Discover millions of ebooks, audiobooks, and so much more with a free trial

Only $11.99/month after trial. Cancel anytime.

Αγαπώντας Τον Εχθρό Μου: Σκέψεις πάνω στην πιο δύσκολη εντολή
Αγαπώντας Τον Εχθρό Μου: Σκέψεις πάνω στην πιο δύσκολη εντολή
Αγαπώντας Τον Εχθρό Μου: Σκέψεις πάνω στην πιο δύσκολη εντολή
Ebook305 pages5 hours

Αγαπώντας Τον Εχθρό Μου: Σκέψεις πάνω στην πιο δύσκολη εντολή

Rating: 5 out of 5 stars

5/5

()

Read preview

About this ebook

«Ακούσατε ότι ειπώθηκε: Να αγαπήσεις τον πλησίον σου και να μισήσεις τον εχθρό σου.
Εγώ όμως σας λέω, αγαπάτε τους εχθρούς σας και προσεύχεστε για όσους σας καταδιώκουν, για να γίνετε γιοι του Πατέρα σας που είναι στους ουρανούς, γιατί τον ήλιο του τον ανατέλλει πάνω σε κακούς και καλούς και βρέχει πάνω σε δίκαιους και άδικους. Γιατί αν αγαπήσετε όσους σας αγαπούν, ποιο μισθό θέλετε να έχετε; Και οι τελώνες το ίδιο δεν κάνουν; Και αν χαιρετήσετε τους αδελφούς σας μόνο, τι περισσότερο κάνετε; Και οι εθνικοί το ίδιο δεν κάνουν; Να είστε λοιπόν εσείς τέλειοι όπως ο Πατέρας σας ο ουράνιος είναι τέλειος».
κατά Ματθαίον 5:43-46

Δεν θα πρέπει να εκλάβουμε ως εντολή κάθε διδαχή του Ιησού. Ενδεικτικά, η παραίνεση για απόλυτη πτωχεία ή για αγαμία αφορά μια μικρή μειοψηφία όσων ακολουθούν στην ζωή τους τον Χριστό. Όχι, όμως, και η αγάπη για τους εχθρούς. Η αγάπη αυτή δεν εμπίπτει στην κατηγορία του «εί θέλεις τέλειος είναι». Αντιθέτως, ανήκει στα θεμελιώδη του Χριστιανισμού. Ο Χριστός μάς την δίδαξε και άμεσα και με τις παραβολές Του και με την ίδια Του την ζωή. Ωστόσο, παραμένει η πιο δύσκολη όλων, αφού αντίκειται στις φυσικές ροπές του ανθρώπου και αξιώνει προσευχή, διάκριση και καθημερινή εξάσκηση. Παράλληλα με μια στοχαστική εμβύθιση στην Αγία Γραφή, στους βίους των αγίων και στην σύγχρονη ιστορία, ο Jim Forest μάς δωρίζει » εννιά αρχές ζώσας αγάπης», μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται η «προσευχή για τους εχθρούς», η «συγχώρηση», η «αναγνώριση του Ιησού στο πρόσωπο των άλλων» και το κάλεσμα να «γυρνάμε και το άλλο μάγουλο». Ακόμη κι αν οι αρχές αυτές δεν ελαφραίνουν το βάρος που φέρει η εντολή ν’ αγαπάμε τους εχθρούς μας, τουλάχιστον την καθιστούν έναν στόχο που αξίζει να παλέψουμε στην καθημερινή μας ζωή.
LanguageΕλληνικά
PublisherBookBaby
Release dateFeb 10, 2017
ISBN9786185197186
Αγαπώντας Τον Εχθρό Μου: Σκέψεις πάνω στην πιο δύσκολη εντολή

Related to Αγαπώντας Τον Εχθρό Μου

Related ebooks

Reviews for Αγαπώντας Τον Εχθρό Μου

Rating: 5 out of 5 stars
5/5

1 rating0 reviews

What did you think?

Tap to rate

Review must be at least 10 words

    Book preview

    Αγαπώντας Τον Εχθρό Μου - Jim Forest

    2015

    Πρόλογος π. Βασίλη Θερμού

    Γνώρισα από κοντά τον Jim Forest το 2007 στον Βόλο, σε ένα συνέδριο για τη συμφιλίωση. Ή­ταν ο φυσικός του χώρος. Ολόκληρη τη ζωή του εργάζεται με πίστη και αφοσίωση για να ξαναζωντανέψουν στα μυαλά και στις καρδιές των ανθρώπων οι βασικές εντολές του Χριστού. Έκτοτε έγινα φίλος και του ιστότοπου που ίδρυσε (incommunion.org) τον οποίο επισκέπτομαι ανελλιπώς και συνιστώ ανεπιφύλακτα.

    Το βιβλίο το οποίο έχω την τιμή να προλογίζω δεν αποτελεί απλώς ένα πνευματικό εποικοδομητικό εγχειρίδιο για την συγχώρηση. Ουσιαστικά ξεδιπλώνει ένα μανιφέστο ευαγγελικής επαναστατικότητας μέσα σε ένα υπερμοντέρνο κόσμο. Ο Forest ξαναμελετά και αναλύει για εμάς τους αναγνώστες το μήνυμα του Χριστού περί αγάπης στους εχθρούς, επιστρατεύοντας πλήθος συγγραφικών αρετών, φυσικών για εκείνον, σπάνιων για εμάς.

    Σε μια εποχή θεσμοποιημένης έξαρσης του ατομισμού η έγνοια για τον αντίπαλο ακούγεται παράταιρη. Σε καιρούς που εμπεδώνουν και ενισχύουν τα εθνικά μίση, η αγάπη προς τον εχθρό φαίνεται εξωπραγματική. Σε μια Εκκλησία στην οποία όλοι φροντίζουμε να βολευτούμε, ο καθένας με τον δικό του προσωπικό τρόπο, η υπενθύμιση όσων μάς παρέδωσε ο Χριστός αναστατώνει. Το αυτονόητο φαντάζει επαναστατικό.

    Αυτονόητο δεν σημαίνει και εύκολο. Άλλωστε ο υπότιτλός του μιλά για τη «δυσκολότερη εντολή». Όταν κάποτε, σε μια εκδήλωση για τη συγχώρηση, είπα ότι ο Χριστιανός οφείλει να προσεύχεται ώστε να σωθούν και οι θύτες, π.χ. οι ναζιστές εξολοθρευτές, ώστε να μη μείνει κανείς έξω από τη Βασιλεία του Θεού, μια κυρία σηκώθηκε και αποχώρησε αγανακτισμένη φωνάζοντας ότι έτσι στρέφομαι κατά της δικαιοσύνης. Είναι στ’ αλήθεια πολύ απαιτητικό αυτό το καινούργιο που ο Χριστός εκόμισε, αλλά, είτε μας αρέσει είτε όχι, σε αυτό έχουμε κληθεί, αυτό μάς καθιστά όντως Χριστιανούς. Και δεν υπάρχει καμιά εγγύηση ότι όσοι το κηρύττουμε επιτυγχάνουμε να το βιώσουμε στην πράξη.

    Ο Forest καταφέρνει να κάνει τουλάχιστον ελκυστικό αυτόν τον στόχο. Δεν υπόσχεται πουθενά πως είναι εύκολος, αλλά σε εμπνέει να προσπαθήσεις. Πράγματι, αυτό συμβαίνει πάντα με όσους αγαπούν έναν στόχο. Και το να αγαπάς ως πολύτιμα τα λόγια που ο Χριστός πρόσφερε και να πασχίζεις να τα κάνεις πράξη, ανοίγει τον δρόμο για να εισέλθεις στο καθεστώς της συγγένειας με τον Θεό, όπως μας λέει το Λουκά 8, 21.

    Βιβλία και άρθρα για τη συγχώρηση έχουμε πολλά, μερικές φορές βαρετά. Περιέχουν σημαντικές αλήθειες, αλλά συνήθως γράφονται είτε με έναν απωθητικό διδακτισμό είτε σαν να απευθύνονται σε ανθρώπους άλλης εποχής (Γενικά είναι σπάνιο να βρίσκεις να διαβάσεις κάτι πνευματικό που να είναι συντονισμένο με το σήμερα). Ο συγγραφέας μας εδώ έχει εντάξει τα προσωπικά του τάλαντα και τον αμερικανικό πραγματισμό στην υπηρεσία του ευαγγελισμού. Κινείται με την ίδια άνεση και στα χωριά της τότε Παλαιστίνης και στις πόλεις της σημερινής Αμερικής και Ευρώπης. Στα παραδείγματά του είναι εφευρετικός, στον λόγο του άμεσος, στις συμβουλές του ρεαλιστικός. Συνδυάζει την πνευματική αφοσίωση με τη σοφή πρακτικότητα. Δεν αρκείται στο να αποκαλύψει το δέον, αλλά το τεκμηριώνει, προσφέροντας συνάμα και συγκεκριμένους τρόπους εκπλήρωσής του. Παντού και σε ο­ποιεσδήποτε συνθήκες ξέρει να ανακαλύπτει τον Θεό και τον άνθρωπο.

    Αυτά αποτελούν τις συγγραφικές του αρετές στις οποίες αναφέρθηκα στην αρχή, αλλά δεν είμαι σίγουρος ότι πρόκειται για χαρίσματα που άπτονται μόνο της μορφής. Μια αφήγηση και επιχειρηματολογία όπως του συγγραφέα μας, υποψιάζομαι ότι δεν περιορίζεται στην ελκυστική φόρμα αλλά αγγίζει και επηρεάζει το περιεχόμενο. Όποιος μπορεί να διηγείται συναρπαστικά μορφές συγχώρησης που το Άγιο Πνεύμα εμπνέει στους σημερινούς καθημερινούς ανθρώπους, τότε σίγουρα ξέρει κάτι παραπάνω και για τη συγχώρηση την ίδια. Ίσως και για τον Θεό. Μπορεί να βλέπει και με διαφορετικά μάτια τη ζωή. Η ομορφιά δεν μπορεί να διαχωρίζεται από την αλήθεια.

    Εύχομαι ολόψυχα το βιβλίο αυτό να γίνει αφορμή μιας ανανεωμένης ματιάς στη χριστιανική μας κληρονομιά, η οποία έχει τη δύναμη να παραμένει πάντα καινούργια. Ταυτόχρονα ελπίζω να αποτελέσει εφαλτήριο για πιο συνειδητό αγώνα στο πεδίο της συγχώρησης, ένα πεδίο στο οποίο όλοι ανεξαιρέτως δοκιμαζόμαστε, είτε ως άτομα είτε ως μέλη συλλογικοτήτων. Χωρίς τον αγώνα τουλάχιστον (αφού το αποτέλεσμα δεν εξαρτάται πάντα από τις προθέσεις μας) γίνεται προβληματική η μαρτυρία των Χριστιανών και εξασθενούν τα σημάδια της ερχομένης Βασιλείας του Θεού. Εκείνης για την οποία μεταφορικά γράφτηκε ότι το λιοντάρι με το αρνί θα βρίσκονται δίπλα-δίπλα.

    πρωτοπρεσβύτερος Βασίλης Θερμός

    Εισαγωγή

    Δεν πρέπει να εκλαμβάνουμε κάθε διδαχή του Ιησού ως εντολή. Για παράδειγμα, ας σταθούμε λίγο στη συνάντησή Του με τον πλούσιο νέο, που αναζητούσε να μάθει τι έπρεπε να κάνει για να κερδίσει τη Βασιλεία των Ουρανών και την αιώνια ζωή. Ο Ιησούς, αναφερόμενος στις δέκα βασικές εντολές που δόθηκαν στον Μωυσή, του απάντησε πως αυτές θα έπρεπε να τηρήσει, δηλαδή να μη διαπράξει φόνο ούτε μοιχεία, να μην κλέψει, να μην ψευδομαρτυρήσει, να τιμά τον πατέρα του και τη μητέρα του και να αγαπά τον πλησίον του σαν τον εαυτό του. «Μα από νέος ακόμη τις τηρώ», είπε εκείνος, «τι άλλο μου λείπει;» Όλοι θυμόμαστε τη συνέχεια: «Εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι» (Ματθ. 19, 16-20). Μα τούτο το κάλεσμα ήταν πάνω απ’ τις δυνάμεις του, τόσο που έφυγε τελικά περίλυπος, ανήμπορος να ανταποκριθεί.

    Μακάρι να μαθαίναμε τις κατοπινές επιλογές αυτού του ανθρώπου στη ζωή του! Μπορούμε να υποθέσουμε ότι κατέληξε τόσο φτωχός όσο και ο άγιος Φραγκίσκος της Ασίζης. Πάντως, είναι ξεκάθαρο ότι το κάλεσμα που του απηύθυνε ο Ιησούς την μέρα εκείνη δεν ήταν εντολή σαν τις άλλες, αλλά «εντολή τελειότητος», όπως την ονομάζουν ενίοτε οι θεολόγοι, δηλαδή μια διδαχή που, παρότι καλό είναι να την εφαρμόσει ο άνθρωπος, δεν αποτελεί προϋπόθεση για τη σωτηρία κάθε Χριστιανού.

    Ωστόσο, δεν ισχύει το ίδιο για την αγάπη που οφείλουμε στους εχθρούς μας. Η αγάπη αυτή δεν εμπίπτει στον όρο «εἰ θέλεις τέλειος εἶναι». Αντίθετα, είναι θεμελιώδης για τον Χριστιανισμό, συστατικό του στοιχείο. Ο Ιησούς τη διδάσκει τόσο άμεσα, με τον λόγο και τη ζωή Του, όσο και έμμεσα, με τις παραβολές. Δεν είναι μια παράμετρος που μπορούμε να ρυθμίσουμε κατά την κρίση μας, αλλά μια απαιτητική διδασκαλία, που όσο ζορίζει τους άλλους άλλο τόσο ζορίζει και μένα, αφού είναι στη φύση του ανθρώπου να μισεί όσους τον έβλαψαν ή πρόκειται να το κάνουν.

    Προσωπικά, τούτη την εντολή, τη δυσκολότερη όλων, τη γνώρισα από μικρό παιδί. Στην Αμερική της δεκαετίας του ’50 όπου μεγάλωσα, ο εχθρός που έπρεπε να αγαπηθεί ήταν οι γονείς μου. Εχθρός όχι δικός μου, βέβαια, αλλά των άλλων. Θεωρούνταν εχθροί επειδή ήταν κομμουνιστές, σε μια εποχή κατά την οποία ο ψυχρός πόλεμος και ο μακαρθισμός βρίσκονταν στην κορύφωσή τους. Στα έντεκά μου χρόνια ο πατέρας μου είχε ήδη φυλακιστεί. Μάλιστα, χρειάστηκε να περάσει σχεδόν μισός χρόνος μέχρι να οριστεί το ύψος της εγγύησης που θα έπρεπε να καταβάλει, ώστε να αποφυλακιστεί μέχρι τη δίκη. Η σύλληψή του, το 1952, έγινε πρωτοσέλιδο σε όλα τα μέσα, που βοούσαν γι’ αυτόν τον μεγαλοπαράγοντα των κομμουνιστών. Τελικά, και ενώ βρισκόταν εν αναμονή της εξέτασης των κατηγοριών εναντίον του από το Ανώτατο Δικαστήριο, αυτές κατέπεσαν. Παρόλα αυτά, στα παιδικά μου χρόνια, τόσο οι γονείς μου όσο και πολλοί ακόμη συμπολίτες τους παρέμειναν καταγεγραμμένοι στα αμερικανικά κατάστιχα ως πιθανοί εχθροί. Το FBI τους είχε υπό στενή παρακολούθηση, ενώ οι πράκτορές του, ένα απόγευμα που έλειπε η μητέρα μας, έφτασαν στο σημείο να πάρουν δακτυλικά αποτυπώματα από τον αδελφό μου και μένα.

    Ήδη από μικρή ηλικία άρχισα σταδιακά να συνειδητοποιώ ότι, παρόλο που αδυνατούσα να την καταλάβω, η οπτική των γονιών μου διέφερε από αυτήν της κοινωνίας. Το ότι το πνεύμα τους δεν συμβάδιζε με το δικό της δεν τους καθιστούσε λιγότερο αγαπητούς. Άλλωστε, παρότι είχαν χωρίσει, ποτέ δεν κακολογούσαν ο ένας τον άλλο, ενώ ως γονείς ήταν ιδιαίτερα στοργικοί. Τότε, βέβαια, δεν είχα αντιληφθεί πόσο ασυνήθιστο ήταν μια λευκή οικογένεια (η μητέρα, ο αδελφός μου κι εγώ) να διαμένει σε μια γειτονιά όπου κυριαρχούσαν οι μαύροι. Τους αγαπούσα τους γονείς μου, όχι για τις φιλοσοφικές ή πολιτικές τους πεποιθήσεις, τις οποίες αγνοούσα και δεν καταλάβαινα, αλλά γι’ αυτό που ήταν.

    Τόσο που σκέφτομαι καμιά φορά τι καλά που θα ήταν αν γνωρίζαμε στ’ αλήθεια τους εχθρούς μας, αν γνωρίζαμε αυτό που όντως είναι κι όχι αυτό που εμείς νομίζουμε γι’ αυτούς! Τότε, η εντολή του Ιησού να αγαπούμε τους ε­χθρούς μας θα μας ήταν πολύ ευκολότερη. Θα μπορούσαμε, ίσως, να μισούμε ακόμα όσα αυτοί υπερασπίζονται και συμβολίζουν, καθώς και το κακό που ενδεχομένως κάνουν, όχι όμως να μισούμε και τους ίδιους ως πρόσωπα ή να τους κάνουμε εμείς κακό.

    Τέτοιο διδακτικό παράδειγμα υπήρξε για μένα η μητέρα μου, μέχρι που, στην αρχή της εφηβείας, ο ορίζοντας της ζωής μου φωτίστηκε από μια γυναίκα που έδινε τη δική της, ακόμη πιο εμπνευστική, μαρτυρία για το τι θα πει να ζεις χωρίς εχθρότητα: επρόκειτο για την Dorothy Day. Τη γνώρισα στην κοινότητα Καθολικών Εργατών¹ της Νέας Υόρκης, στην οποία και έγινα μέλος μετά την απόλυσή μου από το Ναυτικό. Εκεί, λοιπόν, ανακάλυψα έναν άνθρωπο που, όχι απλώς αρνούνταν να μισήσει τους ε­χθρούς του, αλλά επιπλέον σχετιζόταν αγαπητικά μαζί τους. Κεντρικός άξονας της ζωής της ήταν η φιλοξενία. Το μικρό αυτό βιβλιαράκι αντλεί σε μεγάλο βαθμό από όσα έμαθα, ή τουλάχιστον άρχισα να μαθαίνω, πλάι της.

    Οι οφειλές μου, όμως, δεν εξαντλούνται εδώ. Χάρη σε εκείνην, κέρδισα μια βαθιά φιλία με τον συγγραφέα και Τραπιστή μοναχό Thomas Merton, ακόμη έναν άνθρωπο που δεν μισούσε κανέναν. Σε μια από τις επιστολές που μου είχε στείλει, επέμενε εμφατικά ότι όλους, των εχθρών συμπεριλαμβανομένων, θα πρέπει να τους βλέπουμε ως αυτό που είναι πρωταρχικά, δηλαδή συνάνθρωποί μας. Με συμβούλευε, μάλιστα, γράφοντας ότι «μια από τις πιο σημαντικές κινήσεις είναι η διαρκής προσπάθεια να ξεγλιστράς αποφασιστικά από τις γραμμές και τα προσκόμματα (εν πολλοίς πλασματικά) της πολιτικής, για να ανακαλύψεις τη μόνη αληθινή πραγματικότητα, που δεν είναι άλλη από την ανθρώπινη διάσταση».

    Στη ζωή μου είχα το προνόμιο να γνωρίσω κι άλλους ανθρώπους που έκαναν πράξη την αγάπη για τους ε­χθρούς. Θυμάμαι, για παράδειγμα, τους Ρώσους που συνάντησα στη Σοβιετική Ένωση της δεκαετίας του ’80, όταν έγραφα ένα βιβλίο (εν συνεχεία προστέθηκε και δεύτερο) για την εκεί θρησκευτική ζωή. Μίλησα με εκατοντάδες Χριστιανούς, με ανθρώπους που οι συγγενείς τους βασανίστηκαν ή και πέθαναν στο αρχιπέλαγος των στρατοπέδων φυλάκισης, στα περιβόητα Γκουλάγκ, μα δεν βρήκα ούτε έναν που να έδειχνε μίσος ή να επιδίωκε να εκδικηθεί.

    Δεν θα ξεχάσω ποτέ, ένα απόγευμα του ’87, την κουβέντα που είχα με τον πατέρα Μιχαήλ στην αρχαία, τειχισμένη πόλη του Νόβγκοροντ. Ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ διένυε τότε τη δεύτερη χρονιά του ως επικεφαλής της Σοβιετικής Ένωσης και είχε θέσει τέλος στις θρησκευτικές διώξεις. «Δεν σας εξέπληξε αυτό;» τον ρώτησα. «Καθόλου», ήταν η απάντησή του. «Σ’ όλη μας τη ζωή δεν υπήρξε μέρα που να μην προσευχηθούμε για την παύση των διωγμών. Ξέραμε ότι ο Θεός θα ανταποκριθεί στην προσευχή μας, απλώς δεν γνωρίζαμε πότε θα το κάνει. Το μόνο που με ξαφνιάζει είναι ότι αξιώθηκα να δω ζωντανός την απάντησή Του». «Εντάξει», του αντέτεινα, «αλλά, το δίχως άλλο, θα μισείτε όσους άφησαν πίσω τους τόσο πολύ πόνο και θάνατο». «Μα αφού ο Χριστός δεν τους μισεί», συνέχισε ο πατήρ Μιχαήλ, «εγώ πώς θα μπορούσα; Κι αν εμείς δεν τους αγαπήσουμε, πώς οι ίδιοι θα βρουν τον δρόμο για την πίστη; Αν αρνηθώ να τους αγαπήσω, δεν θα ’μαι πια πιστός».

    Ελπίζω με αυτό το βιβλίο να μπει ένα ακόμη λιθαράκι, ώστε οι αναγνώστες του να προσλάβουν την αγάπη για τους εχθρούς ως έναν στόχο που αξίζει να θέσουν στην καθημερινή τους ζωή, όσο δύσκολη κι αν φαντάζει η επίτευξή του. Όπως σημειώνει, εξάλλου, και η Dorothy Day στο ημερολόγιό της, «τα βάρη πολλά κι ασήκωτα, η αγάπη μου λιγοστή. Τρόμος με κυριεύει καθώς συλλογίζομαι πως δεν έχω καθόλου αγάπη στην καρδιά μου, τίποτα δεν έχω για να προσφέρω…. Ακόμα κι έτσι να ’ναι, εγώ θα πρέπει να προσποιηθώ πως όλο και κάτι θα βρω να προσφέρω. Και βρίσκω, με τρόπο παράξενο και συναρπαστικό. Γιατί, αν θες ν’ αγαπήσεις κάποιον, σύντομα θα τα καταφέρεις. Θες ν’ αγαπήσεις αυτόν τον στριμμένο γέρο, και μια μέρα βλέπεις πως το πέτυχες. Εξαρτάται από το πόσο πεισματικά προσπαθείς»².


    1 Η κοινότητα της Νέας Υόρκης αποτελεί ένα από τα πολλά παραρτήματα του Κινήματος Καθολικών Εργατών (The Catholic Worker Movement), το οποίο ιδρύθηκε από την Dorothy Day κατά την Μεγάλη Ύφεση στις Η.Π.Α., το 1933, κατόπιν παρότρυνσης του ακτιβιστή Peter Maurin. Στους χώρους φιλοξενίας που παρείχε, κυρίως σε φτωχογειτονιές των πόλεων, προσφερόταν στέγη, τροφή και ρουχισμός από εθελοντές. Το 1995, υπήρχαν 134 τέτοιες κοινότητες. Η κοινότητα καθολικών εργατών της Νέας Υόρκης ίδρυσε το 1933 την εφημερίδα Ο καθολικός εργάτης (Catholic Worker), εγχείρημα στο οποίο συμμετείχε και ο συγγραφέας του βιβλίου. (Σ.τ.Μ)

    2 Robert Ellsberg, ed., Dorothy Day: Selected Writings (Maryknoll, NY: Orbis Books, 1992), 219..

    Μέρος Πρώτο

    Τρίβολοι και σύκα

    Επιτόπου επιστροφή:

    Χτίσε μια νέα ζωή

    Διαβάζουμε στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο (7, 16) ότι ο Ιησούς έθεσε κάποτε το εξής ερώτημα: «μήτι συλλέγουσιν ἀπὸ τριβόλων σῦκα;» Προφανώς και όχι – αυτή είναι η απάντηση. Άλλωστε, ό,τι σπείρεις, αυτό και θα θερίσεις. Αν φυτέψεις ζιζάνια, την ώρα του θερισμού θα βρεις ζιζάνια. Αν θες σύκα, σου χρειάζεται σπόρος συκιάς. Με τον τρόπο αυτό ο Ιησούς έμμεσα αποδομεί την αντίληψη ότι είναι εφικτό να γεννηθεί το καλό μέσα από το κακό. Η βία δεν μπορεί να είναι το μέσο για τη δημιουργία ειρηνικής κοινωνίας, ούτε η εκδικητικότητα διευκολύνει τη γέννηση της συγχώρησης. Ομοίως, η συζυγική κακοποίηση δεν μπορεί να αποτελέσει το θεμέλιο ενός ανθεκτικού γάμου, ακριβώς όπως η οργή δεν υπηρετεί τη συμφιλίωση.

    Ωστόσο, παρότι απ’ τα ζιζάνια αποκλείεται να καρπίσουν σύκα, είναι αλήθεια ότι στο πεδίο που συγκροτούν οι ανθρώπινες επιλογές και πράξεις παραμένει πάντα ανοικτή η δυνατότητα μιας θετικής αλλαγής στάσης και κατεύθυνσης. Έτσι, οι αμαρτωλοί δεν είναι παρά το ακατέργαστο, τραχύ υλικό από το οποίο θα προκύψουν οι άγιοι και γνωρίζουμε καλά πως η Καινή Διαθήκη είναι γεμάτη από μαρτυρίες τέτοιων μεταμορφώσεων.

    Στην Κωνσταντινούπολη, στη Μονή της Χώρας, το βυζαντινό μωσαϊκό του δεκάτου τετάρτου αιώνα που απεικονίζει τον εν Κανά γάμο, με μόνο μέσο την εικόνα, μας αφηγείται μιαν απίθανη μεταμόρφωση: τη μετατροπή του νερού σε κρασί στο γαμήλιο γλέντι της Κανά. Ο Ιησούς βρίσκεται στο βάθος, πλάι στη μητέρα Του, και τείνει ελαφρά το χέρι ευλογώντας τον κόσμο, ενώ μπροστά-μπροστά διακρίνεται ένας υπηρέτης που χύνει νερό από μια κανάτα σε μεγάλη στάμνα. Καθώς πέφτει, το χρώμα του αλλάζει κι από ανοιχτό μπλε που ήταν πριν, τώρα, στο χείλος της στάμνας είναι ήδη βαθύ μοβ. Όπως γράφει ο ευαγγελιστής Ιωάννης, «ταύτην ἐποίησε τὴν ἀρχὴν τῶν σημείων ὁ Ἰησοῦς ἐν Κανά τῆς Γαλαιλαίας καὶ ἐφανέρωσε τὴν δόξαν αὐτοῦ, καὶ ἐπίστευσαν εἰς αὐτὸν οἱ μαθηταί αὐτοῦ» (2, 11).

    Το πρώτο αυτό «σημείο» αποτελεί προϋπόθεση για την κατανόηση συνολικά του Ευαγγελίου. Κι αυτό γιατί ο Ιησούς επιφέρει συνεχώς παρόμοιες μεταμορφώσεις: οι τυφλοί βρίσκουν το φως τους, οι ανάπηροι περπατούν, οι άρρωστοι θεραπεύονται, οι ένοχοι συγχωρούνται, οι ξένοι γίνονται αδελφοί κι οι εχθροί φίλοι, οι δούλοι ελευθερώνονται κι όσοι κουβαλούν όπλα τα παρατούν. Η Σταύρωση μας οδηγεί στην Ανάσταση, η λύπη στη χαρά, ο άρτος και ο οίνος γίνονται Σώμα και Αίμα του ίδιου του Χριστού. Η φύση δεν μπορεί απ’ τους τριβόλους να κάνει σύκα· ο Θεός το κάνει ασταμάτητα στη ζωή μας, γεννά ένα «κάτι» μέσα απ’ το τίποτα ή, όπως λέει και μια πορτογαλέζικη παροιμία, «ο Θεός γράφει ίσια με στραβές γραμμές».

    Αρχέτυπο της μεταμόρφωσης είναι ο Παύλος. Πρώην δεινός διώκτης των Χριστιανών, ο Παύλος γίνεται απόστολος του Χριστού και ο πιο ακάματος των αποστόλων. Διασχίζει τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και ιδρύει στο διάβα του πλήθος νέες Εκκλησίες, που ζουν ίσαμε τώρα. Το θαύμα της μεταστροφής του, η μετάλλαξη της εχθρότητας σε φιλία υπήρξε τόσο ακαριαίος φωτισμός, ώστε ίσα που χώρεσε σε μιαν ανεπαίσθητη στιγμή… Δίχως αμφιβολία, τα θεμέλια είχαν ήδη μπει κατά τον λιθοβολισμό του πρώτου διακόνου, του Στέφανου, στον οποίο ο Παύλος ήταν παρών.

    Κι ο Πέτρος, όμως, άλλαξε για τα καλά! Ο Χριστός, μπορεί να του στέρησε τα δίχτυα του, αλλά τον έστρεψε από την άγρα ψαριών στην άγρα ψυχών. Στον Κήπο της Γεθσημανή, ο ίδιος άνθρωπος έκοψε το αυτί ενός δούλου που ήθελε να συλλάβει τον Ιησού. Αντί να τον επαινέσει για το θάρρος του, ο Ιησούς θεράπευσε την πληγή και τον διέταξε να αφήσει το αιματοβαμμένο μαχαίρι. «Ἀπόστρεψόν σου τὴν μάχαιραν εἰς τὸν τόπον αὐτῆς· πάντες γὰρ οἱ λαβόντες μάχαιραν ἐν μαχαίρᾳ ἀποθανοῦνται» (Ματθ. 26, 52). Στο εξής, ο Πέτρος δεν θα έβλαπτε ποτέ και κανέναν, αφού επιζητούσε μόνο τη μεταστροφή των εχθρών του, ποτέ τον θάνατό τους. Με λίγα λόγια, έφτασε να γίνει ένας άνθρωπος που προτιμούσε να πεθάνει παρά να σκοτώσει.

    Πώς μπορεί, άραγε, μια τέτοια μεταστροφή να γεννηθεί στην καρδιά και τι την εμποδίζει;

    Αιχμάλωτος της ίδιας απορίας, ο Λέων Τολστόι αγωνίστηκε για πολύ προκειμένου να πετύχει τη δική του μεταστροφή. Παρότι δεν ήταν γραφτό του να το πετύχει στο ακέραιο, ήθελε οπωσδήποτε να γίνει από αριστοκράτης χωρικός, από πλούσιος φτωχός, από στρατιώτης του πολέμου στρατιώτης της ειρήνης. Ό­ταν ήταν παιδί, ο αδελφός του ο Νικόλαος του είχε εμπιστευτεί ένα μυστικό: στα κτήματά τους, μέσα στο δάσος του Ζακάζ, στην άκρη μιας ρεματιάς ήταν θαμμένο ένα κούτσουρο. Κάποιος είχε χαράξει πάνω εκεί ορισμένα λόγια «που θα ξερίζωναν το κακό απ’ τις καρ­διές των ανθρώπων και θα τους χάριζαν κάθε καλό». Την αποκάλυψη αυτή ο Λέων Τολστόι την κυνήγησε μια ζωή και στα γεράματά του επέμενε να πιστεύει πως «υπάρχει μια τέτοια αλήθεια, πως μια μέρα θα αποκαλυφθεί και θα εκπληρώσει την υπόσχεσή της»³.

    Ας διακινδυνεύσω την πρόβλεψη: έτσι και ανακαλύψουμε αυτό το κούτσουρο, η επιγραφή θα αποτελείται από μια σύντομη πρόταση, η οποία τόσο πολύ μας ζόρισε όποτε τη διαβάσαμε, που αναγκαστήκαμε να την ξαναθάψουμε στις ρεματιές που κρύβουμε μέσα μας: «Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐ­χθροὺς ὑμῶν». Στα Ευαγγέλια, ο Ιησούς αναφέρεται δύο φορές σε αυτή την αξιοπρόσεκτη, μοναδική στον Χριστιανισμό, διδαχή:

    «Ἠκούσατε ὅτι ἐρρέθη, Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου καὶ μισήσεις τὸν ἐχθρόν σου. Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν, ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν, εὐλογεῖτε τοὺς καταρωμένους ὑμᾶς, καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς καὶ προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς καὶ διωκόντων ὑμᾶς, ὅπως γένησθε υἱοὶ τοῦ πατρὸς ὑμῶν τοῦ ἐν οὐρανοῖς, ὅτι τὸν ἥλιον αὐτοῦ ἀνατέλλει ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθοὺς καὶ βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους. Ἐὰν γὰρ ἀγαπήσητε τοὺς ἀγαπῶν-τας ὑμᾶς, τίνα μισθὸν ἔχετε; οὐχὶ καὶ οἱ τελῶναι τὸ αὐτὸ ποι­οῦσι;» (Ματθ 5, 43-46).

    Ἀλλὰ ὑμῖν λέγω τοῖς ἀκούουσιν· ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν, καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς, εὐλογεῖτε τοὺς καταρωμένους ὑμῖν, προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν ἐπηρεα­ζόν­των ὑμᾶς. Τῳ῀ τύπτοντί σε

    Enjoying the preview?
    Page 1 of 1