Ανταύγειες σε χρυσά μάτια
()
About this ebook
Ένας νεαρός στρατιώτης, που παθαίνει εμμονή με τη Λενόρα, θα γίνει ο καταλύτης και θα έρθουν στο φως όλα τα προβλήματα και τα κρυμμένα πάθη των δύο ζευγαριών. Μέσα στην ασφυκτική ατμόσφαιρα του στρατοπέδου, η ένταση ανάμεσά τους αυξάνεται, οδηγώντας σε μια αναπόφευκτη καταστροφή…
«Η McCullers δείχνει και πάλι ένα υπόγειο και αγέραστο ένστικτο στο να σκαλίζει αυτό που οι άνθρωποι κρατούν κρυμμένο στην καρδιά και στο μυαλό τους…»
New York Herald-Tribune
«Ένα αριστούργημα… ώριμο και ολοκληρωμένο σαν το Στρίψιμο της βίδας του Henry James».
Time
Carson McCullers
Carson McCullers (1917-1967) was the author of numerous works of fiction and nonfiction, including The Heart is a Lonely Hunter, The Member of the Wedding, Reflections in a Golden Eye, and Clock Without Hands. Born in Columbus, Georgia, on February 19, 1917, she became a promising pianist and enrolled in the Juilliard School of Music in New York when she was seventeen, but lacking money for tuition, she never attended classes. Instead she studied writing at Columbia University, which ultimately led to The Heart Is a Lonely Hunter, the novel that made her an overnight literary sensation. On September 29, 1967, at age fifty, she died in Nyack, New York, where she is buried.
Read more from Carson Mc Cullers
Η Καρδιά Κυνηγάει Μονάχη Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΗ μπαλάντα του θλιμμένου καφενείου Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΡολόι χωρίς δείκτες Rating: 0 out of 5 stars0 ratings
Related to Ανταύγειες σε χρυσά μάτια
Related ebooks
Η ορμή του ταύρου Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΤο κορίτσι με τον φανταστικό σύζυγο Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΟικεία βλέμματα Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΤο πεπρωμένο Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΟ Βάλτος Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΤο μένος Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΜέσα απ' τις σκιές Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΘεατής… στον θάνατο Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΛαίδη Σέρλοκ Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΤο κρεσέντο της βασίλισσας Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΜέσα στο δίχτυ Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΗ καρδερίνα Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΗ μυστική ιστορία Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΑγάπη στο τέλος του δρόμου Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΠαράδοση άνευ όρων Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΦωτιά που σιγοκαίει Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΑναπάντεχη ελευθερία Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΈγκλημα στον Λόφο της Αλκυόνης Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΤο Βρεγμένο Ψάρι Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΟ πρίγκιπας σαΐτα Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΣε περίπτωση Απουσίας Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΑναλφάβητος Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΘάρρος ή αλήθεια; Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΗ εξιλέωση Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΣΧΟΛΗ ΤΕΡΑΤΩΝ: Μη Φοβηθείς το Σκοτάδι Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΠροσωπικές υποθέσεις Rating: 0 out of 5 stars0 ratings11 Σκάνδαλα για να κερδίσεις την καρδιά ενός δούκα Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΣκοτεινή καρδιά Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΗ μισή ζωή του Βαλέρι Κ: Ένα μυθιστόρημα για μια συνταρακτική στιγμή της Ιστορίας και έναν απαγορευμένο έρωτα Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΗ Αβάσταχτη Φιλοπατρία του ΠΦΚ: Μια Αριστοφάνεια παραβολή Rating: 0 out of 5 stars0 ratings
Related categories
Reviews for Ανταύγειες σε χρυσά μάτια
0 ratings0 reviews
Book preview
Ανταύγειες σε χρυσά μάτια - Carson McCullers
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ
To 1941, η Carson McCullers απολαμβάνει ακόμη την αίσθηση που προκάλεσε στον λογοτεχνικό κόσμο έναν χρόνο πριν με το πρώτο της μυθιστόρημα, Η καρδιά κυνηγάει μονάχη. Το δεύτερο βιβλίο της, όμως, Ανταύγειες σε χρυσά μάτια, που εκδίδεται τον Φεβρουάριο (μετά από μια τμηματική δημοσίευσή του στο Harper’s Bazaar στα τέλη της προηγούμενης χρονιάς), θα τύχει μιας πολύ πιο χλιαρής και αμήχανης υποδοχής. Πράγμα μάλλον αναμενόμενο για ένα έργο που περιγράφει με τόση τόλμη την πολύπλοκη σεξουαλική και ψυχική ζωή των ηρώων του, σε μια εποχή που η ομοφυλοφιλία και η μοιχεία θεωρούνταν αδικήματα στις περισσότερες Πολιτείες των ΗΠΑ.
Η McCullers τοποθετούσε ως πρώτη πηγή έμπνευσης για το μυθιστόρημα την επίσκεψή της σε εφηβική ηλικία στο Fort Benning της Τζόρτζια. Το άμεσο έναυσμα, ωστόσο, για τη συγγραφή δόθηκε από ένα σχόλιο του συζύγου της, Reeves, ότι στο Fort Bragg, κοντά στη Fayetteville της Βόρειας Καρολίνας όπου έμεναν εκείνη την περίοδο, είχε συλληφθεί ένας ηδονοβλεψίας – ένας νεαρός στρατιώτης που κρυφοκοιτούσε τις γυναίκες των αξιωματικών. Η McCullers έγραψε το μυθιστόρημα μέσα σε δύο μήνες, το 1939, με τον αρχικό τίτλο Army Post και το άφησε στην άκρη. Η αφιέρωση στην Annemarie Schwarzenbach, την οποία η McCullers γνώρισε και ερωτεύτηκε το καλοκαίρι του 1940, ήρθε μετά τη συγγραφή.
Οι Ανταύγειες είναι ένα έργο αντιθέσεων, κι αυτό γίνεται σαφές από την πρώτη κιόλας φράση – όπου στη θανατερή πλήξη ενός στρατοπέδου αντιπαραβάλλεται ένας φόνος. Η αισθησιακή Λενόρα και ο καταπιεσμένος ομοφυλόφιλος σύζυγός της, λοχαγός Πέντερτον, ο προσγειωμένος, χοντροκομμένος εραστής της, ταγματάρχης Λάνγκτον, και η εύθραυστη γυναίκα του, Άλισον, είναι τα δύο ζεύγη των αντιθέτων μέσα από τα οποία η McCullers εξερευνά τη σκοτεινή πλευρά του γάμου. Στην περιφέρεια του ετοιμόρροπου κόσμου τους, που προς ώρας σώζεται από τα προσχήματα, κινούνται ο θηλυπρεπής και ταλαντούχος υπηρέτης Ανακλέτο και ο άξεστος και άμαθος στον έρωτα στρατιώτης Γουίλιαμς.
H McCullers εισάγει εδώ το στοιχείο των ατελών τριγώνων που θα χρησιμοποιήσει αριστοτεχνικά αργότερα στην Μπαλάντα του θλιμμένου καφενείου: καμιά σχέση δεν είναι αμφίδρομη, κανένα ενδιαφέρον δεν βρίσκει ανταπόκριση. Η Λενόρα μπορεί να έχει όποιον άντρα θέλει, εκτός από τον άντρα της που δεν τη θέλει. Αυτός παθιάζεται με τον στρατιώτη Γουίλιαμς, που έχει εμμονή με τη γυναίκα του. Ο Λάνγκτον ποθεί τη Λενόρα, ενώ η γυναίκα του μαραζώνει και τρελαίνεται σιγά σιγά. Μόνοι, λειψοί, αδυνατώντας να επικοινωνήσουν πραγματικά, οι ήρωές της υποφέρουν, η έντασή τους άλλοτε στρέφεται ενάντια στους εαυτούς τους, άλλοτε παίρνει τη μορφή της επιθετικότητας. Ο σαδισμός, η κακοποίηση, η αυτοκαταστροφή είναι η υπόγεια καθημερινότητά τους στο ήσυχο στρατόπεδο, που με τη σειρά του γίνεται ασφυκτικός κλοιός – όλοι ξέρουν για όλους, κάθε κίνηση καταγράφεται και επικρίνεται. Οι ήρωες της McCullers δυστυχούν στερημένοι από αγάπη και αδυνατώντας να καταλάβουν τους άλλους και τον εαυτό τους. Συλλαμβάνουν την πραγματικότητά τους μόνο καλειδοσκοπικά, φευγαλέα, σαν αντανάκλαση. Γι’ αυτό το βλέμμα, η θέαση, έχει τόσο μεγάλη σημασία στο βιβλίο αυτό. Μένοντας γυμνή μπροστά στον άντρα της, προκαλώντας το βλέμμα του, η Λενόρα τον προκαλεί να παραδεχτεί την αλήθεια του. Συλλαμβάνοντας με την άκρη του ματιού του τον στρατιώτη γυμνό καθώς καλπάζει φρενιασμένα πάνω στο άλογο, ο λοχαγός συλλαμβάνει αυτό που αποφεύγει.
Ο στρατιώτης κοιτάζει τη Λενόρα, το παγόνι που ζωγραφίζει ο Ανακλέτο κοιτάζει, και στο χρυσό του μάτι αντανακλάται το γκροτέσκο. Ο λοχαγός αποφεύγει και ταυτόχρονα αποζητά με το βλέμμα του τον οπλίτη Γουίλιαμς. Κι όταν τελικά τον δει πραγματικά, και δει μέσα σ’ αυτόν τον ίδιο τον εαυτό του, δεν του απομένει παρά μία λύση…
Πόση από την πραγματικότητα της ίδιας της McCullers έχει το έργο της; Πόση από την πάλη της με την ασθένεια, με τη σεξουαλική της ταυτότητα, με τον γάμο της με τον επίσης γκέι Reeves, που θα καταρρεύσει τελικά μέσα σε καλλιτεχνικές αντιζηλίες και ερωτικές απιστίες; Δεν έχει ίσως τόση σημασία, καθώς, όπως έχει δηλώσει η ίδια, όταν έγραφε «βυθιζόταν» μέσα στους ήρωές της: «Όταν γράφω για έναν κλέφτη, γίνομαι κι εγώ κλέφτρα· όταν γράφω για τον λοχαγό Πέντερτον, γίνομαι ένας ομοφυλόφιλος άντρας. Γίνομαι οι χαρακτήρες για τους οποίους γράφω, και ευλογώ τον Λατίνο ποιητή Τερέντιο που είπε Τίποτα το ανθρώπινο δεν μου είναι ξένο
». Οι ήρωες της McCullers στο έργο αυτό δεν έχουν φτιαχτεί για να γεννήσουν συμπάθεια. Είναι ατελείς, εγωιστές, γεμάτοι πάθη. Ανθρώπινοι. Και αυτός ο ανθρώπινος, ατελής τρόπος με τον οποίο διεκδικούν, υποφέρουν και συντρίβονται τους κάνει τελικά συμπαθείς.
Οι Ανταύγειες μπορεί να ξένισαν τη συντηρητική, πουριτανική Αμερική του ’40, ευτύχησαν όμως να γίνουν κινηματογραφική ταινία πολλά χρόνια αργότερα, το 1967, από τον Τζον Χιούστον, με δύο εξαιρετικούς και θαρραλέους ηθοποιούς, που δεν φοβούνταν να φτάσουν στα όριά τους στην οθόνη, την Ελίζαμπεθ Τέιλορ και τον Μάρλον Μπράντο, στους ρόλους της Λενόρα και του Πέντερτον. Η McCullers, που φιλοξενήθηκε προς το τέλος της ζωής της, με την υγεία της κατεστραμμένη, στο σπίτι του σκηνοθέτη, δηλώνοντας μάλιστα στην αυτοβιογραφία της πως αυτή ήταν μια από τις καλύτερες περιόδους της ζωής της, δεν πρόλαβε να δει την ταινία να ολοκληρώνεται. Είχε πεθάνει στο μεταξύ, στα πενήντα της χρόνια.
Το Ανταύγειες σε χρυσά μάτια αναγνωρίζεται σήμερα ως ένα από τα πρώτα ανοιχτά γκέι μυθιστορήματα της αμερικανικής λογοτεχνίας.
Αξίζει να αναφερθεί ότι η πρώτη Πολιτεία που κατήργησε τους νόμους που θεωρούσαν την ομοφυλοφιλία ποινικό αδίκημα στις ΗΠΑ ήταν το Ιλινόι, το 1962. Θα ακολουθούσαν σταδιακά πολλές από τις υπόλοιπες Πολιτείες μέσα στις επόμενες δεκαετίες. Το 2003, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, με την ιστορική απόφασή του στην υπόθεση Lawrence v. Texas, αποποινικοποίησε την ομοφυλοφιλία, οδηγώντας έτσι στην κατάργηση των σχετικών νόμων στις τελευταίες δεκατέσσερις Πολιτείες στις οποίες συνέχιζαν να ισχύουν.
Ο αμερικανικός στρατός απέκλειε τους ομοφυλόφιλους και αμφιφυλόφιλους από τις τάξεις του. Το 1993, επί Προεδρίας Μπιλ Κλίντον, ψηφίστηκε ο νόμος που έμεινε γνωστός ως «Don’t ask don’t tell» (DADT) που τους επέτρεπε να υπηρετούν με την προϋπόθεση να μη δηλώνουν ανοιχτά τον σεξουαλικό προσανατολισμό τους. Το 2010, δύο ομοσπονδιακά δικαστήρια έκριναν τον νόμο αυτό αντισυνταγματικό. Τον Σεπτέμβριο του 2011, επί Προεδρίας Μπαράκ Ομπάμα, καταργήθηκε οποιαδήποτε απαγόρευση για τα ομοφυλόφιλα και αμφιφυλόφιλα άτομα στον αμερικανικό στρατό.
Βάννα Κατσαρού
για τις Εκδόσεις Διόπτρα
Aνταύγειες σε χρυσά μάτια
Για την Ανεμαρί Κλάρακ-Σβάρτσενμπαχ
Μέρος Πρώτο
Τα στρατόπεδα σε καιρό ειρήνης είναι βαρετά μέρη. Γίνονται πράγματα, μετά όμως ξαναγίνονται και ξαναγίνονται. Αυτός καθαυτός ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός των στρατοπέδων εντείνει τη μονοτονία –οι τεράστιοι τσιμεντένιοι στρατώνες, οι εύτακτες σειρές των πανομοιότυπων κατοικιών των αξιωματικών, το γυμναστήριο, το παρεκκλήσι, το γήπεδο του γκολφ και οι πισίνες–, όλα έχουν σχεδιαστεί βάσει ενός συγκεκριμένου, άκαμπτου μοτίβου. Ίσως όμως η ανιαρότητα των στρατοπέδων να οφείλεται περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο στην απομόνωση και στην περίσσεια ελεύθερου χρόνου και ασφάλειας, αφού άπαξ κι ένας άντρας καταταγεί στον στρατό, δεν αναμένεται από αυτόν τίποτα παραπάνω από το να ακολουθεί απλώς τα βήματα του μπροστινού του. Από την άλλη μεριά, στα στρατόπεδα συμβαίνουν καμιά φορά πράγματα που δεν είναι πολύ πιθανό να ξανασυμβούν. Υπάρχει ένα στρατόπεδο στον Νότο όπου πριν από μερικά χρόνια έγινε ένας φόνος. Οι συμμετέχοντες στην τραγωδία ήταν: δύο αξιωματικοί, ένας στρατιώτης, δύο γυναίκες, ένας Φιλιππινέζος κι ένα άλογο.
Ο στρατιώτης σε αυτή την υπόθεση ήταν ο οπλίτης Έλτζι Γουίλιαμς. Αργά τα μεσημέρια, τον έβλεπες συχνά να κάθεται μόνος του σε κάποιο από τα παγκάκια στο πεζοδρόμιο μπροστά από τους στρατώνες. Το μέρος ήταν ευχάριστο, αφού κατά μήκος του εκτεινόταν μια μακριά, διπλή σειρά από νεαρούς σφένδαμους, σχηματίζοντας στην πρασιά και στο πεζοδρόμιο σχέδια από δροσερές, ντελικάτες, ανεμόδαρτες σκιές. Την άνοιξη τα φύλλα των δέντρων είχαν ένα φωτοβόλο πράσινο, που με τον ερχομό των ζεστών μηνών έπαιρνε μια πιο σκούρα, ήσυχη απόχρωση. Στο τέλος του φθινοπώρου ήταν φλογισμένα χρυσά. Εδώ καθόταν ο οπλίτης Γουίλιαμς και περίμενε το προσκλητήριο για το βραδινό φαγητό. Ήταν ένας σιωπηλός νεαρός στρατιώτης και στον στρατώνα δεν είχε ούτε φίλους ούτε εχθρούς. Το στρογγυλό, ηλιοκαμένο πρόσωπό του απέπνεε άγρυπνη αθωότητα. Τα σαρκώδη χείλη του ήταν κόκκινα και οι καφετιές φράντζες των μαλλιών του κολλούσαν στο μέτωπό του. Τα μάτια του, που ήταν ένα παράξενο κράμα κεχριμπαρένιου και καστανού, είχαν τη βουβή έκφραση που συνήθως βλέπεις στα μάτια των ζώων. Με την πρώτη ματιά, ο στρατιώτης Γουίλιαμς φαινόταν λιγάκι βαρύς κι αδέξιος στις κινήσεις του. Ωστόσο, αυτή η εντύπωση ήταν απατηλή· ο Γουίλιαμς κινούνταν σιωπηρά κι ευέλικτα, σαν άγριο ζώο ή σαν κλέφτης. Πολλές φορές, στρατιώτες που νόμιζαν ότι ήταν μόνοι ξαφνιάζονταν βλέποντάς τον να εμφανίζεται φάντης μπαστούνι δίπλα τους, θαρρείς από το πουθενά. Τα χέρια του ήταν μικρά, λεπτοκόκαλα και πολύ δυνατά.
Ο στρατιώτης Γουίλιαμς δεν κάπνιζε, δεν έπινε, δεν συνουσιαζόταν ούτε έπαιζε τυχερά παιχνίδια. Στον στρατώνα κρατούσε τις αποστάσεις και αποτελούσε ένα μυστήριο για τους υπόλοιπους. Περνούσε το μεγαλύτερο μέρος του ελεύθερου χρόνου του έξω, στο δάσος που περιτριγύριζε το στρατόπεδο. Η περιοχή, καμιά σαρανταριά χιλιάδες στρέμματα, ήταν παρθένα, αμόλυντη γη. Εδώ έβρισκες θεόρατα λευκά πεύκα, πολλές ποικιλίες λουλουδιών, μέχρι και ντροπαλά ζώα, όπως ελάφια, αγριογούρουνα και αλεπούδες. Εκτός από την ιππασία, ο οπλίτης Γουίλιαμς δεν ενδιαφερόταν για κανένα από τα άλλα αθλήματα που ήταν στη διάθεση των στρατιωτών. Κανένας δεν τον είχε δει ποτέ στο γυμναστήριο ή στην πισίνα. Κι ούτε είχε γίνει ποτέ γνωστό ότι γέλασε, θύμωσε ή υπέφερε με τον οποιονδήποτε τρόπο. Έτρωγε τρία υγιεινά, πλούσια γεύματα την ημέρα και ποτέ δεν γκρίνιαζε για το φαγητό όπως οι συνάδελφοί του. Κοιμόταν σε έναν κοιτώνα που στέγαζε μια μακριά, διπλή σειρά από σαράντα περίπου ράντζα. Το δωμάτιο δεν ήταν ήσυχο. Τη νύχτα, όταν έσβηναν τα φώτα, συχνά ακούγονταν ροχαλητά, βλαστήμιες και πνιχτά βογκητά εφιαλτικών ονείρων. Ο στρατιώτης Γουίλιαμς όμως κοιμόταν γαλήνια. Μόνο περιστασιακά ακουγόταν από το ράντζο του το λαθραίο θρόισμα του περιτυλίγματος μιας σοκολάτας.
Ο στρατιώτης Γουίλιαμς ήταν δύο χρόνια στον στρατό, όταν μια μέρα τον έστειλαν για αγγαρεία στο σπίτι κάποιου λοχαγού Πέντερτον. Αυτό έγινε ως εξής. Τους τελευταίους έξι μήνες ο Γουίλιαμς, που ήταν καλός με τα άλογα, είχε αναλάβει μόνιμα καθήκοντα σταβλίτη. Ο λοχαγός Πέντερτον είχε τηλεφωνήσει στον επιλοχία του στρατοπέδου και, από σύμπτωση, μιας και τα περισσότερα άλογα ήταν έξω σε ασκήσεις και στους στάβλους δεν είχε πολλή δουλειά, ο οπλίτης Γουίλιαμς επιλέχθηκε γι’ αυτό το συγκεκριμένο καθήκον. Η αγγαρεία ήταν απλή. Ο λοχαγός Πέντερτον ήθελε να αποψιλωθεί ένα μικρό μέρος του δάσους πίσω από το σπίτι του για να μπορεί, όταν θα έμπαινε η ψησταριά, να κάνει εκεί τα υπαίθρια πάρτι του. Ήταν μια δουλειά που δεν χρειαζόταν πάνω από ένα οχτάωρο για να ολοκληρωθεί.
Ο στρατιώτης Γουίλιαμς ξεκίνησε για την αποστολή του γύρω στις εφτά και μισή το πρωί, μια γλυκιά, ηλιόλουστη μέρα του Οκτώβρη. Ήξερε ήδη πού ήταν το σπίτι του λοχαγού, αφού περνούσε συχνά από κει όταν πήγαινε βόλτα στο δάσος. Επίσης, γνώριζε εξ όψεως και τον λοχαγό, και μάλιστα καλά. Για την ακρίβεια, μια φορά τον είχε λερώσει κατά λάθος. Πριν από ενάμιση χρόνο ο οπλίτης Γουίλιαμς είχε χρηματίσει για μερικές εβδομάδες ορντινάντσα του υπολοχαγού στον λόχο που υπηρετούσε τότε. Ένα μεσημέρι ο υπολοχαγός δέχτηκε επίσκεψη από τον λοχαγό Πέντερτον κι ενώ τους σέρβιρε, ο Γουίλιαμς είχε χύσει ένα φλιτζάνι καφέ στο παντελόνι του λοχαγού. Εκτός απ’ αυτό, τώρα έβλεπε συχνά τον λοχαγό στους στάβλους και είχε υπ’ ευθύνη του το άλογο της συζύγου του, έναν καστανόχρωμο επιβήτορα που ήταν με διαφορά το ωραιότερο φαρί στο στρατόπεδο.
Ο λοχαγός έμενε στις παρυφές του στρατοπέδου. Το σπίτι του, ένα δίπατο σοβαντισμένο κτίσμα οχτώ δωματίων, ήταν πανομοιότυπο με όλα τα άλλα σπίτια του δρόμου, με μόνη διαφορά ότι βρισκόταν στο τέρμα του. Η πρασιά στις δυο μεριές του έφτανε ως τις αρχές του δάσους. Στα δεξιά του, ο λοχαγός είχε τον μοναδικό κοντινό γείτονά του, τον ταγματάρχη Μόρις Λάνγκτον. Τα σπίτια σε αυτόν τον δρόμο έβλεπαν σε μια μεγάλη, επίπεδη έκταση που μέχρι πρόσφατα εκτελούσε χρέη γηπέδου του πόλο και ήταν καλυμμένη από καφετιά, τραχιά χλόη.
Όταν έφτασε ο στρατιώτης Γουίλιαμς, ο λοχαγός βγήκε έξω για να του εξηγήσει λεπτομερειακά τι ήθελε να γίνει. Τα πουρνάρια και τα βάτα έπρεπε να καθαριστούν, τα κλαδιά των μεγάλων δέντρων που έφταναν σε ύψος μικρότερο των δύο μέτρων από το έδαφος να κοπούν. Ο λοχαγός έδειξε τη μεγάλη γέρικη βελανιδιά που βρισκόταν σε απόσταση είκοσι περίπου μέτρων από την πρασιά, υποδεικνύοντάς τη ως όριο για
