους ὁρίζοντες ζωῆς καὶ πνευματικῆς θεωρίας²⁰. Ἀκόμη καὶ λίγο καιρὸ πρὶν τὴν κοίμησή του, ὅταν λόγῳ τοῦ γήρατος καὶ τῆς ἀσθένειάς του κοιμόταν μόνο κατὰ διαστήματα σὲ μιὰ πολυθρόνα, ἀκόμη καὶ τότε ὁ λόγος του ἦταν δοσμένος «ἄνωθεν», πληροφοροῦσε μὲ χάρη καὶ ἔπειθε τὶς καρδιὲς ἐκείνων ποὺ ἀναζητοῦσαν τὸ Θεῖο θέλημα²¹.

Σήμερα, ποὺ τὰ βιβλία τοῦ Γέροντος κυκλοφοροῦν μὲ μεγάλη εὐρύτητα, ἡ ἀνακαινιστικὴ δύναμη τοῦ λόγου του μαρτυρεῖται ἀπὸ τὸ ἴδιο τὸ πλήρωμα τῶν πιστῶν. Ἡ ἀναφορὰ σὲ συγκεκριμένα περιστατικὰ θὰ ἦταν μᾶλλον πλεονασμός, τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ ἴδιος ὁ Γέροντας ἄφησε πίσω του συγγράμματα στὰ ὁποῖα ὁ λόγος του ἐκτείνεται «ἀπὸ τὸ ἄλφα μέχρι τὸ ὠμέγα»²².

Τὰ ἐκδοθέντα ἔργα τοῦ Γέροντος Σωφρονίου ἀνέρχονται σὲ δώδεκα τόμους, ποὺ εἶναι οἱ ἀκόλουθοι:

Ὁ Ἅγιος Σιλουανὸς ὁ Ἀθωνίτης, Ἔσσεξ Ἀγγλίας ⁶1995.

Ὀψόμεθα τὸν Θεὸν καθώς ἐστι, Ἔσσεξ Ἀγγλίας ³1996.

Περὶ Προσευχῆς, Ἔσσεξ Ἀγγλίας 1993.

Ἄσκησις καὶ Θεωρία, Ἔσσεξ Ἀγγλίας 1996.

His Life is Mine, St Vladimir’s Seminary Press, New York 1977.

Περὶ Πνεύματος καὶ Ζωῆς, Ἔσσεξ Ἀγγλίας, ⁴2016

Ἀγώνας Θεογνωσίας, Ἔσσεξ Ἀγγλίας ²2004.

Γράμματα στὴ Ρωσία, Ἔσσεξ Ἀγγλίας ³2018.

Τὸ μυστήριο τῆς χριστιανικῆς ζωῆς, Ἀγγλίας ³2016.

• Τὸ τρίτομο: Οἰκοδομώντας τὸν ναὸ τοῦ Θεοῦ μέσα μας καὶ στοὺς ἀδελφούς μας τόμ Α´, τόμ Β´, Ἔσσεξ Ἀγγλίας 2013 καὶ τόμ Γ´, Ἔσσεξ Ἀγγλίας 2014.

Στὴν προσπάθειά μου νὰ παρουσιάσω μὲ συστηματικὸ τρόπο τὴ διδασκαλία τοῦ Γέροντος Σωφρονίου σχετικὰ μὲ τὸ μυστήριο τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ἀντιμετώπισα ἐξ ἀρχῆς μία δυσκολία, ποὺ σχετίζεται μὲ τὸ ὕφος τῶν κειμένων του. Ὁ λόγος του φέρει «Ἰωάννεια χαρακτηριστικά», μὲ τὴν ἔννοια ὅτι ἐπανέρχεται συχνὰ στὸ ἴδιο θέμα μὲ τρόπο «κυκλικὸ καὶ σπειροειδῆ»²³, προσθέτοντας ὡστόσο κάθε φορὰ καὶ ἕνα καινούργιο στοιχεῖο. Τὰ περισσότερα ἀπὸ τὰ κείμενα τοῦ Γέροντος, ἐξαιτίας τοῦ ἐμπειρικοῦ τους χαρακτήρα, μοιάζουν μὲ τὰ πνευματικὰ κεφάλαια τῶν Πατέρων τῆς Φιλοκαλίας, ὅπου ὁ λόγος κατατίθεται σὲ παραγράφους ποὺ συχνότατα ἐμπεριέχουν ἐπαναλήψεις ἢ ἄλλες φορὲς εἶναι ἀσύνδετες μεταξύ τους.

Δὲν γνωρίζω ἐὰν τελικὰ κατάφερα νὰ συστηματοποιήσω τὴ διδασκαλία τοῦ Γέροντος, ὡστόσο ἐλπίζω ἡ ἐργασία αὐτὴ νὰ ἀποτελέσει μία ἀφορμὴ γιὰ νὰ γίνει εὐρύτερα γνωστὴ ἡ θεολογία του καὶ στοὺς ἀκαδημαϊκοὺς κύκλους, ὅπως ἔχει γίνει γνωστὴ τὰ τελευταῖα χρόνια στὸ πλήρωμα τῶν πιστῶν μὲ τὶς πολλὲς ἐκδόσεις τῶν βιβλίων του.

Προσπάθησα νὰ μὴ μειώσω τοὺς λόγους τοῦ Γέροντος, πράγμα πολὺ δύσκολο γιὰ κάποιον ποὺ στερεῖται ἀνάλογης πείρας. Γιὰ τὶς ὁποιεσδήποτε ἐλλείψεις αὐτοῦ τοῦ βιβλίου, ἐγώ εἶμαι ὑπεύθυνος. Γιὰ ὅσα τυχὸν καλά, ἡ τιμὴ ἀνήκει στὸν μακαριστὸ Γέροντα καὶ τοὺς μαθητές του, τοὺς μεγαλύτερους εὐεργέτες καὶ τῆς δικῆς μου ζωῆς.

Ἀπὸ τὴ θέση αὐτὴ θὰ ἤθελα νὰ ἐκφράσω τὴ βαθειὰ εὐγνωμοσύνη μου στὸν ἅγιο Προηγούμενο τῆς Μονῆς τῆς μετανοίας μου Πανοσιολογιώτατο Ἀρχιμανδρίτη Κύριλλο καὶ στὸν πνευματικό μου πατέρα Πανοσιολογιώτατο Ἀρχιμανδρίτη Ζαχαρία, γιὰ τὸ ὅτι μοῦ ἀνέθεσαν τὴν ἐκπόνηση αὐτῆς τῆς ἐργασίας, ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅλη τὴν πνευματική τους συμπαράσταση.

Ἀκόμη αἰσθάνομαι τὴν ὑποχρέωση νὰ εὐχαριστήσω θερμὰ καὶ ἐκ καρδίας τὸν Ὁμότιμο καθηγητὴ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ. κ. Γεώργιο Μαντζαρίδη γιὰ τὴν ἀμέριστη ὑποστήριξή του, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὶς πολύτιμες ὑποδείξεις ποὺ πάντοτε μὲ μεγάλη προθυμία μοῦ παρέσχε.

Θερμὲς εὐχαριστίες ὀφείλω ἐπίσης στὸν σύμβουλο καθηγητή μου Πρωτοπρεσβύτερο π. Βασίλειο Καλλιακμάνη γιὰ τὴν ἐπιστημονικὴ ἐπίβλεψη καὶ καθοδήγησή του. Ἰδιαίτερα τὸν εὐχαριστῶ γιὰ τὴν ἐλευθερία καὶ τὴν ἄνεση ποὺ μοῦ ἔδωσε νὰ πλαισιώσω τὰ συγγράμματα τοῦ Γέροντος μὲ κείμνα ἀπὸ Πατέρες ποὺ ὁ ἴδιος ὁ Γέροντας ἐκτιμοῦσε ἰδιαίτερα.

Ἀσφαλῶς, κραταιὰ εὐχαριστία καὶ δόξα σὲ ὅλους τοὺς αἰῶνες ἁρμόζει στὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, ποὺ χάρισε στὴν ἐποχή μας τὸν μακαριστὸ Γέροντα Σωφρόνιο, ὁ ὁποῖος μὲ τὴν αὐθεντία τῆς ἐμπειρικῆς του θεολογίας συνεχίζει νὰ φανερώνει στὸν κόσμο «τὸ μυστήριο τῶν ὁδῶν τῆς σωτηρίας».

Ἀρχιμανδρίτης Πέτρος


1 Ἡσ. 55,10-11.

2 Βλ. Ἑβρ. 1,1. Γιὰ ἐκτενέστερη ἀναφορὰ ὡς πρὸς τὶς διαφορετικὲς σημασίες τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ στὴ Γραφὴ καὶ στοὺς Πατέρες βλ. Habdbuch Theologischer Grundbegriffe, Kösel-Verlag München, σσ. 846-875· Hugo Rahner, Die Gottesgeburt- Die Lehre der Kirchenväter von der Geburt Christi im Herzen des Gläubigen, στό: Zeitschrift für katholische Theologie, Innsbruck-Druck und Verlag von Felizian Rauch, 1935, σσ. 333-383· Μάρκου Σιώτη, «Ἡ χρήση τοῦ ὅρου λόγος στὴν Ἁγία Γραφή», στό: Θρησκευτικὴ καὶ Ἠθικὴ Ἐγκυκλοπαίδεια, Ἀθήνα 1966, τόμ. 8, σσ. 334-345· Γεωργίου Μαντζαρίδη, Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἰς τὴν Ἁγίαν Γραφήν, Ἐπιστημονικὴ Ἐπετηρίδα Θεολογικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκη (ΕΕΘΣΘ) 17 (1972), σσ. 395-412.

3 «Τῷ λόγῳ τοῦ Κυρίου οἱ οὐρανοὶ ἐστερεώθησαν καὶ τῷ πνεύματι τοῦ στόματος Αὐτοῦ πᾶσα ἡ δύναμις αὐτῶν». Ψαλμ. 32,6. Ἐπίσης βλ. Ἀρχιμανδρίτου Σωφρονίου, Ὁ Ἅγιος Σιλουανὸς ὁ Ἀθωνίτης, Ἱερὰ Μονὴ Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ Ἀγγλίας ⁶1995, σ. 283.

4 Ψαλμ. 148,5. Ἐπίσης βλ. Γέν. 1,1-31.

5 Βλ. Ἑβρ. 12,26.

6 Ἀποκ. 10,5-6. Ἐπίσης βλ. Ἀρχιμανδρίτου Σωφρονίου, Ὀψόμεθα τὸν Θεὸν καθώς ἐστι, Ἱερὰ Μονὴ Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ Ἀγγλίας ³1996, σ. 397.

7 Πρβλ. Ἀποκ. 17,17. Ἐπίσης γιὰ σχετικὴ ἑρμηνεία τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ βλ. Handbuch Theologischer Grundbegriffe, KÖSEL-VERLAG MÜNCHEN, σ. 845, 868.

8 Βλ. Ἀρχιμ. Ζαχαρία, Ὁ κρυπτὸς τῆς καρδίας ἄνθρωπος, Ἱερὰ Μονὴ Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ Ἀγγλίας 2011, σσ. 275-277.

9 «Οὐ γὰρ θελήματι ἀνθρώπου ἠνέχθη προφητεία ποτέ, ἀλλὰ ὑπὸ πνεύματος ἁγίου φερόμενοι ἐλάλησαν ἀπὸ Θεοῦ ἄνθρωποι». Β΄ Πέτρ. 1,21.

10 Βλ. Β΄ Τιμ. 2,8.

11 Β΄ Πέτρ. 1,19.

12 Πρβλ. Ὁ Ἅγιος Σιλουανὸς ὁ Ἀθωνίτης, σ. 3.

13 Βλ. Ἀρχιμανδρίτου Ζαχαρία, Ἀναφορὰ στὴ θεολογία τοῦ Γέροντος Σωφρονίου, Ἱερὰ Μονὴ Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ Ἀγγλίας 2000, σ. 16.

14 Βλ. Ἀρχιμανδρίτου Ζαχαρία, Πλατυσμὸς τῆς καρδίας, Ἱερὰ Μονὴ Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ Ἀγγλίας 2012, σ. 42 καὶ τοῦ ἰδίου, Ἀναφορὰ στὴ θεολογία τοῦ Γέροντος Σωφρονίου, σ. 16.

15 Βλ. Α΄ Θεσ. 5,23· Ὀψόμεθα τὸν Θεὸν καθώς ἐστι, σ. 83.

16 Α΄ Πέτρ. 1,23.

17 Bλ. Ἑβρ. 10,34.

18 Βλ. Ἀρχιμανδρίτου Σωφρονίου, Οἰκοδομώντας τὸν ναὸ τοῦ Θεοῦ μέσα μας καὶ στοὺς ἀδελφούς μας, Ἱερὰ Μονὴ Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ Ἀγγλίας 2013, τόμ. Α΄ σ. 140· τόμ. Γ΄: σ. 54, 334.

19 Βλ. Κολ. 3,1. Ἐπίσης βλ. Ὀψόμεθα τὸν Θεὸν καθώς ἐστι, σ. 354, καὶ Οἰκοδομώντας τὸν ναὸ τοῦ Θεοῦ, τόμ. Α΄, σ. 177 καὶ τόμ. Γ΄, σ. 132.

20 Βλ. Ἀρχιμ. Ζαχαρία, «Εἰσαγωγὴ στὴ θεολογία τοῦ Γέροντος Σωφρονίου», στό: Πρακτικὰ Διορθοδόξου Ἐπιστημονικοῦ Συνεδρίου: ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΑΚΤΙΣΤΟΥ ΦΩΤΟΣ (στὸ ἑξῆς ΠΔΕΣ), Ἱερὰ Μεγίστη Μονὴ Βατοπαιδίου, Ἅγιον Ὄρος 2008, σ. 58.

21 Βλ. Ἀρχιμ. Ζαχαρία, Πλατυσμὸς τῆς καρδίας, σ. 11.

22 Πρβλ. Βίβλος Βαρσανουφίου καὶ Ἰωάννου, ἀπόκρισις λς΄, ἐκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 1997, σ. 49.

23 Γιὰ τὸν «κυκλικὸ καὶ σπειροειδῆ» χαρακτήρα τοῦ Κατὰ Ἰωάννην εὐαγγελίου βλ. Ἰ. Δ. Καραβιδόπουλου, Εἰσαγωγὴ στὴν Καινὴ Διαθήκη, ἐκδ. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη ²2001, σ. 235. Εἶναι ἀξιοσημείωτο τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Γέροντας Σωφρόνιος χρησιμοποίησε ἀκριβῶς τὸ ἴδιο ἐκφραστικὸ σχῆμα γιὰ νὰ περιγράψει τὴν πνευματική του αὐτοβιογραφία «Ὀψόμεθα τὸν Θεὸν καθώς ἐστι», παρομοιάζοντας τὸν λόγο του μὲ μιὰ σπειροειδῆ σκάλα, ὅπου σὲ κάθε κύκλο προσθέτει καὶ κάποιο καινούργιο στοιχεῖο.

1. Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ

α. Βιογραφικὴ ἀναφορὰ

¹

Ὁ Γέροντας Σωφρόνιος (κατὰ κόσμον Σέργιος Συμεώνοβιτς Σαχάρωφ) γεννήθηκε στὴ Μόσχα στὶς 22 Σεπτεμβρίου 1896. Μεγάλωσε σὲ πολυμελῆ Ὀρθόδοξη οἰκογένεια − εἶχε τέσσερις ἀδελφοὺς καὶ τέσσερις ἀδελφές. Ἡ οἰκογένειά του εἶχε ὑψηλὸ μορφωτικὸ ἐπίπεδο καὶ ὁ ἴδιος ἀπὸ μικρὸς ἀγάπησε τὴ λογοτεχνία καὶ τὴν ποίηση². Στὸ τέλος τῆς βασικῆς του σχολικῆς ἐκπαίδευσης, γράφτηκε σὲ ἰδιωτικὴ σχολὴ Καλῶν Τεχνῶν. Τὸ 1916, σὲ ἡλικία εἴκοσι ἐτῶν, ὑπηρέτησε τὴ στρατιωτική του θητεία ἀρχικὰ ὡς δόκιμος καὶ ἔπειτα στὴ σχολὴ ἀξιωματικῶν. Τὸ 1918 ἔκανε αἴτηση εἰσαγωγῆς στὴ Σχολὴ Ζωγραφικῆς τῆς Μόσχας. Τὸν καιρὸ ἐκεῖνο εἶχε ἤδη ξεσπάσει ὁ Α´ Παγκόσμιος πόλεμος καὶ ἔπειτα ἡ ἐπανάσταση τῶν Μπολσεβίκων. Ὡστόσο, ὁ Γέροντας δὲν στάλθηκε ποτὲ στὸ μέτωπο, ἀλλά, καθὼς ἤδη φοιτοῦσε στὴ Σχολὴ Καλῶν Τεχνῶν, τοποθετήθηκε στὸ τμῆμα καμουφλὰζ-παραλλαγῆς³. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ἡ ἀγαθὴ πρόνοια τοῦ Θεοῦ προστάτεψε τὸν Γέροντα ἀπὸ ὁποιαδήποτε συμμετοχὴ στὸν πόλεμο, γεγονὸς γιὰ τὸ ὁποῖο ἀργότερα θὰ εὐγνωμονοῦσε τὸν Θεό, γιατὶ δὲν θὰ ὑπῆρχε κανένα κανονικὸ κώλυμα στὴ ζωή του, ὅταν θὰ ἐρχόταν ἡ ὥρα νὰ τοῦ δοθεῖ τὸ ὑπερκόσμιο χάρισμα τῆς ἱερωσύνης. Πρὸς τὸ τέλος τῆς ζωῆς του θὰ γράψει:

«Κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου −λίαν καταστρεπτικοῦ διὰ τὴν Ρωσίαν− ὕστερον δὲ κατὰ τὴν διάρκειαν τῶν πρώτων ἐτῶν τῆς Ρωσικῆς Ἐπαναστάσεως −μετὰ τοῦ ἀπεριγράπτου χάους τοῦ ἐμφυλίου πολέμου− ἀπετυπώθησαν ἐν τῇ ψυχῇ μου ἐσαεὶ τὰ ἀπαράκλητα μαρτύρια πολλῶν ἑκατομμυρίων ἀνθρώπων. Ἐγὼ ὁ ἴδιος εὑρισκόμην ὑπὸ συνθήκας ἐνδεχομένου ὀλέθρου ἐν τῇ ἀνενδότῳ καὶ ἀνεξελέγκτῳ ἐκείνη θυέλλῃ. Ὁ Κύριος ὅμως διὰ θαυμαστοῦ τρόπου διεφύλαξεν ἐμὲ ἀπὸ πάσης συμμετοχῆς εἰς τὸν πόλεμον τοῦτον. Οὐδέποτε ἐφόνευσά τινα. Ὅτε δὲ ἤγγισεν ἡ ὥρα νὰ λάβω τὴν εὐλογίαν τῆς ἱερωσύνης, τότε δὲν εὕρισκον λόγους εὐγνωμοσύνης πρὸς τὸν Θεόν μου διὰ τὸ τοσοῦτον ἐξαίρετον ἔλεος Αὐτοῦ πρὸς ἐμέ»⁴.

Παράλληλα μὲ τὴν ἐξωτερικὴ πορεία τῆς ζωῆς του, στὸ πνεῦμα τοῦ Γέροντος ἀπὸ πολλὴ μικρὴ ἠλικία εἶχε ἐμφυτευθεῖ ὁ πόθος γιὰ τὴν ἀπόλυτη καὶ ἀσάλευτη ἀλήθεια⁵. Διψοῦσε γιὰ τὴν αἰώνια ζωή, ἢ μᾶλλον, ὅπως θὰ γράψει πολλὰ χρόνια ἀργότερα, ἡ αἰώνια Ζωὴ ἀναζητοῦσε ἐκεῖνον:

«Τὸ πνεῦμα μου ἀπήτει αἰωνίαν ζωὴν καὶ ἡ αἰωνιότης, ὡς ἀντελήφθην βραδύτερον, ἵστατο ἐνώπιόν μου ἀναγεννῶσα ἐμὲ ἐναργῶς. Ἤμην τυφλός, ἄνευ ἐπιγνώσεως. Ἡ αἰωνιότης ἔκρουε τὴν θύραν τῆς ψυχῆς μου, τῆς ἐκ τοῦ φόβου κεκλεισμένης ἐν ἑαυτῇ»⁶.

Ὁ Θεὸς τοῦ δώρησε ἀπὸ πολὺ μικρὴ ἡλικία τὸ πολύτιμο χάρισμα τῆς μνήμης τοῦ θανάτου μὲ τὸ ὁποῖο ἡ αἰωνιότητα τὸν πλησίασε «ὑπὸ ἀρνητικὴν μορφήν»⁷. Στὸ χάρισμα αὐτὸ συνεργοῦσε καὶ ἡ τραγωδία τοῦ Α´ Παγκοσμίου πολέμου καὶ ἀργότερα τοῦ ἐμφυλίου ποὺ «ἀνέσκαπτε τὰς ἀχανεῖς ἐκτάσεις τῆς Ρωσίας ὡς γιγάντιον ἄροτρον, ἀποσπῶν τὰς ρίζας τοῦ παρελθόντος»⁸. Σὲ ἡλικία 17-18 ἐτῶν ὁ νεαρὸς τότε Σέργιος ἑλκύεται ἀπὸ τὸν μυστικισμὸ τῶν ἀνατολικῶν θρησκειῶν. Ὅπως τὸ περιγράφει ὁ ἴδιος:

«Πρὸς τὸ τέλος τῆς ὡρίμου νεότητος διέπραξα μέγα ἁμάρτημα: Ἐγκατέλιπον Αὐτόν, διὰ τινος, κινήσεως ἐπιπολαίου ὑπερηφανίας, χάριν ἑνὸς ἄλλου, ὑποθετικοῦ Ὑπερ-προσωπικοῦ Ἀπολύτου. Καταστείλας τὴν ἀγαθὴν ἕξιν νὰ προσεύχωμαι εἰς τὸν Θεὸν τῆς παιδικῆς μου ἡλικίας, ἐφερόμην, εἰς ὥρας ὑπερβατικοῦ διαλογισμοῦ, πρὸς τὸ ἀπόλυτον Εἶναι... Εἰς τὴν πλάνην αὐτὴν περιέπεσα ἐν τῇ νεότητί μου ἐξ ἐπιδράσεως βιβλίων περὶ τοῦ ἰνδικοῦ μυστικισμοῦ καὶ συναντήσεων μετ’ ἀνθρώπων ἐξ ἐκεῖνων τῶν χωρῶν, ὅπου ἐπὶ χιλιετίας καλλιεργεῖται τὸ εἶδος τοῦτο τοῦ μυστικισμοῦ»⁹.

Ἐξαιτίας τῆς κατάστασης ποὺ ἐπικράτησε στὴ Ρωσία μὲ τὴν ἐπανάσταση, ὁ Γέροντας θὰ φύγει στὸ ἐξωτερικὸ τὸ 1921. Πέρασε διαδοχικὰ ἀπὸ τὴν Ἰταλία καὶ τὸ Βερολίνο τῆς Γερμανίας, γιὰ νὰ καταλήξει τελικὰ στὸ Παρίσι, στὸ τέλος τοῦ 1922. Στὰ χρόνια τῆς διαμονῆς του στὸ Παρίσι ἐκθέτει ἔργα του τὸ 1923 στὸ Salon d’ Automne καὶ τὸ 1924 στὸ Salon des Tuileries¹⁰.

Στὸ Παρίσι συνέβη καὶ ἡ ἐπιστροφὴ τοῦ Γέροντος στὴν Ἐκκλησία. Σύντομα κατάλαβε ὅτι μὲ τὸν ὑπερβατικὸ διαλογισμὸ ἦταν ἀδύνατο νὰ ἐπιτύχει τὴν πραγματικὴ ἕνωση μὲ τὸν «Ποθούμενο», ἀφοῦ ἐνώπιόν του ἐμφανιζόταν ὄχι τὸ «Καθαρὸ εἶναι» ἀλλὰ ὁ θάνατος ὅλου τοῦ εἶναι του, συμπεριλαμβανομένης καὶ τῆς ὑποστατικῆς του ἀρχῆς¹¹. Ἡ μεταστροφή του προκλήθηκε ἀπὸ τὸ κείμενο τῆς Σιναϊτικῆς ἀποκαλύψεως «Ἐγώ εἰμι ὁ Ὤν»¹². Κατὰ ἕναν θαυμαστὸ τρόπο, στὴν πνευματική του πορεία ἡ φράση «Ἐγώ εἰμι ὁ Ὤν» συνδέθηκε μὲ τὴν ἀποκάλυψη τοῦ προσωπικοῦ Θεοῦ διὰ τῆς ἐλλάμψεως τοῦ ἀκτίστου Φωτός. Ἡ θεωρία ποὺ εἶχε, γιὰ τὴν ὁποία θὰ γίνει ἐκτενέστερη ἀναφορὰ στὸ ἑπόμενο κεφάλαιο, τοῦ φανέρωσε τὸ ἀληθινὸ περιεχόμενο τῆς εὐαγγελικῆς ἐντολῆς τῆς ἀγάπης:

«Ἡ ἐντολὴ ἀγαπήσεις τὸν Θεὸν δι’ ὅλης τῆς ὑπάρξεώς σου καὶ τὸν πλησίον ὡς σεαυτόν (πρβλ. Λουκ. 10,27), δι’ ἀπροσδοκήτου εἰς ἐμὲ τρόπου, ὠρθώθη πρὸ τοῦ νοὸς μου ἐν τῷ εὐαγγελικῷ αὐτῆς περιεχομένῳ: Ἡ ὑπαρξιακὴ ἕνωσις μετὰ τοῦ Θεοῦ συντελεῖται διὰ τῆς ἀγάπης. Καὶ οὕτως, ὅ,τι παλαιότερον ἀπέτρεψεν ἐμὲ ἀπὸ τοῦ Εὐαγγελίου ... νῦν εἰσέδυσεν εἰς τὴν καρδίαν καὶ τὸν νοῦν μου ὡς φῶς ἀληθοῦς γνώσεως. Ἡ ὀντολογικὴ ἕνωσις πραγματοποιεῖται ἐν τῇ ἐνεργείᾳ τῆς ἀγάπης»¹³.

Ἡ ἀποκάλυψη στὸν Γέροντα τοῦ ὑποστατικοῦ Λόγου-Χριστοῦ, θὰ τοῦ δώσει ἀργότερα τὴ δυνατότητα νὰ μιλήσει γιὰ τὴν κατάσταση τοῦ «ἐγώ εἰμι» ὡς τὴν ἀνάδειξη τῆς ὑποστατικῆς ἀρχῆς στὸν ἄνθρωπο μὲ τὴ θεωρία τοῦ ἀκτίστου Φωτός:

«Ὅταν διαρραγοῦν τὰ στενὰ ὅρια τοῦ ἀτόμου, ὅταν διαπερασθῇ τὸ τεῖχος τοῦ χρόνου, τότε δίδεται εἰς τὸν ἄνθρωπον ἡ πεῖρα τῆς καταστάσεως, Ἐγώ εἰμι. Αἰσθανόμενος οὗτος ἐν Ἑαυτῷ τὴν ζωοποιὸν πνοὴν τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου ... προαισθάνεται τὴν νίκην τοῦ Φωτός»¹⁴.

Στὰ κείμενα ποὺ συνέταξε ὁ Γέροντας λίγο πρὶν τὸν θάνατό του, ἐντυπωσιάζει τὸ πόσο βαθιὰ κατανόησε τὴν ἀποκάληψη ποὺ δέχτηκε ὁ Μωυσῆς:

«Ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ ποὺ δόθηκε στὸν Μωυσῆ ἦταν πράγματι μεγάλη. Γνώρισε, αἰσθάνθηκε μὲ ὅλη τὴν ὕπαρξή του ὅτι ὁ ὁρατὸς καὶ οἱ ἀόρατοι ἀπὸ ἐμᾶς κόσμοι, ὅλο τὸ κοσμικὸ εἶναι, ὅπως καὶ ἐμεῖς οἱ ἴδιοι, ὅλα καὶ ὅλοι ἔλαβαν τὴν ἀρχή τους ἀπὸ Ἐκεῖνον. Προεῖδε μὲ τὸ πνεῦμα του ὅτι ἡ εὐδοκία ποὺ δόθηκε διαμέσου του στὸν Ἰσραηλιτικὸ λαὸ ὄφειλε νὰ μεταδοθεῖ σὲ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα, ποὺ σὲ παραλήρημα χαρᾶς ἐρχόταν νὰ προσκυνήσει «τὸν Θεὸν τοῦ Ἰσραήλ». Εἶδε μὲ ἐνάργεια ὅτι τὸ Ἄναρχο Ἀπόλυτο δὲν εἶναι κάποια ἀφηρημένη πανενότητα, ἀπρόσωπη ἢ ὑπερπροσωπική, οὔτε προκαθορισμένη κοσμικὴ διαδικασία, ἀλλὰ ὁ Ζῶν Θεός, ὁ Ὑποστατικός»¹⁵.

Τὸ 1925 ἐγγράφεται στὸ Θεολογικὸ Ἰνστιτοῦτο τοῦ Ἁγίου Σεργίου, ἀλλὰ σύντομα τὸ ἐγκαταλείπει γιατὶ δὲν βρίσκει στὶς σπουδὲς ἐκεῖνο ποὺ ζητοῦσε. Τότε σκέφθηκε νὰ πάει σὲ μοναστήρι, ὅπου θὰ εἶχε πιὸ εὐνοϊκὲς συνθῆκες γιὰ προσευχή. Εἶχε δύο μέρη στὸν νοῦ του, τὸ Βάλαμο στὴ Ρωσία καὶ τὸ Ἅγιον Ὄρος. Τελικὰ ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ τὸν ὁδήγησε στὸν Ἄθωνα¹⁶. Σχετικὰ μὲ τὴν κατάσταση στὴν ὁποία βρισκόταν τὸ πνεῦμα του ὅταν ἔφυγε γιὰ τὸ Ἅγιον Ὄρος, γράφει ὁ ἴδιος:

«Κατενόησα ὅτι, ἐὰν διψῶ νὰ γνωρίσω τὸν Θεόν, ὀφείλω κατὰ μείζονα βαθμὸν νὰ παραδοθῶ εἰς Αὐτὸν παρ’ ὅσον παρεδιδόμην εἰς τὴν τέχνην. Ἡ Θεία αἰωνιότης εἵλκυεν ἐμέ. Ἀλλ᾽ ἐγκαταλείπων τὴν Γαλλίαν, διέρρηξα ὀπίσω μου πάντα δεσμόν, ὥστε ἐν περιπτώσει ταλαντεύσεων, νὰ εἶναι ἀδύνατος ἡ ἐπιστροφή μου εἰς τὰ προγενέστερα»¹⁷.

Στὸ Ἅγιον Ὄρος ὁ Γέροντας ἐγκαταβιώνει στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος-Ρωσικοῦ καὶ ἐγγράφεται στὰ μοναχολόγια τῆς Μονῆς στὶς 25 Νοεμβρίου τοῦ 1925. Στὶς 30 Ἀπριλίου 1930 χειροτονεῖται διάκονος ἀπὸ τὸν τότε Ἐπίσκοπο Ἀχρίδος Νικόλαο Βελιμίροβιτς. Τὴν ἴδια χρονιὰ ὁ Γέροντας γνωρίζει τὸν ὅσιο Σιλουανό. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ θὰ σφραγίσει ἀνεξίτηλα ὅλη τὴν ὑπόλοιπη ζωὴ του. Πολλὰ χρόνια ἀργότερα θὰ περιγράψει τὴν πρώτη του συνάντηση μὲ τὸν ὅσιο Σιλουανό:

«Ἡ συνάντηση μὲ τὸν Γέροντα Σιλουανὸ συνέβη ὡς ἑξῆς. Ἤμουν πολὺ ντροπαλὸς καὶ δὲν μποροῦσα νὰ ἀπευθυνθῶ μόνος μου σὲ αὐτόν. Μία ἡμέρα μὲ ἐπισκέφθηκε ἕνας μοναχὸς ποὺ εἶχε σπουδάσει μηχανολόγος. Εἶχε πάει στὸν Ἄθωνα πρὶν ἀπὸ μένα. Καὶ νά, τὴ δεύτερη, ἴσως καὶ τὴν πρώτη ἡμέρα τοῦ Πάσχα τοῦ 1930, ἔρχεται καὶ μοῦ λέει:

— Πάτερ Σωφρόνιε, πεῖτε μου, πῶς μπορῶ νὰ σωθῶ; Ἐγώ, ἐπειδὴ οὐσιαστικὰ δὲν γνώριζα πῶς ἔπρεπε νὰ τοῦ ἀπαντήσω, εἶπα:

— Νὰ στέκεσαι στὸ ἀκράτατο ὅριο τῆς ἀπογνώσης, καὶ ὅταν δὲν ἀντέχεις ἄλλο, κάνε ἕνα βῆμα πίσω καὶ πιὲς ἕνα φλυτζάνι τσάι. Καὶ τοῦ πρόσφερα τσάι, ὅπως συνήθιζα νὰ κάνω στοὺς ἐπισκέπτες μου. Μετὰ ἀπὸ μένα ὁ μοναχὸς πῆγε στὸν Γέροντα Σιλουανὸ καὶ εἶπε: «Νά, ἤμουν στὸν π. Σωφρόνιο καὶ μοῦ εἶπε αὐτά...». Τὴν ἄλλη ἡμέρα στὴν αὐλὴ τοῦ μοναστηριοῦ ἀπὸ τὴ μία πλευρὰ προχωροῦσε ὁ Γέροντας καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἐγώ. Ἀπὸ σεβασμὸ ἀπομακρύνθηκα γιὰ νὰ τοῦ ἀφήσω χῶρο νὰ περάσει, ἀλλὰ αὐτὸς ἦρθε νὰ μὲ συναντήσει καὶ μοῦ εἶπε:

— Σᾶς ἐπισκέφθηκε χθὲς ὁ π. Βλαδίμηρος;

— Μάλιστα.

Καὶ ὁ πρῶτος λόγος ποὺ τοῦ πρόφερα ἦταν:

— Μήπως ἔσφαλα σὲ κάτι ἀπὸ αὐτὰ ποὺ τοῦ εἶπα; Καὶ αὐτὸς εἶπε:

— Ὄχι, εἴχατε δίκαιο, ἀλλὰ αὐτὰ τὸν ὑπερβαίνουν. Ἐλᾶτε στὸ κελλί μου νὰ μιλήσουμε γι᾽αὐτὸ. Τότε μοῦ ἔδωσε ὁρισμένες σημειώσεις γιὰ τὸν πνευματικὸ ἀγώνα τῆς ζωῆς του»¹⁸.

Ὁ ὅσιος Σιλουανὸς διηγήθηκε ὅλη τὴ ζωή του στὸν Γέροντα. Τοῦ μίλησε γιὰ τὰ δεκαπέντε χρόνια τῆς πάλης του μὲ τὰ δαιμόνια, καὶ τοῦ ἐμπιστεύτηκε τὸν λόγο ποὺ ὁ Κύριος τοῦ ἔδωσε: «Κράτει τὸν νοῦν σου εἰς τὸν ᾅδην καὶ μὴ ἀπελπίζου»¹⁹. Μέχρι τὸ 1938, χρονιὰ ποὺ κοιμήθηκε ὁ ὅσιος Σιλουανός, ὁ Γέροντας ὑπῆρξε ὁ πιὸ κοντινὸς μαθητής του, καὶ τὴ σχέση αὐτὴ τὴν θεωροῦσε ὡς τὴ μεγαλύτερη δωρεὰ τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή του.

Ὅπως θὰ δοῦμε ἀναλυτικὰ καὶ στὸ ἑπόμενο κεφάλαιο, ὁ Γέροντας ἐγκαταστάθηκε στὰ Καρούλια τὸ 1939. Τὸ 1941, μὲ τὴ συναίνεση τοῦ πατρὸς Γερασίμου Μενάγια, χειροτονεῖται ἱερέας καὶ χειροθετεῖται πνευματικὸς στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίου Παύλου τὴν ἡμέρα τῆς Ὑπαπαντῆς ἀπὸ τὸν ἐφησυχάζοντα Μητροπολίτη Μιλητουπόλεως Ἱερόθεο²⁰. Τὸ 1943 ἐγκαταλείπει τὰ Καρούλια καὶ ἐγκαθίσταται στὸ ἡσυχαστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος, σὲ μιὰ σπηλιὰ λίγο πιὸ πάνω ἀπὸ τὸν ἀρσανὰ τῆς Μονῆς Ἁγίου Παύλου. Ἀπὸ ἐκεῖ διακονεῖ ὡς πνευματικὸς τὶς Ἱερὲς Μονὲς Ἁγίου Παύλου, Ὁσίου Γρηγορίου, Ὁσίου Σίμωνος Πέτρας, Ὁσίου Ξενοφῶντος, ὅπως καὶ πολλὰ ἄλλα Κελλιὰ καὶ Σκῆτες.

Τὸ ἔτος 1947 μεταβαίνει στὸ Παρίσι καὶ ἐκδίδει σὲ πολυγραφημένη μορφὴ τὶς σημειώσεις τοῦ ἁγίου Σιλουανοῦ, ἐπισυνάπτοντας μία ἀναλυτικὴ παρουσίαση τῆς διδασκαλίας τοῦ Ἁγίου. Λίγο Ἀργότερα, τὸ 1951, ἀρρωσταίνει πολὺ σοβαρὰ ἀπὸ ἕλκος στὸ στομάχι καὶ τελικὰ στὶς 26 Φεβρουαρίου τοῦ ἰδίου ἕτους ὑποβάλεται σὲ ὁλικὴ σχεδὸν γαστρεκτομή. Ἔπειτα ἀπὸ τὴν ἐγχείρηση ὁ Γέροντας παρέμεινε οὐσιαστικὰ ἀνάπηρος γιὰ ἀρκετὸ καιρὸ καὶ μεταφέρθηκε στὸ ρωσικὸ γηροκομεῖο τοῦ προαστείου τῶν Παρισίων τῆς Ἁγίας Γενεβιέβης τοῦ Δρυμοῦ. Στὸ μέρος αὐτὸ ὑπῆρχε παρεκκλήσι στὸ ὁποῖο ξεκίνησε νὰ τελεῖ καθημερινὰ ἀκολουθίες. Τὸ βιβλίο γιὰ τὸν ἅγιο Σιλουανὸ ὅπως καὶ μερικὰ ἄρθρα ποὺ ἐξέδωσε ὁ Γέροντας, μαζὶ μὲ τὴ λειτουργικὴ ζωὴ στὸ παρεκκλήσι τοῦ γηροκομείου, ἔγιναν ἀφορμὴ νὰ μαζευτοῦν γύρω του ὁρισμένοι νέοι ποὺ ποθοῦσαν τὴ μοναχικὴ ζωή. Οἱ νέοι αὐτοὶ πρότειναν στὸν Γέροντα νὰ ἱδρύσει μοναστικὴ ἀδελφότητα ὅπου θὰ μποροῦσαν καὶ οἱ ἴδιοι νὰ ζήσουν κοντά του. Ὁ ἴδιος ὁ Γέροντας πίστευε πὼς βρισκόταν κοντὰ στὸν θάνατο καὶ ἦταν ἀπρόθυμος γιὰ κάτι τέτοιο. Τελικὰ ὅμως συγκατένευσε ἀπὸ εὐσπλαγχνία καὶ ἄρχισε νὰ ἀναζητεῖ τόπο, ὁ ὁποῖος καὶ βρέθηκε στὸ Ἔσσεξ τῆς Ἀγγλίας, ἐκεῖ ὅπου βρίσκεται σήμερα ἡ Μονή του. Στὶς 5 Μαρτίου 1959 ἔφθασε στὴν Ἀγγλία μὲ μιὰ μικρὴ ὁμάδα πιστῶν, προκειμένου νὰ συστήσει τὴν ἀδελφότητά του. «Τὸ μέρος ἦταν σχεδὸν ἔρημο καὶ ὁ Γέροντας χαιρόταν, γιατὶ, ὅπως ἔλεγε, κανένας δὲν θὰ τὸ ἐπιθυμοῦσε καὶ ἀπὸ κανένα δὲν θὰ τὸ στεροῦσε»²¹. Ἡ Μονὴ τοῦ Τιμίου Προδρόμου προσάπτεται στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ὡς Σταυροπηγιακὴ στὶς 25 Φεβρουαρίου τοῦ 1965 καὶ στὶς 26 Νοεμβρίου 1987 ὑπογράφεται ἡ ἁγιοκατάταξη τοῦ ὁσίου Σιλουανοῦ.

Ἀπὸ τὰ μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ ’80 ἡ ὑγεία τοῦ Γέροντος σταδιακὰ χειροτέρευε καὶ στὶς 11 Ἰουλίου 1993, σὲ ἡλικία 97 ἐτῶν, «προσευχόμενος ἀπῆλθε πρὸς τὸν ἠγαπημένο Θεὸ τῶν Πατέρων του»²². Ἦταν Κυριακὴ καὶ τὴν ὥρα ἐκείνη στὸν ναὸ τῆς Μονῆς του τελοῦνταν ἡ Θεία Λειτουργία.

Ἀξιοσημείωτο εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Γέροντας ἔφυγε ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόσμο φέροντας μέσα του τὴν ἴδια κατάσταση ποὺ βρίσκουμε καὶ στὸν κατὰ Θεὸν πατέρα του ὅσιο Σιλουανό. Στὸ τέλος τῶν γραφῶν τοῦ Ὁσίου βρίσκουμε τὸ ἑξῆς κείμενο:

«Ἡ ψυχὴ ἐκ τῆς ἀγάπης τοῦ Κυρίου εἶναι ὡς νὰ ἐγένετο παράφρων· κάθηται, σιωπᾷ, δὲν θέλει νὰ ὁμιλῇ· καὶ ὡς παράφρων ὁρᾷ τὸν κόσμον καὶ δὲν ἐπιθυμεῖ αὐτὸν καὶ δὲν βλέπει αὐτόν. Καὶ οἱ ἄνθρωποι δὲν γνωρίζουν ὅτι αὕτη ἐνορᾷ τὸν ἠγαπημένον Κύριον, καὶ ὁ κόσμος ἔμεινεν ὡς εἰς τὰ ὀπίσω καὶ περιέπεσεν εἰς λήθην, καὶ ἡ ψυχὴ δὲν θέλει νὰ προσέχῃ εἰς αὐτόν, διότι δὲν ὑπάρχει ἐν αὐτῷ ἡ ἄφθορος γλυκύτης. Οὕτω γίνεται ἐν τῇ ψυχῇ, ἥτις ἐγνώρισε τὴν θεϊκὴν γλυκύτητα τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ. Ὤ, Κύριε, δὸς τὴν ἀγάπην ταύτην ἡμῖν καὶ τῷ κόσμῳ Σου ἅπαντι!»²³.

Ἀντίστοιχα καὶ ὁ Γέροντας Σωφρόνιος πρὸς τὸ τέλος τῆς ζωῆς του θὰ γράψει μὲ ταπεινὴ εἰλικρίνεια καὶ βαθύτατη εὐγνωμοσύνη:

«Βλέπω ὅτι ὁ νοῦς μου ἀδιακόπως ἐπιστρέφει εἰς τὴν αὐτὴν ὅρασιν, ἀπὸ τῆς ὁποίας δὲν δύναμαι νὰ ἀποσπασθῶ καὶ τὴν ὁποίαν ἤρχισα νὰ οἰκειοῦμαι πλέον τοῦ ἡμίσεως ἤδη αἰῶνος. Ὁ Κύριος ἀπορροφᾷ ἐμὲ ὁλοκληρωτικῶς. Καὶ βλέπω καὶ δὲν βλέπω τὴν περιβάλλουσαν ἐμὲ πραγματικότητα. Τὸ βλέμμα μου ὀλισθαίνει πρὸς αὐτὴν κατ’ ἐκείνας τὰς στιγμάς, ὅταν εἶμαι ἀπησχολημένος μετὰ τῶν ἀναποφεύκτων ἀναγκῶν τῆς καθ’ ἡμέρας ζωῆς. Ἀλλ’ εἴτε ὑπνῶ, εἴτε γρηγορῶ, ὁ Θεὸς περιβάλλει ἐμὲ στενώτερον ἢ ὁ ἀὴρ τὸν ὁποῖον ἀναπνέω. Κατὰ τὰς παρελθούσας δεκαετίας ἡ χάρις πολυτρόπως ἐξεχύθη ἐπ’ ἐμὲ ἀφθόνως, κατὰ καιροὺς ὡς εὐρὺς ποταμός, ἐνίοτε δὲ ὡς καταρράκτης, τουτέστιν ὡς πτῶσις ζῶντος ὕδατος ἐπὶ τὴν κεφαλήν μου (Ἰωάν. 4,10)... Ἡ ψυχή μου θέλει νὰ ψάλλῃ ὕμνους εἰς τὸν Θεόν, Ὅστις μετὰ τοιαύτης ἀγάπης ἦλθεν εἰς συνάντησιν ἐμοῦ τοῦ πένητος, ἀλλὰ δὲν ἔχω λόγους ἀξίους Αὐτοῦ»²⁴.

Ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης γράφει: «Ἴδετε ποταπὴν ἀγάπην δέδωκεν ἡμῖν ὁ Πατήρ, ἵνα τέκνα Θεοῦ κληθῶμεν»²⁵. Δὲν θὰ ἦταν ὑπερβολὴ ἂν λέγαμε ὅτι ὁ μακαριστὸς Γέροντας γνώρισε τὸ «ὑπερβάλλον μέγεθος»²⁶ τῆς Θείας ἀγάπης, καὶ ἀγωνίσθηκε ὑπεράνθρωπα γιὰ πολλὰ χρόνια, ὥστε νὰ μὴν μπορέσει κανένας καὶ τίποτε νὰ συλήσει τὸν θησαυρὸ τῆς δωρεᾶς τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή του²⁷. Ἐγκαταλείποντας τὰ πάντα καὶ μισώντας τὸν ἑαυτό του χάριν τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεὸ τὴν δωρεὰ τῆς αἰώνιας πνευματικῆς ἀγάπης, ποὺ ἀναβλύζει ἀπὸ τὰ ἔγκατα τοῦ φορέα της ρεύματα εὐεργετικῆς ἐνέργειας γιὰ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα²⁸.

Ὅλα τὰ βιογραφικὰ στοιχεῖα ποὺ πολὺ συνοπτικὰ καταθέσαμε σὲ αὐτὸ τὸ κεφάλαιο, ἀποτελοῦν βεβαίως μιὰ πολύ σύντομη εἰσαγωγικὴ ἀναφορὰ στὰ πιὸ σημαντικὰ γεγονότα τῆς ζωῆς τοῦ Γέροντος. Ὡστόσο, γιὰ τὴν κατανόηση καὶ τὴν ἑρμηνεία τοῦ μυστηρίου τοῦ λόγου στὴ ζωὴ του, εἶναι ἀπαραίτητο νὰ ἀναπτυχθεῖ σὲ μεγαλύτερο βάθος ἡ θεωρία τοῦ ἀκτίστου Φωτός, ποὺ στὸν Γέροντα δόθηκε πλουσίως. Ὅπως θὰ δοῦμε στὸ πέμπτο Κεφάλαιο, τὸ Φῶς τῆς Θεότητος συνδέεται ἄμεσα μὲ τὴν ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ.


1 Γιὰ ἐκτενέστερη καὶ ἀναλυτικότερη ἀναφορὰ στὸν βίο τοῦ Γέροντος Σωφρονίου, βλ. Ἀρχιμ. Ζαχαρία, Ἄνθρωπος, ὁ στόχος τοῦ Θεοῦ, Ἱερὰ Μονὴ Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ Ἀγγλίας 2019, σσ. 31-63, καὶ τοῦ ἰδίου, «Εἰσαγωγὴ στὴ Θεολογία τοῦ Γέροντος Σωφρονίου», στὸ ΠΔΕΣ, σσ. 54-77.

2 Βλ. Μοναχῆς Γαβριηλίας, Ἀναζητώντας τὸ τέλειο στόν κόσμο τῆς τέχνης, Ἱερὰ Μονὴ Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ Ἀγγλίας 2015, σ. 22.

3 Βλ. ὅ.π., σσ. 26, 24, 50.

4 Ὀψόμεθα τὸν Θεὸν καθώς ἐστι, σ. 353.

5 Βλ. Ὀψόμεθα τὸν Θεὸν καθώς ἐστι, σ. 23.

6 Ὅ.π., σ. 25.

7 Ὅ.π., σ. 20.

8 Βλ. ὅ.π., σ. 17.

9 Ὀψόμεθα τὸν Θεὸν καθώς ἐστι, σσ. 89 καὶ 41.

10 Βλ. Ἀρχιμανδρίτου Σωφρονίου, Γράμματα στὴ Ρωσία, Ἱερὰ Μονὴ Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ Ἀγγλίας ³2018, σ. 37. Περισσότερα γιὰ τὸ ταξίδι τοῦ Γέροντος καὶ τὴ διαμονὴ του στὸ Παρίσι, βλ. Μοναχῆς Γαβριηλίας, Ἀναζητώντας τὸ τέλειο στὸν κόσμο τῆς τέχνης, ὅ.π., σσ. 83-113.

11 Βλ. Ὀψόμεθα τὸν Θεὸν καθώς ἐστι, σ. 90.

12 Ἔξοδ. 3,14. Ἐπίσης βλ. Ἀρχιμ. Ζαχαρία, Ἀναφορὰ στὴ θεολογία τοῦ Γέροντος Σωφρονίου, σ. 11.

13 Ὀψόμεθα τὸν Θεὸν καθώς ἐστι, σσ. 90-91.

14 Περὶ Προσευχῆς, σ. 91.

15 Τὸ μυστήριο τῆς χριστιανικῆς ζωῆς, σ.

Enjoying the preview?
Page 1 of 1